Ο 54χρονος επιχειρηµατίας Μιχάλης Λεµπιδάκης, βρίσκεται στα χέρια απαγωγέων εδώ και 52 ηµέρες. Κυβέρνηση, Τράπεζα της Ελλάδος και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καλούνται να συγκεντρώσουν το ποσό-µαµούθ των 50 εκατ. ευρώ που έχουν απαιτήσει οι άγνωστοι δράστες ως λύτρα ομως ακόµη δεν έχει φέρει αποτέλεσµα.
Οι απαγωγείς, οι οποίοι έχουν αναβαθµίσει επιχειρησιακά τη δράση τους έχοντας λάβει µαθήµατα από τα λάθη που έκαναν άλλοι «συνάδελφοί τους» στο παρελθόν, έχουν θέσει συγκεκριµένους όρους ακόµη και για τα χαρτονοµίσµατα που θα δοθούν ως λύτρα. Ζητούν τα 50 εκατοµµύρια να δοθούν σε µικρής αξίας χαρτονοµίσµατα, χρησιµοποιηµένα και όχι της ίδιας σειράς. Προσπαθούν µε τον τρόπο αυτό να ελαχιστοποιήσουν την πιθανότητα να καταγραφούν τα χρήµατα και να προδοθούν στη συνέχεια από τα ίχνη των χαρτονοµισµάτων, όπως έγινε στο παρελθόν. Για παράδειγµα, το ξήλωµα της συµµορίας Παλαιοκώστα που είχε απαγάγει τον βιοµήχανο Γιώργο Μυλωνά ξεκίνησε από την Κρήτη, όταν εντοπίστηκαν χαρτονοµίσµατα των 100 ευρώ, τα οποία ξόδευε αφειδώς ένας από τους συνεργούς, σερβιτόρος στο επάγγελµα, ο οποίος ξαφνικά, από το πουθενά, αγόρασε τοις µετρητοίς ένα πολυτελές τζιπ.
Η οικογένεια του Μιχάλη Λεµπιδάκη δεν θα µπορούσε ποτέ να φανταστεί τι συνέπειες θα είχε στη ζωή της η επιβολή των capital controls το καλοκαίρι του 2015. Οι ιδιοκτήτες της εταιρείας Πλαστικά Κρήτης, αυτοδηµιούργητοι επιχειρηµατίες χάρη στην ικανότητα του πατριάρχη της οικογένειας, ιδρυτή της Παγκρήτιας Τράπεζας, Γιάννη Λεµπιδάκη, να βλέπει µακριά όταν οι Κρητικοί ασχολούνταν µε την αγροτική παραγωγή σε θερµοκήπια, εκείνος διείδε τα υλικά για τα θερµοκήπια, αναγνώριζαν έως και το µεσηµέρι της Πέµπτης 30 Μαρτίου του τρέχοντος µόνο τις δυσκολίες που απέρρεαν από τους περιορισµούς στην κίνηση κεφαλαίων για τις εµπορικές τους συναλλαγές σε όλο τον κόσµο. Τώρα πλέον από αυτούς τους περιορισµούς εξαρτάται και η ζωή του πρωτότοκου γιου του Γιάννη Λεµπιδάκη, του 54χρονου Μιχάλη.
Η κρητική οικογένεια Λεµπιδάκη, µε ισχυρούς δεσµούς ανάµεσα στα µέλη της και µε χαµηλό κοινωνικό προφίλ, όλο αυτό το διάστηµα είναι ουσιαστικά αποµονωµένη. Ανθρωποι από το ευρύτερο κοινωνικό της περιβάλλον λένε ότι όλα τα µέλη της βρίσκονται πλέον στα όρια της ανθρώπινης ψυχικής αντοχής, καθώς προσπαθούν να αντέξουν ένα θρίλερ που εξελίσσεται σε δύο επίπεδα: το πρώτο αφορά την κράτηση του αγαπηµένου τους ανθρώπου υπό άγνωστες συνθήκες και µε την απειλή για τη ζωή του να είναι υπαρκτή κάθε λεπτό που περνά. Το δεύτερο, την προσπάθεια να ξεπεραστούν τα εµπόδια και να καταφέρουν να συγκεντρώσουν τα χρήµατα. Τα capital controls δεν έχουν προβλέψει εξαιρέσεις για περιπτώσεις που από τα χρήµατα εξαρτάται κυριολεκτικά, άµεσα και καταλυτικά µια ζωή. Για τον λόγο αυτό ζητήθηκε η παρέµβαση αρχικά της Τραπέζης της Ελλάδος και ακολούθως της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να γίνει «bypass» στους περιορισµούς της κίνησης κεφαλαίων. Μια σειρά από γραφειοκρατικά εµπόδια έχει οδηγήσει σε απίστευτη αλληλογραφία και ατελείωτες συνεννοήσεις µεταξύ των εµπλεκοµένων, αλλά ακόµη δεν έχει καταλήξει στο επιθυµητό αποτέλεσµα, να δοθεί δηλαδή το πράσινο φως για να εκταµιευθεί το ποσό των λύτρων, και µάλιστα σύµφωνα µε τους όρους που θέτουν οι δράστες.
Οι απαγωγείς, όπως έχει αποκαλύψει το «ΘΕΜΑ», απαίτησαν αρχικά το ιλιγγιώδες ποσό των 100 εκατ. ευρώ, για να συµβιβαστούν τελικά στα 50 εκατ., ποσό που η οικογένεια εκτίµησε ότι θα κατάφερνε να συγκεντρώσει µε κάθε τρόπο
Οι απαιτήσεις των απαγωγέων
Οι απαγωγείς, όπως έχει αποκαλύψει το «ΘΕΜΑ», απαίτησαν αρχικά το ιλιγγιώδες ποσό των 100 εκατ. ευρώ, για να συµβιβαστούν τελικά στα 50 εκατ., ποσό που η οικογένεια εκτίµησε ότι θα κατάφερνε να συγκεντρώσει µε κάθε τρόπο. Ωστόσο, δεν µπορεί να γίνει ανάληψη τέτοιων ποσών από λογαριασµούς, ούτε να ικανοποιηθούν οι όροι που θέτουν οι απαγωγείς για τα χαρτονοµίσµατα αυτά καθαυτά. Από την πρώτη στιγµή που έγινε γνωστή η απαγωγή του 54χρονου διευθύνοντος συµβούλου της εισηγµένης στο Χρηµατιστήριο εταιρείας Πλαστικά Κρήτης σήµανε γενικός συναγερµός. Το στίγµα της κινητοποίησης είχε δώσει ουσιαστικά από την εποµένη της απαγωγής ο γενικός γραµµατέας ∆ηµόσιας Τάξης ∆ηµήτρης Αναγνωστάκης, ο οποίος επισκεπτόµενος τότε το Ηράκλειο είχε δηλώσει ότι καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για να έχει αίσια έκβαση η υπόθεση.
Οι δράστες απέφυγαν την επικοινωνία µετην οικογένεια µε τρόπους που σε άλλες υποθέσεις «συναδέλφων» τους στο παρελθόν είχαν αφήσει ίχνη τους ή, πολύ περισσότερο, είχαν οδηγήσει στους ίδιους. Για παράδειγµα στην περίπτωση του επιχειρηµατία Γιάννη Ζώνα, που είχε µείνει όµηρος στα χέρια των απαγωγέων του επί δύο µήνες (έως τώρα πρόκειται για την απαγωγή που έχει τραβήξει χρονικά περισσότερο από οποια- δήποτε άλλη), οι δράστες είχαν επικοινωνήσει πολλές φορές από τα ίδια καρτοκινητά τηλέφωνα µε τον πατέρα του θύµατος, από τον οποίο απαιτούσαν αρχικά 1 δισ. δραχµές, για να πάρουν τελικά το ένα τρίτο του ποσού σε δολάρια. Τότε τα καρτοκινητά δεν δηλώνονταν ακόµη στο όνοµα των χρηστών τους, ήταν ανώνυµα, αλλά το στίγµα τους οδήγησε στους δράστες της απαγωγής. Ο Παλαιοκώστας, πάλι, στην απαγωγή Μυλωνά είχε επιλέξει να αφήσει σηµείωµα µε τις απαιτήσεις του µέσα στο αυτοκίνητο του βιοµηχάνου το οποίο είχαν εγκαταλείψει ο ίδιος και οι συνεργοί του αµέσως µετά την αρπαγή του επι- χειρηµατία στο Πανόραµα Θεσσαλονίκης. Στην περίπτωση Λεµπιδάκη οι απαγωγείς επέλεξαν την ασφαλέστερη για εκείνους επικοινωνία µέσω µηνυµάτων. Οι δράστες µάλιστα, τόσο µε τις απαιτήσεις τους που κατανοούν και οι ίδιοι ότι δεν είναι εύκολο να ικανοποιηθούν από τη µια στιγµή στην άλλη όσο και µε τις αραιές επικοινωνίες, έδειξαν ότι ήταν προετοιµασµένοι για µια µακράς διάρκειας κράτηση του 54χρονου χηµικού µηχανικού και επιχειρηµατία.
Η διακριτική στάση της Αστυνοµίας
Τον πρώτο λόγο στην υπόθεση, όπως συµβαίνει σε κάθε υπόθεση απαγωγής, έχει η οικογένεια του θύµατος. Ο ρόλος της Αστυνοµίας καθ’ όλο το διάστηµα όπου το θύµα βρίσκεται στα χέρια των απαγωγέων είναι να παρακολουθεί διακριτικά, να συγκεντρώνει στοιχεία και να χαρτογραφεί – ουσιαστικά όµως αυτός ο χρόνος είναι παγωµένος.
Από τις πρώτες κιόλας ώρες που έγινε γνωστή η απαγωγή του Μιχάλη Λεµπιδάκη κλιµάκιο έµπειρων αξιωµατικών βρέθηκε στην Κρήτη, µε την υπόθεση να παρακολουθείται στο υψηλότερο επίπεδο από την Αστυνοµία. Αυτό που γίνεται έως τώρα είναι χαρτογράφηση της απαγωγής και καταγραφή κάθε παραµικρής λεπτοµέρειας που θα φανεί ίσως χρήσιµη όταν ο χρόνος αρχίσει και πάλι να κυλάει: όταν δηλαδή θα επιστρέψει ο Μιχάλης Λεµπιδάκης στην οικογένεια και το σπίτι του. Για την Αστυνοµία θεωρείται σχεδόν δεδοµένο ότι το θύµα κρατείται κάπου στην Κρήτη και όχι απαραίτητα σε αποµονωµένη και ορεινή περιοχή. Την ίδια ώρα ξεσκονίζονται όλοι οι φάκελοι προηγούµενων υποθέσεων για τον εντοπισµό κοινών στοιχεί- ων στο modus operandi αυτής της απαγωγής, σε συνδυασµό µε πρόσωπα που έχουν απασχολήσει στο παρελθόν και πλέον βρίσκονται εκτός φυλακής (αν και για τη συµµετοχή και τον σχεδιασµό µιας τέτοιας επιχείρησης οι ιθύνοντες νόες δεν είναι απαραίτητο να είναι έγκλειστοι).
Με δεδοµένη την πείρα του παρελθόντος, στα σενάρια για την επόµενη µέρα της απαγωγής δεν αποκλείεται η συνεργασία µεταξύ ποινικών και αντεξουσιαστών κάτι που είχε γίνει τόσο στην απαγωγή Μυλωνά µε αρχηγό τον Παλαιοκώστα και περιφερειακούς συνεργούς που ήταν γνωστοί από τη δράση τους στον αντεξουσιαστικό χώρο όσο και στην απόπειρα απαγωγής του εφοπλιστή Κίκου Μαρτίνου. Μάλιστα, υπάρχει η άποψη σε αξιωµατικούς της ΕΛ.ΑΣ. ότι ο βασικός πυρήνας των δραστών της απαγωγής είναι παλιοί γνώριµοι των Αρχών. Στηρίζουν δε αυτή την πεποίθηση σε δύο στοιχεία: το πρώτο σχετίζεται µε ότι δεν µπορεί ξαφνικά κάποιος χωρίς αντίστοιχη εµπειρία ή ποινικό παρελθόν να σχεδιάζει µια τέτοια άρτια στη λεπτοµέρειά της επιχείρηση και το δεύτερο µε ότι οι δράστες της απαγωγής έχουν µελετήσει καλά τα λάθη που έγιναν σε προηγούµενες υποθέσεις.
Υπενθυµίζεται ότι το βροχερό µεσηµέρι της Πέµπτης 30 Μαρτίου ο Μιχάλης Λεµπιδάκης, που µόλις είχε επιστρέψει από ταξίδι, οδηγούσε µόνος το αυτοκίνητό του από το Ηράκλειο προς τον οικισµό των Καλεσσών, όπου βρίσκεται το σπίτι της οικογένειας. Στις στροφές του δρόµου, κοντά στο Πανεπιστηµιακό Νοσοκοµείο Ηρακλείου, οι δράστες είχαν στήσει ενέδρα.
Σκηνοθέτησαν τροχαίο, µε αποτέλεσµα ο επιχειρηµατίας να βγει από το αυτοκίνητό του και εκείνοι να τον αρπάξουν. Μάλιστα έβαλαν φωτιά στα δύο κλεµµένα αυτοκίνητα που χρησι-
µοποίησαν στο πρώτο µέρος της επιχείρησης και λίγο µακρύτερα εγκατέλειψαν και το αυτοκίνητο του θύµατος, αφήνοντας σε αυτό και το κινητό του τηλέφωνο. Οταν κλήθηκε η Πυροσβεστική για να σβήσει τη φωτιά, εντοπίστηκε το αυτοκίνητο του Μιχάλη Λεµπιδάκη, και ο συναγερµός είχε ήδη σηµάνει.