Του Κώστα Μπαγινέτα / Προοπτικές της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής μετά το 2027

Lamianow.gr
By Lamianow.gr Tags: Add a Comment

Εισαγωγή

-Advertisement-

Ο τομέας της Γεωργίας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο αποδεικνύεται στρατηγικής σημασίας για την Κοινότητα παρά το μικρό του μέγεθος αν αναλογιστεί κανείς ότι το 1% της οικονομίας διαχειρίζεται το 50% της γης και παρέχει το 99% των τροφίμων που καταναλώνονται στην ΕΕ. Παρόλα αυτά το ραγδαία μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον επηρεάζει τη ζήτηση (πληθωρισμός τροφίμων), την προσφορά (κόστος ενέργειας και εισροών) και το εμπόριο γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (γεωστρατηγικές εντάσεις), μεταβάλλοντας τις θεμελιώδεις παραδοχές που διέπουν τόσο τις Ευρωπαϊκές πολιτικές όσο και τις αντίστοιχες στρατηγικές της. Έχει καταστεί σαφές πλέον ότι οι πολιτικές της ΕΕ πρέπει να συνεισφέρουν στην επισιτιστική ασφάλεια επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα και το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.

Επισιτιστική Ασφάλεια: Η διατροφική αλυσίδα της ΕΕ είναι αναμφισβήτητα η πιο απαιτητική παγκοσμίως (ασφάλεια και ποιότητα τροφίμων) εξαιρετικά εξελιγμένη (αξιοποίηση τεχνολογίας), θέτοντας πρότυπα, ενώ παρουσιάζει και έναν ικανοποιητικό ανταγωνιστικό προφίλ (εμπορικό ισοζύγιο αγροδιατροφικών προϊόντων της ΕΕ) με ισχυρό πλεόνασμα που βασίζεται σε προϊόντα προστιθέμενης αξίας, παρά το γεγονός ότι είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εισαγωγέας τροφίμων.

- Advertisement -

Κλιματική Αλλαγή: Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του τομέα υστερεί σε σχέση με τις προσδοκίες, παρόλα αυτά αναγνωρίζεται η σημαντική πρόοδος, καθώς η γεωργία της ΕΕ παρουσιάζεται ως η μόνη μεγάλη γεωργία παγκοσμίως που έχει καταφέρει να παράγει «περισσότερα με λιγότερα». Στην Κίνα, την Ινδία, τη Βραζιλία, τις ΗΠΑ και την ΕΕ, η γεωργική παραγωγή έχει αυξηθεί τόσο σε όγκο όσο και σε αξία, με μόνο τις εκπομπές της ΕΕ να έχουν μειωθεί, κατά 24% από το 1990.

Κεντρική Ευρωπαϊκή Πολιτική

Η κεντρική ευρωπαϊκή πολιτική στο τομέα της Γεωργίας είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), η οποία έχει διανύσει μια μακρά διαδρομή παράλληλα με την ιστορία της ΕΕ (η ΚΑΠ ήταν ήδη μέρος της Συνθήκης της Ρώμης, αν και η πρώτη εφαρμογή της ξεκίνησε το 1962). 

Η ΚΑΠ συχνά αξιολογείται και κρίνεται από πολλούς για τον τρόπο με τον οποίο αξιοποιεί τη χρηματοδότηση, ανεξαρτήτως του ύψους της. Ωστόσο, πολύ συχνά η αξιολόγηση αυτή δεν πραγματοποιείται στη βάση των αποτελεσμάτων της στους διακηρυγμένους στόχους της (πχ διανεμητικό αντίκτυπο), αλλά σε σχέση με τις αποτυχίες σε άλλους τομείς πολιτικής (π.χ. περιβάλλον, κοινωνία).

Επιπρόσθετα, η ΚΑΠ δημιουργεί «αντιδράσεις» μεταξύ των άλλων πολιτικών της ΕΕ, δεδομένου ότι, ως μεγάλο μέρος ενός μικρού προϋπολογισμού, η ΚΑΠ παραμένει η μόνη πολιτική με πραγματικό αντίκτυπο σε ολόκληρη την ΕΕ. Η ΚΑΠ εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της ΕΕ, ποσοστό που παραμένει πολύ σημαντικό, παρά τη μείωσή του κατά το ήμισυ σε σύγκριση με το παρελθόν. Επομένως, η προσοχή εστιάζεται εύκολα στο υψηλό τμήμα ενός μικρού προϋπολογισμού και όχι στο ασήμαντο μερίδιο του προϋπολογισμού της ΕΕ ως προς το σύνολο των δημόσιων δαπανών της ΕΕ, δηλαδή στο 35% του προϋπολογισμού της ΕΕ και όχι στο γεγονός ότι αυτό αντιπροσωπεύει περίπου το 1% του ΑΕΠ ή το 2% των συνολικών δημόσιων δαπανών της ΕΕ και η ΚΑΠ το 0,7% των συνολικών δημόσιων δαπανών της ΕΕ.

Στην προγραμματική περίοδο που διανύουμε 2023-2027, αντανακλάται ποικιλοτρόπως μια αυξανόμενη μεταρρυθμιστική κόπωση στην αγροτική κοινότητα και στα κράτη μέλη, παρά τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να την προσαρμόσει σταδιακά και ομαλά στις νέες, κυρίως περιβαλλοντικές και κλιματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η παγκόσμια γεωργία. 

Η φιλόδοξη ενσωμάτωση της ΚΑΠ στην Πράσινη Συμφωνία, αναμενόταν να επιτευχθεί μέσω της στρατηγικής “Από το αγρόκτημα στο πιάτο”, η οποία αποσκοπεί στη μείωση του περιβαλλοντικού και κλιματικού αποτυπώματος του συστήματος τροφίμων της ΕΕ, στην ενίσχυση της ανθεκτικότητάς του, στη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας ενόψει της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας της βιοποικιλότητας και στο να ηγηθεί μιας παγκόσμιας μετάβασης προς την ανταγωνιστική βιωσιμότητα “από το αγρόκτημα στο πιάτο”.

Η Στρατηγική “Από το αγρόκτημα στο πιάτο” προσέθεσε μια σειρά πρωτοβουλιών από τα κάτω και προς τα πάνω, προσθέτοντας τέσσερις κύριους ποσοτικούς στόχους της ΕΕ που πρέπει να επιτευχθούν έως το 2030 ως μέτρο επιτυχίας των όσων είχαν αποφασιστεί από τον προηγούμενο προσανατολισμό της ΚΑΠ. Οι στόχοι αυτοί ήταν:

  • Ο διπλασιασμός της έκτασης για τη βιολογική γεωργία στο 25%.
  • Η μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων κατά 50%.
  • Η μείωση των απωλειών θρεπτικών συστατικών στο έδαφος κατά 50%.
  • Η μείωση κατά 50% της χρήσης αντιβιοτικών στα ζώα.

Ωστόσο, οι παραπάνω στόχοι δημιούργησαν μία ασυμμετρία μεταξύ των αρχικών προσδοκιών και της πραγματικότητας στο χωράφι. Ένα φαινόμενο το οποίο στην ΕΕ εκφράστηκε έντονα επειδή η πολιτική της ΕΕ ήταν η πιο φιλόδοξη σε πραγματικούς όρους, με παρόμοιες πρωτοβουλίες των ΗΕ να παραμένουν σε επίπεδο περιορισμένης εφαρμογής.

Ελληνική πραγματικότητα

Η Ελληνική γεωργία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας της ΚΑΠ για περισσότερα από σαράντα χρόνια. Τα κονδύλια της ΕΕ που στηρίζουν την ελληνική γεωργία αντιπροσωπεύουν ένα από τα υψηλότερα ποσοστά του ΑΕΠ μεταξύ των κρατών μελών, υπολειπόμενα μόνο από το μερίδιο της Βουλγαρίας: 1,7% για την τελευταία το 2021 έναντι 1,4% για την Ελλάδα (για σύγκριση, το μερίδιο της Ισπανίας ήταν 0,6%). Ωστόσο σε αντίθεση με τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων με παρόμοια δομή στον αγροτικό τους τομέα, η Ελλάδα συχνά καθυστερούσε να εκμεταλλευτεί τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων της ΚAΠ (εμπόριο, γεωργικό εισόδημα, ανταγωνιστικότητα διαρθρωτική προσαρμογή). 

Το γεγονός αυτό τα τελευταία χρόνια τείνει να διαφοροποιείται, με την Ελληνική γεωργία να παρουσιάζει αισθητή πρόοδο, όπως αποδεικνύεται από την αύξηση των εξαγωγών αγροδιατροφικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων προστιθέμενης αξίας. Το γεγονός ότι η αντιστροφή της αρνητικής τάσης του ελλείμματος του Ελληνικού αγροδιατροφικού τομέα συνέβη κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης αποτελεί ένδειξη ανθεκτικότητας του τομέα, ενώ το γεγονός ότι η τάση αυτή συνεχίζεται αποτελεί ελπιδοφόρο σημάδι για το μέλλον. 

Αδιαμφισβήτητα υπάρχει ακόμη περιθώριο βελτίωσης για τον Ελληνικό πρωτογενή τομέα που πρέπει να αντιμετωπιστεί και στο πλαίσιο της εφαρμογής της ΚΑΠ της κάθε περιόδου. Για παράδειγμα καίρια τέτοια ζητήματα αποτελούν:

α) η ολοκλήρωση των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης, 

β) η ενδυνάμωση του συμβουλευτικού συστήματος για τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις (μητρώο συμβούλων), 

γ) η ενίσχυση της ηλικιακής ανανέωσής του κτλ.

Το Ελληνικό Στρατηγικό Σχέδιο ακολούθησε γενικά τον νέο προσανατολισμό της ΚΑΠ και της Στρατηγικής “Από το αγρόκτημα στο πιάτο”, προσαρμόζοντάς τις απαιτήσεις τους, στα δεδομένα και τις ιδιαιτερότητες της Ελληνικής πραγματικότητας και αναμένουμε πλέον να γίνει σαφές σε ποιο βαθμό και προς ποιες κατευθύνσεις τα μέτρα που επιλέγονται θα επηρεάσουν τις δομές της Ελληνικής γεωργίας. Έγινε μια στοχευμένη προσπάθεια σε ένα στενό πλαίσιο, που πάντα επιδέχεται βελτιώσεις.

Τι φέρνει το μέλλον

Η έκθεση “Στρατηγικού Διαλόγου” που προοριζόταν να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και να θέσει τις βάσεις για το “Όραμα” της νέας Επιτροπής σχετικά με τη γεωργία της ΕΕ και την ΚΑΠ έχει δημοσιευτεί και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα Κράτη Μέλη της Ένωσης και τις οργανωμένες ομάδες συμφερόντων του γεωργικού τομέα, να προβληματιστούν και να αναλύσουν τις κοινές σκέψεις και συστάσεις που παρουσιάστηκαν σε αυτή. 

Οι πολιτικές της ΕΕ πρέπει να επιλύσουν τον γρίφο της ταυτόχρονης συμβολής στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και της επισιτιστικής ασφάλειας, αποδεχόμενες ότι και τα δύο αποτελούν παγκόσμια προβλήματα που απαιτούν παγκόσμιες λύσεις. 

Η γεωργία της ΕΕ απέδωσε ικανοποιητικά στην καθαρά οικονομική και κοινωνική της διάσταση, όπως αποδεικνύεται από την αύξηση του εμπορικού ισοζυγίου και του γεωργικού εισοδήματος. Τα κατάφερε επίσης συγκριτικά πολύ καλύτερα από τους άλλους παγκόσμιους παίκτες, όταν κρίνεται από τις επιδόσεις της στις εκπομπές ρύπων.

Η αποδοχή αυτού του γεγονότος δεν συνεπάγεται εφησυχασμό ή αγνόηση της ανάγκης να βελτιωθούν σημαντικά οι περιβαλλοντικές επιδόσεις της ΚΑΠ. Αντίθετα, υπονοεί ότι σε αυτή την προσπάθεια η κατανόηση του ρόλου της γεωργίας της ΕΕ σε παγκόσμιο πλαίσιο είναι απαραίτητη, εάν η δράση για το κλίμα και η επισιτιστική ασφάλεια πρόκειται να αντιμετωπιστούν επίσης παγκόσμια.

Του Κώστα Μπαγινέτα / Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων, ΥπΑΑΤ

Share This Article
Follow:
Η ανεξάρτητη ηλεκτρονική εφημερίδα ενημέρωσης της Λαμίας και της Στερεάς Ελλάδας. Γιατί η ενημέρωση χρειάζεται άποψη.
Leave a comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *