Ξεκίνησε σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για τη στυγερή δολοφονία του 68χρονου ιδιοκτήτη γυμναστηρίου στην Πανόρμου, Μάκη Μαρκόπουλου, στους Αμπελόκηπους, πριν από περίπου 15 μήνες.
Στο εδώλιο κατηγορούμενος για το αποτρόπαιο έγκλημα κάθεται συνταξιούχος αστυνομικός και πολιτευτής της Χρυσής Αυγής, ο οποίος ήταν γείτονας με το θύμα και σήμερα δήλωσε ότι αρνείται τις κατηγορίες που του έχουν απαγγελθεί.
Καταθέτοντας στο δικαστήριο ο αδελφός του θύματος, Ηλίας Μαρκόπουλος, χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο «εγκληματική προσωπικότητα» που, όπως είπε, είχε προμελετήσει τη δολοφονία του αδελφού του.
Ο μάρτυρας χαρακτήρισε τον συνταξιούχο αστυνομικό «απάνθρωπο και προκλητικό χαρακτήρα που δημιουργούσε επεισόδια στη γειτονιά και ήθελε να πουλά προστασία» ενώ ανέφερε πως ο αδελφός του του είχε πει πως ο κατηγορούμενος «ζητούσε προμήθεια από τα κέρδη του γυμναστηρίου εν είδη προστασίας γιατί γνώριζε αστυνομικούς …».
Χαρακτηρίζοντας καθ’ όλη τη διάρκεια της κατάθεσής του τον κατηγορούμενο «δολοφόνο», ο μάρτυρας τόνισε ότι οι πόρτες των σπιτιών του αδελφού του και του κατηγορούμενου απείχαν μόλις πέντε μέτρα ενώ επισήμανε πως οι κάμερες που είχε τοποθετήσει ο αδελφός του στο σπίτι του ήταν απλά μια αφορμή για να δημιουργούνται εντάσεις.
Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, ο κατηγορούμενος δημιουργούσε προβλήματα στους πελάτες του γυμναστηρίου και παρενοχλούσε σεξουαλικά τις κοπέλες με αποτέλεσμα ο αδελφός του να έρχεται συχνά αντιμέτωπος μαζί του.
«Ήταν ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής…Ο δολοφόνος είναι γνωστός στους Αμπελόκηπους ότι τον εμπόδιζε το κατέστρεφε. Ένα δέντρο τον ενοχλούσε το έκοβε…Όλους τους μαγαζάτορες της περιοχής τους τρομοκρατούσε , τζάμπα έπινε καφέ» ανέφερε μεταξύ άλλων στην κατάθεσή του ο κ. Μαρκόπουλος τονίζοντας πως ο κατηγορούμενος στο παρελθόν είχε απειλήσει τον αδελφό του πως θα του κάψει το σπίτι και το αυτοκίνητο.
«Εν ψυχρώ δολοφονία»
«Τον σημάδεψε και πυροβόλησε» είπε στο δικαστήριο αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας και πελάτισσα του γυμναστηρίου που διατηρούσε το θύμα. Η μάρτυρας έκανε λόγο για «εν ψυχρώ δολοφονία» σημειώνοντας πως ο συνταξιούχος αστυνομικός ζητούσε χρήματα από το θύμα και παρενοχλούσε σεξουαλικά τις γυναίκες που επισκέπτονταν το γυμναστήριο.
Άλλη μάρτυρας ιδιοκτήτης ταβέρνας στην περιοχή, περιέγραψε στην κατάθεσή της όσα είδε αμέσως μετά τους πυροβολισμούς προς τον 68χρονο ιδιοκτήτη του γυμναστηρίου. Κατάθεσε χαρακτηριστικά η μάρτυρας: «Εκείνη την ημέρα γύρω στις 5 το απόγευμα άκουσα φωνές. Ο κατηγορούμενος είχε βγει την απογευματινή του βόλτα και τον βρήκε το θύμα άρχισαν να διαπληκτίζονται για τις κάμερες. Είδα τον κατηγορούμενο να κινείται προς την Αλεξάνδρας και το θύμα να τον ακολουθεί στα τρία μέτρα… Δεν έδωσα σημασία . Για 10 λεπτά ακολούθησε σιωπή και μετά άκουσα τρεις πυροβολισμούς. Βγήκα στην πόρτα του μαγαζιού και είδα το θύμα πεσμένο κάτω, ξεψυχούσε . Ο κατηγορούμενος κρατούσε όπλο. Έτρεξα προς το θύμα και μέχρι να καταλάβω τι έγινε ο κατηγορούμενος είχε φύγει. Του είπα: «τι κάνεις εκεί, είσαι τρελός;» Ήταν ήρεμος, αμίλητος , δεν μου απάντησε».
Η ίδια ανέφερε μάλιστα στο δικαστήριο πως ο κατηγορούμενος την είχε παρενοχλήσει ενώ όπως επισήμανε της είχε δείξει και όπλο «σε μια επίδειξη δύναμης».
Πελάτης του γυμναστηρίου επισήμανε εκείνη πως ο κατηγορούμενος «πείραζε τα κορίτσια είτε με λόγια, είτε με τα χέρια» και περιγράφοντας τη σκηνή του εγκλήματος κατέθεσε: «Το θύμα ήταν έξω από το γυμναστήριο και ο κατηγορούμενος έξω από το σπίτι του. Τον είδα θυμωμένο και κοιτούσε το θύμα με μίσος. Είδα ότι έβγαλε από την τσέπη του ένα όπλο. Το κρατούσε με το αριστερό χέρι. Το θύμα μου είπε «πήγαινε μέσα γιατί κρατάει όπλο». Μετά άκουσα τρεις πυροβολισμούς, βγήκα έξω και είδα το Μάκη μέσα στα αίματα».
«Με παρενοχλούσε σεξουαλικά»
Για σεξουαλική παρενόχλησή της από τον κατηγορούμενο έκανε, όμως, λόγο στο δικαστήριο και μια ακόμη μάρτυρας, πελάτισσα του γυμναστηρίου. «Δεν είχα καμία επαφή μαζί του γιατί με παρενοχλούσε σεξουαλικά. Ήταν ερειστικός εγώ δεν ήθελα επαφή μαζί του. Τον φοβόμουν. Είχα καταλάβει ότι ήταν ο φόβος και ο τρόμος…» είπε μεταξύ άλλων στην κατάθεσή της η μάρτυρας και περιγράφοντας τη σκηνή του είπε:
«Δεν πιάστηκαν (σ.σ. ο κατηγορούμενος και το θύμα) στα χέρια. Τον σημάδεψε και του έριξε κανονικότατα. Ήταν ευθεία βολή. Ο Μάκης γονάτισε, έπεσε κάτω και μετά μπρούμυτα. Ενώ υπήρχε μια απόσταση μεταξύ τους 3-4 μέτρα πήγε από πάνω του τον κοίταξε και είδα ένα βλέμμα ικανοποίησης. Και μετά γύρισε και έφυγε σα να μη συνέβη τίποτα».
Τέλος, μια εντελώς διαφορετική εκδοχή για τη σχέση μεταξύ κατηγορούμενου και θύματος έδωσε καταθέτοντας στο δικαστήριο ένας από τους γείτονες των δυο ανδρών. Όπως είπε, το θύμα «είχε κάνει μαρτύριο τη ζωή» του κατηγορούμενου καθώς τον έβριζε αισχρά. «Αν ο Μάκης εκείνο το απόγευμα δεν ακολουθούσε τον κατηγορούμενο δεν θα γινόταν τίποτα», είπε ο μάρτυρας ο οποίος ισχυρίστηκε πως το θύμα ακολούθησε τον κατηγορούμενο κρατώντας ένα ξύλο.
Πηγή: Protothema.gr