Την παράταση της ρύθμισης για την οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων εξετάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αφενός για να πέσουν στα «δίχτυα» του περισσότερα έσοδα, αφετέρου για να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία σε όσους έχουν «ξεχάσει» να τα δηλώσουν.
Με δεδομένο ότι η προθεσμία εκπνέει στις 30 Σεπτεμβρίου και ήδη έχουν βεβαιωθεί πρόσθετοι φόροι άνω των 500 εκατ. ευρώ, αφού έχουν «φανερωθεί» περίπου 5 δισ. ευρώ, αλλά και το γεγονός ότι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ξεκαθάρισε πρόσφατα ποιες από τις εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις μπαίνουν εκ νέου στο «στόχαστρο» του ελεγκτικού μηχανισμού, η δεύτερη παράταση της εν λόγω ρύθμισης είναι προ των πυλών.
Και αυτό γιατί τα στελέχη της ΑΑΔΕ πιστεύουν ότι θα είναι αρκετοί οι φορολογούμενοι με αδήλωτα εισοδήματα που θα το ξανασκεφτούν και για να αποφύγουν τον εξονυχιστικό έλεγχο και τις βαριές ποινές, θα προτιμήσουν να υπαχθούν στη συγκεκριμένη ρύθμιση.
Θα πρέπει άλλωστε να αναφερθεί ότι με βάση τις πρόσφατες οδηγίες της ΑΑΔΕ οι χρήσεις μεταξύ 2006 και 2010 δεν θεωρούνται, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, παραγραμμένες και ως εκ τούτου αυτές θα είναι που θα ελεγχθούν κατά προτεραιότητα, χωρίς μάλιστα ο έλεγχος να πηγαίνει και πιο πίσω εφόσον βέβαια δεν έχουν υποβληθεί φορολογικές δηλώσεις.
Όσοι λοιπόν στις εν λόγω χρήσεις έχουν «κρύψει» εισοδήματα, εντός ή εκτός Ελλάδας, θα σκεφτούν ότι με τη νέα ευκαιρία που τους δίνεται θα αποφύγουν την καταβολή υπέρογκων φόρων και προστίμων, αλλά ενδεχομένως και ποινικές διώξεις.
Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι άλλωστε ότι τη Δευτέρα εκπνέει και η προθεσμία που έχει δώσει η ΑΑΔΕ στις τράπεζες για να στείλουν αναλυτικά στοιχεία που τους έχουν ζητηθεί στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών.
Έως το τέλος εξάλλου του τρέχοντος μηνός αναμένεται να σταλούν και στην Αθήνα τα πρώτα στοιχεία καταθέσεων και άλλων στοιχείων κινητής περιουσίας φορολογικών κατοίκων Ελλάδας που βρίσκονται σε 54 χώρες του εξωτερικού, ενώ μέχρι το τέλος του 2018 θα ακολουθήσουν και άλλες 30 χώρες.
Και τα ανωτέρω φυσικά αποτελούν πρόσθετους λόγους για αρκετούς υπόχρεους να αποκαλύψουν τυχόν «κρυφά» τους εισοδήματα, πριν εντοπιστούν από τις σχετικές διασταυρώσεις.
Ωστόσο, όπως αναφέρουν παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, η νέα παράταση να συνοδεύεται και με αύξηση ενδεχομένως του συντελεστή φόρου με τον οποίο θα φορολογηθούν τα αδήλωτα κεφάλαια.
Η πρώτη παράταση
Υπενθυμίζεται πάντως ότι και η πρώτη παράταση που δόθηκε με τις διατάξεις του νόμου 4474/2017 για την υποβολή των σχετικών δηλώσεων έως και τις 30 Σεπτεμβρίου, ήταν λόγω κυρίως της σημαντικής ανταπόκρισης που υπήρξε από τους υπόχρεους έως και τις 31 Μαΐου οπότε και έληξε η αρχική προθεσμία ένταξης στη ρύθμιση.
Επισημαίνεται ότι για δηλώσεις που υποβάλλονται από την 1η Ιουνίου 2017 και μέχρι τη λήξη της προθεσμίας προβλέπεται ότι ο πρόσθετος φόρος ορίζεται σε 12% επί του κύριου φόρου, αντί του 10% που ίσχυε έως τις 31 Μαΐου 2017.
Ο ίδιος εξάλλου πρόσθετος φόρος 12% επί του κύριου φόρου επιβάλλεται και για περιπτώσεις φορολογουμένων:
α) για τους οποίους μέχρι την υποβολή των δηλώσεων έχει εκδοθεί και δεν έχει κοινοποιηθεί η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών
β) οι οποίοι υποβάλλουν δηλώσεις εντός 90 ημερών από την κοινοποίηση της εντολής ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών και εφόσον η σχετική εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών κοινοποιείται μετά την 1η Ιουνίου 2017.
Εφόσον η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών έχει κοινοποιηθεί μέχρι και τις 31 Μαΐου 2017 και η δήλωση υποβάλλεται εντός 90 ημερών από την κοινοποίηση, το ποσοστό του πρόσθετου φόρου ανέρχεται σε 10% του κύριου και όχι σε 12%, καθώς η εν λόγω κατηγορία φορολογουμένων καταλαμβάνεται από την αρχική διάρκεια της ρύθμισης του σχετικού νόμου.
Εφόσον, όμως, οι δηλώσεις των φορολογουμένων υποβληθούν από την 1η Ιουνίου 2017 και μετά την πάροδο των ενενήντα ημερών, ο πρόσθετος φόρος υπολογίζεται σε 18% του κύριου, στην περίπτωση που πριν από την υποβολή των δηλώσεων δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων και σε 36% εάν έχει κοινοποιηθεί προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων.
Είναι αξιοσημείωτο ότι μέχρι τις αρχές Ιουνίου, με βάση και τα επίσημα στοιχεία της ΑΑΔΕ, οπότε και έληξε για πρώτη φορά η εν λόγω ρύθμιση, είχαν δηλωθεί περίπου 3,7 δισ. ευρώ και από την εκκαθάριση του 80% των αιτήσεων εθελοντικής αποκάλυψης είχαν βεβαιωθεί 316 εκατ. ευρώ και είχαν εισπραχθεί περίπου 200 εκατ. ευρώ.
Ποιες εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχει η ΥΕΔΔΕ
Με βάση το κριτήριο της μη υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος θα ελέγχονται από την Υπηρεσία Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ) οι χρήσεις του 2001 και μετά, ενώ για υποθέσεις από το 2006 και μετά κριτήριο θα είναι η ύπαρξη συμπληρωματικών στοιχείων στην υπόθεση.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι στην ανωτέρω κατηγορία ανήκει ένα μεγάλο μέρος από τις υποθέσεις που περιλαμβάνονται στις λίστες φοροδιαφυγής οι οποίες και θα ελεγχθούν κατά προτεραιότητα, ενώ για χρήσεις από το 2011 έως και το 2013 κριτήριο για έλεγχο κατά προτεραιότητα είναι η αποφυγή της παρέλευσης της προθεσμίας πενταετούς παραγραφής. Υπενθυμίζεται ότι έως το τέλος του τρέχοντος έτους θα πρέπει να έχουν διενεργηθεί 420 μερικοί έλεγχοι και έρευνες από τις ΥΕΔΔΕ, ενώ ανεξάρτητα από τις κατά προτεραιότητα ελεγχόμενες υποθέσεις, ολοκληρώνονται άμεσα:
i) Υποθέσεις που αφορούν τη διενέργεια μερικών επιτόπιων στοχευμένων ελέγχων, καθώς και λοιπών ελέγχων πρόληψης για τη διαπίστωση της εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων, της τήρησης των βιβλίων και της έκδοσης των φορολογικών στοιχείων, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για φορολογουμένους που ασκούν οποιαδήποτε δραστηριότητα ή διακινούν αγαθά. Οι υποθέσεις αυτές για το 2017 ανέρχονται συνολικά σε 9.000.
ii) Υποθέσεις που αφορούν σε διασταυρωτικούς ελέγχους ενδοκοινοτικών συναλλαγών (VIES) και υποθέσεις πολυμερών (ταυτόχρονων) ελέγχων που διενεργούνται από ελληνικές και αλλοδαπές φορολογικές αρχές.
Τα ανωτέρω καθορίζονται με την υπ’ αρίθμ. 1466/19.9.2017 απόφαση του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλή, με την οποία τροποποιείται η υπ’ αριθ. ΔΙΠΑΕΕ 1189600 ΕΞ 2016/29-12-2016 απόφαση του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων περί καθορισμού του αριθμού φορολογικών ελέγχων που θα διενεργηθούν κατά το έτος 2017 από τις ΥΕΔΔΕ.
Ειδικότερα, το κείμενο της εν λόγω αποφάσεως έχει ως εξής:
Έχοντας υπόψη κ.λπ., αποφασίζουμε:
1. Μετά την παράγραφο 6 της αριθ. πρωτ. ΔΙΠΑΕΕ 1189600 ΕΞ 2016/29-12-2016 (ΦΕΚ Β’ 4396/ 2016) απόφασης του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων περί καθορισμού του αριθμού φορολογικών ελέγχων που θα διενεργηθούν κατά το έτος 2017 από τις ΥΕΔΔΕ, όπως ισχύει, προστίθεται νέα παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Για τις εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχων-ερευνών, οι οποίες έχουν προτεραιοποιηθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω, οι προϊστάμενοι των Υπηρεσιών Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ) προτεραιοποιούν και ολοκληρώνουν ελέγχους – έρευνες ως κάτωθι:
(α) για ελεγχόμενες χρήσεις 2001 και μετά, με βάση τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθ. 84 του ν. 2238/1994 (μη υποβολή δήλωσης στη φορολογία εισοδήματος),
(β) για ελεγχόμενες χρήσεις 2006 και μετά, με βάση τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθ. 84 και της περ. α’ της παρ. 2 του άρθ. 68 του ν. 2238/1994 (συμπληρωματικά στοιχεία),
(γ) για ελεγχόμενες χρήσεις 2008 και μετά, με βάση τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθ. 36 του ν. 4174/2013 (σε περίπτωση φοροδιαφυγής κατά τον ΚΦΔ),
(δ) για ελεγχόμενες χρήσεις 2011, 2012 και 2013, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθ. 84 του ν. 2238/1994 και για φορολογικά έτη 2014 και επόμενα με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 4174/2013 (πενταετής παραγραφή).
Τα παραπάνω ισχύουν για τις φορολογίες εισοδήματος και ΚΒΣ, καθόσον για τις φορολογίες κεφαλαίου, ΦΠΑ και τελών χαρτοσήμου ισχύουν διαφορετικοί χρόνοι παραγραφής.
Ως εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχων-ερευνών νοούνται οι προτεραιοποιημένες υποθέσεις για τις οποίες ως την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας δεν έχει θεωρηθεί έκθεση ελέγχου ή πληροφοριακή έκθεση».
Οι παράγραφοι 7 και 8 αναριθμούνται σε 8 και 9 αντίστοιχα.
2. Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθ. ΔΙΠΑΕΕ 1189600 ΕΞ 2016/29-12-2016 (ΦΕΚ Β’ 4396/ 2016) απόφαση του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, όπως τροποποιήθηκε με την αριθ. πρωτ. ΕΜΠ 625/6-6-2017 (ΦΕΚ Β’ 1985/2017) όμοια.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.