Μπορεί το ζήτημα της αλλαγής των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος να έχει αναδειχθεί ως η αιτία των συνεχόμενων παρατάσεων στην κατάθεση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, αλλά αυτό δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», η τρόικα θεωρεί ότι με τις ελληνικές προτάσεις η δράση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ), που συμπεριλαμβάνεται στο Μεσοπρόθεσμο, δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί για το 2017, κυρίως, αλλά και για τα επόμενα χρόνια. Και στο πλαίσιο αυτό προκύπτει μια «τρύπα» στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους που μπορεί να φθάσει έως και τα 900 εκατ. ευρώ.
Όπως αναφέρουν στελέχη με γνώση των συζητήσεων που έχουν γίνει τον τελευταίο μήνα μεταξύ οικονομικού επιτελείου και δανειστών, η ελληνική πλευρά έχει ξεκαθαρίσει ότι το ΚΕΑ θα περιλαμβάνεται στο επικαιροποιημένο Μεσοπρόθεσμο, καθώς αποτελεί κυβερνητική πολιτική στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της κρίσης. Επισημαίνουν δε ότι το υπουργείο Οικονομικών έχει προσδιορίσει ως πηγές χρηματοδότησης του ΚΕΑ τις εξής:
1. Περικοπή δαπανών του υπουργείου Εθνικής Αμυνας κατά 250 εκατ. ευρώ.
2. Εξοικονόμηση δαπανών από τη δράση της επισκόπησης δαπανών (spending review) σε όλο τον δημόσιο τομέα. Πρόκειται για μια δράση που θα ξεκινήσει πιλοτικά από τον Σεπτέμβριο στα υπουργεία Οικονομικών, Οικονομίας και Πολιτισμού, ενώ θα επεκταθεί στα υπόλοιπα υπουργεία και στους φορείς της γενικής κυβέρνησης εντός του 2017. Στόχος είναι να έχει ολοκληρωθεί έως και τον Ιούλιο του επόμενου έτους, ώστε τα όποια οφέλη προκύψουν να εγγραφούν στον προϋπολογισμό του 2018. Οι φορείς του Δημοσίου θα κληθούν να εντοπίσουν έως και 10% των δαπανών τους που θα μπορούσαν να μη γίνουν. Κάτι που εάν συμβεί, μπορεί να οδηγήσει σε εξοικονόμηση της τάξης των 400-500 εκατ. ευρώ.
3. Μεταφορές κονδυλίων από διάφορους κωδικούς, όπου διαπιστώνεται ότι υπάρχει η δυνατότητα και το περιθώριο για να υλοποιηθεί η κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης.
Ωστόσο, η τρόικα έχει ήδη αντιδράσει αρνητικά στο σχέδιο αυτό, αμφισβητώντας την ικανότητα χρηματοδότησης του ΚΕΑ με αυτούς τους τρόπους. Αρχικά δεν θεωρούν αξιόπιστο το μέτρο της περικοπής των δαπανών του υπουργείου Αμυνας. Η μη ανταπόκριση του συγκεκριμένου υπουργείου σε αντίστοιχες δεσμεύσεις για τα προηγούμενα έτη είναι νωπή στις μνήμες των εκπροσώπων των θεσμών και για τον λόγο αυτό δεν εμπιστεύονται το υπουργείο Αμυνας ότι θα μπορούσε να προχωρήσει στις απαραίτητες περικοπές για να εξευρεθούν πόροι για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής.
Spending review
Επιπλέον, βλέπουν με προβληματισμό το μέτρο του spending review. Οχι γιατί θεωρούν ότι δεν μπορεί να προκύψει εξοικονόμηση από τη διαδικασία της επισκόπησης των δαπανών, αλλά επειδή η όποια εξοικονόμηση θα αποτυπωθεί στον προϋπολογισμό του 2018. Κατ’ επέκταση, η χρηματοδότηση του ΚΕΑ για το 2017 δεν μπορεί να στηριχθεί στο spending review, ενώ και για το 2018 θα πρέπει να ξεκινήσει η δράση για να διαπιστωθεί εάν μπορεί η κυβέρνηση να υπολογίζει σε σημαντική εξοικονόμηση.
Με αυτά τα δεδομένα, η τρόικα ζητεί τη λήψη μέτρων άμεσης απόδοσης για τον προϋπολογισμό. Και προτείνει την περικοπή γενικότερα επιδομάτων που υπάρχουν, αλλά και φοροαπαλλαγών («κοστίζουν» στον προϋπολογισμό συνολικά περί τα 950 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο), ειδικά στον τομέα της υγείας. Στο στόχαστρο των δανειστών βρίσκονται κοινωνικά και προνοιακά επιδόματα, όπως για παράδειγμα η επιδότηση για τις καλοκαιρινές διακοπές. Το σκεπτικό πίσω από τις προτάσεις αυτές είναι ότι θα πρέπει να υπάρξει εν γένει αναδιάρθρωση του συστήματος παροχών που υπάρχουν στο Δημόσιο ανεξαρτήτως της μορφής που αυτά δίνονται (απευθείας, μέσω απαλλαγών κ.λπ.).
Η «κόντρα» αυτή για το ΚΕΑ και τον τρόπο χρηματοδότησής του αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην επίτευξη συμφωνίας για το επικαιροποιημένο Μεσοπρόθεσμο. Εμπόδιο που έρχεται να προστεθεί στο μεγάλο «αγκάθι» της μείωσης των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019 και το 2020 που επιδιώκει η Αθήνα και δεν θέλουν οι δανειστές. Το αποτέλεσμα αυτών των δύο παραγόντων είναι η δήλωση του υπουργού Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτου ότι το Μεσοπρόθεσμο θα κατατεθεί μετά τη λήξη της δεύτερης αξιολόγησης.
Πέραν αυτών, όμως, υπάρχουν και μικρότερα προβλήματα στην κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Για παράδειγμα, σύμφωνα με πληροφορίες, στο εσωτερικό της τρόικας δεν υπάρχει συμφωνία για τις μακροοικονομικές προβλέψεις.
Επίσης, οικονομικό επιτελείο και θεσμοί δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία ούτε για την αποδοτικότητα των εσόδων, καθώς όσο δεν είναι σαφές το πώς θα κινηθεί η οικονομία, δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ασφάλεια η εισπραξιμότητα των φόρων (σχέση εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ). Είναι ξεκάθαρο ότι από Σεπτέμβριο οι δύο πλευρές θα έχουν έντονες διαπραγματεύσεις για να κλείσουν όλα τα ανοιχτά ζητήματα.