ΔΝΤ και Σόιμπλε έχουν ανοίξει την φαρέτρα με τα βέλη και εμμένουν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, στις πιέσεις τους για το θέμα του χρέους.
Με τις προειδοποιήσεις προς την Ελλάδα για ώθηση των μεταρρυθμίσεων να κορυφώνονται, συνεχίζονται οι επαφές των κυβερνητικών στελεχών εν όψει της δεύτερης αξιολόγησης, ενώ ο πρωθυπουργός έστειλε αυστηρό μήνυμα στους υπουργούς του.
«Τρέξτε γρήγορα τη δεύτερη αξιολόγηση. Να κλείσει εάν είναι δυνατόν ακόμα και στα τέλη του Νοέμβρη. Δεν θα χρεωθεί στην Ελλάδα τυχόν καθυστέρηση. Εάν κάποιοι θελήσουν να κάνουν παιχνίδια με το χρέος, θα αναλάβουν και τις ευθύνες τους» φέρεται να δήλωσε ο πρωθυπουργός.
Οι αλλαγές στα εργασιακά, οι αποκρατικοποιήσεις, η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος αλλά και η ολοκλήρωση του Μεσοπρόθεσμου προγράμματος είναι οι βάσεις πάνω στις οποίες θα κινηθούν οι δράσεις που καλείται να πραγματοποιήσει η Αθήνα, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης.
Η πρώτη φάση της αξιολόγησης ξεκινά την ερχόμενη εβδομάδα, με την άφιξη των εκπροσώπων των δανειστών στην Αθήνα, στις 18 του μήνα. Οι συζητήσεις θα διαρκέσουν μέχρι τις 7 Νοεμβρίου, οπότε και θα συνεδριάσει το Eurogroup.
Στόχος της Αθήνας είναι στο διάστημα αυτών των εβδομάδων να κλείσουν τα μέτωπα της αξιολόγησης και αν επιτευχθεί ο σκοπός να διαμορφωθεί το πλαίσιο των μέτρων για το χρέος και να καθοριστεί ο ρόλος του Ταμείου. Ιδανικά όλα τα παραπάνω θα πρέπει να έχουν κλείσει μέχρι την τελευταία για το 2016 προγραμματισμένη συνεδρίαση του Eurogroup, στις 5 Δεκεμβρίου.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σύμφωνα με γερμανικά δημοσιεύματα, επανήλθε πάντως με αυστηρή κρητική προς το ΔΝΤ προς τον αντιπρόεδρό του, λέγοντας ότι ο κ. Λίπτον δεν γνωρίζει το θέμα.
«Έχει την εντύπωση ότι ο κ. Λίπτον δεν γνωρίζει τη συμφωνία του Μαΐου μεταξύ του Eurogroup και του ΔΝΤ, πράγμα που δεν είναι «τρομερό», αφού ο κ. Λίπτον δεν είναι αρμόδιος για την Ελλάδα. Γι’ αυτό ακριβώς και δεν κατανοεί γιατί ο αναπληρωτής διευθυντής εκφέρει καν απόψεις για την Ελλάδα» τονίζει για τον Σόιμπλε η FAZ.
Από την άλλη πλευρά, έγκυρα ξένα έντυπα, θεωρούν ότι το ΔΝΤ πρέπει να παραμείνει στο πρόγραμμα, την ώρα που ο γερμανός υπουργός Οικονομικών εμφανίστηκε βέβαιος ότι το ΔΝΤ θα δώσει την πρώτη δόση στην Ελλάδα πριν το τέλος του έτους.
«Το ΔΝΤ ήταν ένα από τα πιο εποικοδομητικά μέρη. Αναγνώρισε τα αρχικά λάθη που αυτό και οι υπόλοιποι δανειστές έκαναν. Είχε δίκιο που το έπραξε και έχει δίκιο για την ελάφρυνση χρέους. Το να εκδιωχθεί τώρα ο αγγελιοφόρος επειδή δεν αρέσει το μήνυμα στο Eurogroup, δεν είναι μια λογική πορεία» γράφουν οι Financial Times.
Υπέρ της συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα τάχθηκε και το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μπενουά Κερέ.«Προσβλέπουμε σε μία λύση η οποία θα καθησυχάσει τις αγορές, θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη δυναμική του δημόσιου χρέους, θα επιτρέψει την πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και θα αποκαταστήσει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος τον Ιούλιο του 2018, χωρίς να υπονομεύσει τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια», σημείωσε ο Κερέ.
Ο ίδιος μαζί με τον Πολ Τόμσεν από το ΔΝΤ, τον Μάρκο Μπούτι από την Κομισιόν και τον Κλάους Ρέγκλινγκ από τον ESM μετείχαν σε μυστική συνάντηση, κάτω από τη «μύτη» όλων, στο περιθώριο της Ετήσιας Συνόδου του ΔΝΤ. Στο τραπέζι των συζητήσεών τους βρέθηκαν το χρέος, η δεύτερη αξιολόγηση, ο ρόλος του ΔΝΤ στο τρίτο πρόγραμμα και όλα τα πιθανά σενάρια για την Ελλάδα.
Πάντως, στο πλευρό της Ελλάδας τάχθηκε ο αντιπρόεδρος της ΕΕ, Βάλντις Ντομπρόβσκις, ο οποίος δήλωσε ότι από τη χώρα μας υπάρχουν καλές ειδήσεις. «Στο δεύτερο τετράμηνο του τρέχοντος έτους άρχισε να αναπτύσσεται και πάλι. Αυτό θα μπορούσε να συνεχιστεί και το επόμενο έτος, εάν συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις», δήλωσε ο ίδιος.
Πάντως οι Οίκοι αξιολόγησης ξαναχτυπούν, αφού βλέπουν ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα καθυστερήσει να κλείσει. Χαρακτηριστικά, ο Οίκος Fitch αναφέρει ότι η κυβέρνηση διαθέτει αρκετά «μαξιλάρια» ρευστότητας ώστε να καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες έως το β’ τρίμηνο του 2017 και ως εκ τούτου μπορεί οι διαπραγματεύσεις για τη β’ αξιολόγηση να μην ολοκληρωθούν έως το τέλος του τρέχοντος έτους.