Η φορολογία αν τα λεγόμενα τεκμαρτά εισοδήματα υπερβαίνουν τα πραγματικά μπορεί να είναι βαριά αφού το εικονικό εισόδημα φορολογείται με 22% από το πρώτο ευρώ και συνοδεύεται από ανάλογη αύξηση της εισφοράς αλληλεγγύης προκαταβολή φόρου 100% για τον επόμενο χρόνο και φυσικά τέλος επιτηδεύματος.
Τούτο διότι η φορολογική νομοθεσία προβλέπει ότι όταν το τεκμαρτό εισόδημα είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν τότε θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται ανάλογα ανεξάρτητα αν ο φορολογούμενος είναι μισθωτός συνταξιούχος ή κατ’ επάγγελμα αγρότης. Εξαίρεση για φέτος αποτελούν όσοι έχουν εισόδημα από εργασία έως 6000 ευρώ και τεκμαρτό εισόδημα έως 9500 ευρώ θα φορολογούνται με βάση την κλίμακα των μισθωτών και θα έχουν και την έκπτωση φόρου από 1900 έως 2100 ευρώ.
Όσοι όμως δεν βρίσκονται στην κατηγορία της «εξαίρεσης» και το τεκμαρτό εισόδημα υπερβαίνει το δηλωθέν από μισθούς και συντάξεις θα πρέπει για να αποφύγουν το πρόσθετο φόρο να εμφανίσουν εισόδημα που θα καλύπτει το τεκμαρτό ώστε να έχουν αντιμετώπιση του μισθωτού .
Ως τέτοια εισοδήματα μπορούν να εμφανιστούν στην δήλωση είναι:
1. Ποσά που προέρχονται από τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων (π.χ. ακινήτων, αυτοκινήτων, κινητών πραγμάτων, μετοχών, ομολόγων, εντόκων γραμματίων μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων και άλλων κινητών αξιών) στο έτος που υπάρχει πρόβλημα με τα τεκμήρια. Βεβαίως από το τίμημα πώλησης που εισπράχθηκε αφαιρείται το κόστος απόκτησης, δηλαδή το τίμημα που καταβλήθηκε εντός του ιδίου ή σε κάποιο προηγούμενο έτος για την αγορά του περιουσιακού στοιχείου.
2. Εισοδήματα τα οποία αποκτήθηκαν στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, από τον ίδιο τον φορολογούμενο, τη σύζυγό του και τα εξαρτώμενα μέλη του, και τα οποία απαλλάσσονται από τον φόρο ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο. Τέτοια εισοδήματα είναι μια αποζημίωση απόλυσης τα κέρδη από αμοιβαία κεφάλαια, οι τόκοι από ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, οι τόκοι από καταθέσεις στις τράπεζες.
3. Εφάπαξ ποσά που εισπράχθηκαν από τον φορολογούμενο και δεν θεωρούνται εισόδημα όπως είναι το εφάπαξ λόγω συνταξιοδότησης, ή μια αποζημίωση από ασφαλιστική εταιρεία.
4. Χρηματικά ποσά που έφερε στην Ελλάδα ο φορολογούμενος, εφόσον δικαιολογείται η απόκτησή τους στην αλλοδαπή. Για τα ποσά που εισάγονται, απαιτείται πρωτότυπο παραστατικό που εκδίδει η τράπεζα με το οποίο θα μπορεί να εξακριβωθεί ότι ο φορολογούμενος είναι ο δικαιούχος του εισαγόμενου χρηματικού κεφαλαίου, το ύψος του εισαγόμενου ποσού, το νόμισμα, η ευρωποίησή του και η χώρα προέλευσης.
5. Δάνεια τα οποία έχουν ληφθεί κατά και αποδεικνύονται με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό έγγραφο βέβαιης χρονολογίας.
Κάποια δωρεά ή γονική παροχή σε χρήματα φτάνει βέβαια τα ποσά αυτά να έχουν δηλωθεί μέχρι τη λήξη του έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η σχετική δαπάνη.
6. Μια ακόμη λύση είναι η δήλωση «ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών». Δηλαδή κάποιο ποσό που έχει δηλωθεί και φορολογηθεί κανονικά και εμφανίζεται ως κατάθεση στην τράπεζα μετά από ρευστοποίηση κινητών αξιών προηγούμενων ετών (μετοχές ,μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων) ή πώληση κάποιου περιουσιακού στοιχείου τα προηγούμενα χρόνια.