Το ελαιόλαδο είναι μια κλασική υπερτροφή πλούσια σε ωφέλιμες αντιοξειδωτικές ουσίες και καλά λιπαρά. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της μεσογειακής διατροφής και θα μπορούσαμε εύκολα να το χαρακτηρίσουμε «δώρο» της φύσης.
Πέρα από την ήδη γνωστή προληπτική του δράση απέναντι στην καρδιοπάθεια, ο «υγρός χρυσός» φαίνεται πως παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξη του καρκίνου στον εγκέφαλο.
Σύμφωνα με νέα μελέτη ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου στη Σκωτία, το ελαϊκό οξύ, το βασικό συστατικό του ελαιόλαδου, δρα προληπτικά ενάντια στον καρκίνο του εγκεφάλου.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of Molecular Biology, υποδεικνύει ότι το ελαϊκό οξύ αποτρέπει την πρωτεΐνη MSI2 των κυττάρων να μπλοκάρει την παραγωγή του miR-7 (microRNA-7), ενός μορίου που βρίσκεται στον εγκεφαλικό ιστό και εμποδίζει την ανάπτυξη καρκινογόνων πρωτεϊνών. Σύμφωνα με παλαιότερες μελέτες, το miR-7 μπορεί να εμποδίσει σε σημαντικό βαθμό την ανάπτυξη του πιο γρήγορα εξελισσόμενου και πιο θανατηφόρου καρκίνου του εγκεφάλου, που ονομάζεται γλοιοβλάστωμα. Υπάρχει επίσης μια θεωρία ότι το ελαϊκό οξύ προωθεί την παραγωγή του miR-7, οδηγώντας έναν υπάρχοντα καρκινικό όγκο σε συρρίκνωση.
Παράλληλα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ελευρωπαΐνη, μια φαινολική ένωση του ελαιόλαδου, αποτρέπει τα καρκινικά κύτταρα να αποσπαστούν από το γλοιοβλάστωμα, εμποδίζοντας έτσι τις μεταστάσεις.
«Αν και ακόμη δεν είμαστε σε θέση να πούμε ότι το ελαιόλαδο στη διατροφή μπορεί να αποτρέψει τον καρκίνο στον εγκέφαλο, τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι το ελαϊκό οξύ υποστηρίζει την παραγωγή μορίων που καταστέλλουν τον καρκίνο, όπως έδειξαν δοκιμές σε κύτταρα στο εργαστήριο» αναφέρει ο βασικός συντάκτης της μελέτης, Δρ Gracjan Michlewski.
Τα πολλά υποσχόμενα ευρήματα των ερευνητών έρχονται να συμπληρώσουν τα ήδη υπάρχοντα για τα οφέλη του ελαιόλαδου στην εγκεφαλική λειτουργία. Μελέτη του 2015 στην επιθεώρηση JAMA Internal Medicine έδειξε ότι μια διατροφή πλούσια σε ελαιόλαδο βοηθά να διατηρηθεί η νοητική οξύτητα και η μνήμη ακόμη και μετά την ηλικία των 70 ετών.
Πηγή: onmed.gr