Επιστημονικές έρευνες δείχνουν ότι οι κινητήρες ντίζελ έχουν επιπτώσεις στην υγεία και τεράστιο κοινωνικό κόστος. Όμως η μείωση των ρύπων είναι εφικτή αρκεί να τοποθετηθούν ειδικοί καταλύτες στα αυτοκίνητα.
Η ποιότητα του αέρα σε παγκόσμιο επίπεδο θεωρείται κακή και επικίνδυνη για την υγεία. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας περισσότερο από το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού εισπνέει μολυσμένο αέρα, ενώ οι θάνατοι που σχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση υπολογίζονται ότι ξεπερνούν τα 3 εκ. ετησίως. Στην Ευρώπη η Ευρωπαϊκή Περιβαλλοντική Υπηρεσία υπολογίζει τους πρόωρους θανάτους λόγω του μολυσμένου αέρα σε 430.000 χιλιάδες το χρόνο.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι η κυκλοφορία οχημάτων συμβάλλει σε μεγάλη βαθμό στην μόλυνση της ατμόσφαιρας. Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου με τις παραποιημένες τιμές ρύπων από αρκετές γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες οι κινητήρες εσωτερικής καύσης και κυρίως οι κινητήρες ντίζελ επανήλθαν στο επίκεντρο της κριτικής.
Η διευθύντρια Περιβαλλοντικής Επιδημιολογίας στο ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Ιατρικής στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Ντίσελντορφ Μπάρμπαρα Χόφμαν εξηγεί στο μικρόφωνο της DW: «Γνωρίζουμε από πλήθος έρευνες με τη συμμετοχή αρκετών χιλιάδων ατόμων ότι τα μικροσωματίδια και η αιθάλη που εκπέμπουν οι κινητήρες ντίζελ έχουν επιπτώσεις στην υγεία. Σε αυτές ανήκουν εμφράγματα, εγκεφαλικά, ασθένειες των πνευμόνων, διαβήτης και παιδικό άσθμα. Οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία έχουν αποδειχθεί. Μπορούμε μάλιστα να ισχυριστούμε με ακρίβεια ότι ανά μικρογραμμάριο ρύπων διαπιστώνεται αύξηση συγκεκριμένων ασθενειών».
Με ειδικούς καταλύτες είναι εφικτή μια μείωση των ρύπων
Αυτοκινητοβιομηχανία και ειδικοί περιβαλλοντικών ζητημάτων συμφωνούν ότι με τη βοήθεια συγκεκριμένων καταλυτών είναι εφικτή μια σημαντική μείωση των ρύπων, που εκλύονται στην ατμόσφαιρα. Σε μετρήσεις που έκανε η υπηρεσία Γερμανική Περιβαλλοντική Βοήθεια DUH με οχήματα Mercedes και Audi αποδείχθηκε ότι οι ρύποι περιορίστηκαν κάτω από το όριο που προβλέπεται για τους κινητήρες προδιαγραφών Euro 6.
Ειδικοί σε ζητήματα περιβάλλοντος, υγείας, καταναλωτών, νομικοί, αλλά και όλο περισσότεροι πολιτικοί ζητούν μια «αναβάθμιση» των οχημάτων ντίζελ από τις αυτοκινητοβιομηχανίες καθιστώντας παράλληλα σαφές ότι οι κατασκευαστές οχημάτων θα πρέπει να αναλάβουν το συνολικό κόστος για να αποδείξουν ότι σέβονται το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών σε καθαρό αέρα.
Από την πλευρά της πάντως η γερμανίδα καθηγήτρια Μπάρμπαρα Χόφμαν επικρίνει την απουσία μιας δημόσιας συζήτησης για τις κοινωνικές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τους κινητήρες ντίζελ: «Αν υπολογιστεί το συνολικό κόστος από τους πρόωρους θανάτους και τις ασθένειες που προκαλούν οι ρύποι των κινητήρων τότε συνειδητοποιεί κανείς εύκολα πόσο μεγάλο είναι το βάρος που επωμίζεται τόσο η κοινωνία, όσο και η οικονομία. Ίσως τότε να καταλάβουμε ότι είναι συμφέρουσα μια επένδυση στην βελτίωση της ποιότητας του αέρα”.