«Η οποιαδήποτε, καλοπροαίρετη ή μη, αναφορά σε υποχρεώσεις παροχής, πέραν των εισφορών της ασφάλισης (π.χ. φόρος εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, εισφορά αλληλεγγύης, τέλος επιτηδεύματος, κ.λπ.), η οποία και αυξάνει τις τελικές υποχρεώσεις των ασφαλισμένων πολιτών απέναντι στο κράτος, βρίσκονται έξω από το πεδίο της ασφάλισης και δεν αφορούν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις των ασφαλισμένων προς τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ)».
Αυτό διευκρινίζει, μεταξύ άλλων, ο ΕΦΚΑ σε ανακοίνωσή του, στην οποία επισημαίνει ότι «ο νέος ασφαλιστικός νόμος (άρθρο 39, παρ. 9, Νόμος 4387/2016) διακρίνει στην ουσία τρεις περιπτώσεις εργαζομένων που έχουν εφοδιασθεί, εκδίδουν και χρησιμοποιούν για την εργασία που προσφέρουν δελτία παροχής υπηρεσιών – “μπλοκάκια”:
α) Σε εργαζόμενους με ΔΠΥ (μπλοκ) σε δύο το πολύ εργοδότες.
β) Σε εργαζόμενους με πάνω από δύο εργοδότες.
γ) Σε μισθωτούς που έχουν παράλληλα με την πραγματική μισθωτή εργασία και ΔΠΥ (μπλοκ).
– Στην πρώτη περίπτωση που είναι και η συντριπτικά μεγαλύτερη, αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα και δόθηκε η δυνατότητα στον εργαζόμενο να προσφέρει πραγματικά μισθωτή και εξαρτημένη απασχόληση με ΔΠΥ – μπλοκ, με αντίστοιχη υποχρέωση του εργοδότη να προστατέψει την δουλειά, το μισθό και την ασφάλισή του.
Είναι, βεβαίως, αυτονόητο ότι δεν μπορούσε να επιβάλει στον εργαζόμενο την υποχρέωση να ασκήσει αυτό το δικαίωμα, όπως, άλλωστε, συμβαίνει για κάθε δικαίωμα, αλλά του έδωσε τη δυνατότητα, εφ όσον θέλει και εκτιμάει ότι μπορεί και τον συμφέρει, να κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος και της προστατευομένης διαδικασίας για την άσκησή του.
Αυτή η προστασία, σημαίνει την γνωστοποίηση της πραγματικής εργασιακής και ασφαλιστικής του κατάστασης, με σκοπό να ενεργοποιηθούν τα ίδια στο πλαίσιο της σχετικής αρμοδιότητάς τους, έτσι ώστε να προχωρήσουν στην ασφαλιστική τους τακτοποίηση ως μισθωτών (εισφορά εργαζόμενου 6,67%, εργοδότη 13,33%).
Αυτή, άλλωστε, ήταν η διαδικασία, μέχρι σήμερα, ακόμα και για την επίσημα αναγνωρισμένη εξαρτημένη σχέση εργασίας από τους εργοδότες, αν αυτή δεν ανταποκρινόταν στις ασφαλιστικές της υποχρεώσεις απέναντι στον εργαζόμενο και ο ίδιος επέλεγε ή αναγκαζόταν να προσφύγει στα αρμόδια ασφαλιστικά όργανα και δικαστήρια (ασφαλιστικός φορέας, τοπική διοικητική επιτροπή, διοικητικά δικαστήρια).
– Στην δεύτερη περίπτωση, ο εργαζόμενος που προσφέρει υπηρεσίες σε περισσότερους από δύο εργοδότες, στους οποίους και εκδίδει ΔΠΥ – μπλοκ, την βάση υπολογισμού των εισφορών του θα αποτελεί το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα (έσοδα – έξοδα) του προηγούμενου έτους, όπως αυτό θα προκύπτει από τα δελτία που θα εκδίδει και θα παρέχει.
Αυτό προκύπτει αβίαστα και καλοπροαίρετα από τη ρύθμιση του νόμου για τον υπολογισμό των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών με βάση το εισόδημα τους και όχι με τις ασφαλιστικές κλάσεις που προέβλεπε το τότε ασφαλιστικό καθεστώς. Η όποια διαφωνία εγείρεται εν προκειμένω, δεν αφορά στον τρόπο υπολογισμού από πλευράς ΕΦΚΑ, αλλά στο κριτήριο που έχει επιλεχθεί νομοθετικά για τις ασφαλιστικές καταβολές αυτού του είδους αυτής της κατηγορίας των ασφαλισμένων, δηλαδή των ελευθέρων επαγγελματιών.
– Στην τρίτη περίπτωση, αυτή δηλαδή των μισθωτών που έχουν και εκδίδουν δελτία παροχής υπηρεσιών – μπλοκ, η βάση υπολογισμού των εισφορών τους για την παροχή υπηρεσιών, πέραν της μισθωτής εργασίας, θα είναι το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα – έσοδα, που θα έχουν από την προσφορά των υπηρεσιών τους, εκτός των μισθωτών υπηρεσιών.
Το γεγονός βέβαια, ότι με το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς και για τους μετά το 1992 ασφαλισμένους, αυτού του είδους η παροχή των υπηρεσιών δεν υποχρέωνε σε υπολογισμό και καταβολή εισφορών, δεν σημαίνει ότι υπάρχει είτε πρόσθετη επιβάρυνση είτε άδικη μεταχείριση είτε εσφαλμένη και ανισότιμη εφαρμογή του Νόμου γι αυτούς.
Αντίθετα, πρόκειται για την εφαρμογή της βασικής επιλογής του νόμου για την υποχρέωση καταβολής εισφορών για κάθε είδους επαγγελματική δραστηριότητα με βάση το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα από αυτήν (έσοδα – έξοδα), πέραν της μισθωτής απασχόλησης, για την οποία και εξακολουθεί να υφίσταται ο υπολογισμός και η καταβολή εισφορών με το καθεστώς των μισθωτών» σημειώνει ο ΕΦΚΑ.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, «ο νέος ασφαλιστικός νόμος ήρθε να δώσει και ο ΕΦΚΑ καλείται να εφαρμόσει σ αυτούς για τους οποίους προκύπτει ότι εργάζονται σε καθεστώς και συνθήκες εξαρτημένης σχέσης εργασίας, τον πραγματικά εργαζόμενο μισθωτό δηλαδή, την δυνατότητα να ασφαλίζεται, όπως όλοι οι άλλοι μισθωτοί. Δεν ήρθε, με άλλα λόγια και δεν θα μπορούσε να επιλύσει το εργασιακό πρόβλημα, αλλά σκόπευσε να δώσει “ασφάλιση και ασφάλεια” ισότιμα και δίκαια στους εργαζόμενους αυτής της κατηγορίας. Από αυτήν την σκοπιά, όχι μόνο δεν αφαίρεσε τίποτα από αυτό που ίσχυε, μέχρι σήμερα και δεν αδίκησε σε ό,τι έπρεπε να ισχύει, αλλά, απεναντίας, αναγνώρισε, πρόσθεσε και αποκατέστησε έτσι ασφαλιστικά, όσους πραγματικά υπάγονταν σε αυτήν».
Πηγή: ΑΠΕ