Η χώρα μας έχει μπει στον «χάρτη» των παγκόσμιων ερευνών και ήδη από την προηγούμενη δεκαετία έχει επιβεβαιωθεί η ύπαρξή τους – Σε ποιες περιοχές έχουν εντοπιστεί κοιτάσματα
Η ελληνική γη μπορεί να κρύβει θησαυρούς. Δεν αναφερόμαστε στις κατά τόπους μυθολογίες για «θαμμένες λίρες», αλλά σε έναν πραγματικό θησαυρό, ανυπολόγιστης αξίας, που αφορά πολύτιμα μεταλλικά στοιχεία, τις περίφημες σπάνιες γαίες, που παραμένουν εξαιρετικά δυσεύρετες.
Ο λόγος είναι ότι οι χρήσεις αυτών των μεταλλικών στοιχείων, από τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα έως τις ανεμογεννήτριες, έχουν να κάνουν ακριβώς με τους στόχους της παγκόσμιας κοινότητας για οριστική εγκατάλειψη του άνθρακα. Αυτό σημαίνει ότι έχουν μεγάλη ζήτηση και αυτό εξηγεί την προσπάθεια να εντοπιστούν και σε ευρωπαϊκό έδαφος, με τις εκτιμήσεις να θεωρούν πιθανή την έναρξη της εκμετάλλευσής τους ακόμη και μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Στον «χάρτη» των παγκόσμιων ερευνών έχει μπει πλέον και η Ελλάδα, καθώς ήδη από την προηγούμενη δεκαετία επιβεβαιώνεται η ύπαρξη σπάνιων γαιών στη χώρα μας. Οπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, οι σπάνιες γαίες είναι μια ομάδα 17 χημικά παρόμοιων μετάλλων, που περιλαμβάνει τις λεγόμενες 15 λανθανίδες του περιοδικού πίνακα, το ύττριο και το σκάνδιο.
Από τη μεριά της, η Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), που αποτελεί τη μετεξέλιξη του ιστορικού Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), έχει συμμετάσχει στην καταγραφή και εκτίμηση των κοιτασμάτων και εμφανίσεων σπανίων γαιών καθώς και βιομηχανικών στερεών αποβλήτων που περιέχουν σπάνιες γαίες (π.χ. ερυθρά ιλύς).
Τι έχουμε στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα φαίνεται να απαντώνται δύο τύποι μεταλλοφορίας σπανίων γαιών: ο πρωτογενής, όπου οι σπάνιες γαίες δημιουργούνται με μαγματικές ή υδροθερμικές διαδικασίες και ο δευτερογενής, όπου οι σπάνιες γαίες δημιουργούνται με ιζηματογενείς διεργασίες ή αποσάθρωση εμπλουτισμένων πετρωμάτων.
Στον πρωτογενή τύπο μεταλλοφορίας μελετήθηκαν οι Βωξιτικοί Νi – Λατερίτες στη Λοκρίδα και στο Βροντερό Φλώρινας, οι Βωξίτες της Ζώνης Παρνασσού – Γκιώνας, τα αλκαλικά μαγματικά πετρώματα στον Φανό της Σαμοθράκης και οι Φωσφορίτες στη Δυτική Ελλάδα, ενώ στον δευτερογενή τύπο μεταλλοφορίας μελετήθηκαν οι προσχωματικοί άμμοι της περιοχής Στρυμονικού – Καβάλας. «Από τις μεταλλοφορίες σπανίων γαιών που μελετήθηκαν στην Ελλάδα μόνον οι μαύρες άμμοι από την περιοχή Λουτρών Ελευθερών – Νέας Περάμου παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον. Ωστόσο, λόγω θέσης (μέσα σε περιοχή με έντονη τουριστική κίνηση) οποιαδήποτε προσπάθεια ανάπτυξης θα δημιουργήσει προβλήματα», επισημαίνει η ΕΑΓΜΕ.
Σπάνιες γαίες ανιχνεύονται επίσης, και μάλιστα σε υψηλή περιεκτικότητα, σε προσχωσιγενείς αποθέσεις που απαντώνται στο παράκτιο και υποθαλάσσιο περιβάλλον μεταξύ Χαλκιδικής και Αλεξανδρούπολης, κυρίως στις εκβολές των ποταμών Στρυμόνα, Νέστου και Εβρου. Κοιτασματολογικές έρευνες αλλά και αναλύσεις δειγμάτων που πραγματοποίησε το ΙΓΜΕ στις περιοχές αυτές ήταν αρκετά ενθαρρυντικές, με μέση περιεκτικότητα σπανίων γαιών 1,17% (κυρίως Ce, La και Nd) και δυστυχώς αρκετή περιεκτικότητα σε θόριο (Th, ραδιενεργό στοιχείο).
Οι «βιταμίνες» της σύγχρονης βιομηχανίας
Οι σπάνιες γαίες χρησιμοποιούνται σε μια σειρά βιομηχανικών εφαρμογών, όπως είναι οι ηλεκτρονικές συσκευές, η καθαρή ενέργεια, η αεροδιαστημική, η αυτοκινητοβιομηχανία και η αμυντική βιομηχανία. Αποτελούν ουσιώδες συστατικό των σύγχρονων ηλεκτρονικών συσκευών, όπως των κινητών τηλεφώνων, τηλεοράσεων, υπολογιστών, ηλεκτρονικών αυτοκινήτων, ανεμογεννητριών, αεροσκαφών, πυραύλων και πολλών άλλων προϊόντων. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι διάφοροι τύποι έξυπνων κινητών τηλεφώνων περιέχουν συνολικά 75 ορυκτές πρώτες ύλες, από τις οποίες οι 62 είναι μέταλλα και από αυτά τα 16 είναι σπάνιες γαίες.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το επίθετο «σπάνιες» αναφέρεται στη δυσκολία εντοπισμού συγκεντρώσεων με μέση περιεκτικότητα που να δικαιολογεί την οικονομική εκμετάλλευσή τους και στην περίπλοκη επεξεργασία τους και για τον λόγο αυτόν οι τιμές τους είναι πολύ υψηλές.
Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι μέχρι το 2050 οι ανάγκες για ορυκτές ύλες θα αυξηθούν κατά 300% για την παραγωγή ανεμογεννητριών, κατά 200% για τα φωτοβολταϊκά και κατά 1.000% για τις μπαταρίες. Σε όλες αυτές τις εφαρμογές είναι απαραίτητες οι σπάνιες γαίες. Με βάση τα στοιχεία του 2019 η Κίνα είναι η πρώτη παραγωγός χώρα με περίπου 130.000 ΜΤ ετήσια παραγωγή και ακολουθούν οι ΗΠΑ, με περίπου 25.000 ΜΤ ετήσια παραγωγή, η Μιανμάρ, η Αυστραλία και η Ινδία. Είναι φανερό ότι υπάρχει σημαντική γεωπολιτική εξάρτηση από την Κίνα, που σημαίνει ότι οι σπάνιες γαίες εμπλέκονται και στις οικονομικές και γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα στη Δύση και την Κίνα, ενώ είναι γνωστές και σημαντικές οι περιβαλλοντικές ανησυχίες για τις διαδικασίες κατεργασίας και παραγωγής.
Ενδείξεις υπάρχουν σε Ευρώπη και Ελλάδα, αλλά όλα πάνε αργά…
Στις ενδείξεις παρουσίας αυτών των πολύτιμων ορυκτών, αναφέρθηκε μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο διευθυντής Ορυκτών Πόρων και Μεταλλευτικής της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ) δρ Κωνσταντίνος Λασκαρίδης, που ωστόσο επεσήμανε ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα. «Εχει γίνει μια αρχική έρευνα από το ΕΑΓΜΕ, υπάρχουν αποτελέσματα, υπάρχουν ενδείξεις, αλλά για να μιλάμε για επιβεβαιωμένα αποθέματα και να προχωρήσουμε σε εκμετάλλευση, απαιτείται περαιτέρω έρευνα. Αλλά και στην Ευρώπη δεν ξέρω πόσο γρήγορα μπορεί να προχωρήσει η αξιοποίηση αυτών των κοιτασμάτων σπάνιων γαιών», τονίζει.
Εμπόδιο ο τουρισμός. Σε ό,τι αφορά τις περιοχές, ο Λασκαρίδης αναφέρει πως τα τελευταία χρόνια έχει ολοκληρωθεί το Πρόγραμμα EURARE (European Rare Earths Project), στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής έρευνας για τις σπάνιες γαίες. Σε αυτό το πρόγραμμα συμμετείχαν οι βόρειες ευρωπαϊκές χώρες και η Ελλάδα. «Ενδείξεις υπάρχουν και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, ειδικά σε πρωτογενείς μεταλλοφορίες σε βωξιτικούς νικελιούχους λατερίτες, βωξίτες στη ζώνη Παρνασσού, σε φωσφορίτες στη Δυτική Ελλάδα. Εκεί υπάρχουν ενδείξεις για σπάνιες γαίες. Οπως και σε δευτερογενείς τύπους μεταλλοφορίας που μελετήθηκαν σε περιοχές του στρυμονικού κάμπου στην Καβάλα, ωστόσο η τουριστική ανάπτυξη θα δυσκολέψει τη διαδικασία εξόρυξης», επισημαίνει χαρακτηριστικά.
Επιπρόσθετα, ο διευθυντής Ορυκτών Πόρων και Μεταλλευτικής της ΕΑΓΜΕ επισημαίνει τις νέες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, υπογραμμίζοντας πως με τον κανονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που παρουσιάστηκε στις 16 Μαρτίου 2023 (Κανονισμός για τις Κρίσιμες Πρώτες Υλες), η ΕΕ εκφράζει την επιθυμία το 10% των κρίσιμων ορυκτών μετάλλων να εξορύσσεται, το 40% να τυγχάνει επεξεργασίας και το 15% να ανακυκλώνεται στην Ευρώπη. Ο κανονισμός στοχεύει στη «μείωση των αυξανόμενων κινδύνων εφοδιασμού της Ενωσης, ενισχύοντας τις ικανότητές σε όλα τα στάδια της στρατηγικής αλυσίδας αξίας πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης, της επεξεργασίας και της ανακύκλωσης. Ωστόσο, για να φτάσουμε σε αυτό επίπεδο χρειάζονται πολλά βήματα, η Ευρώπη έχει καθυστερήσει. Εάν είχαμε εντοπίσει ένα κοίτασμα, αυτή τη στιγμή θέλουμε 10-12 χρόνια. Με αυτό τον κανονισμό η ΕΕ επιθυμεί να μειώσει τον χρόνο της αδειοδότησης από 6-7 χρόνια στα δύο. Μακάρι να βγουν αληθινά», σημειώνει.
«Θέλει χρόνο». Ερωτηθείς για το πότε θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί η Ελλάδα ένα πιθανό κοίτασμα, ο Λασκαρίδης επιμένει πως «όσον αφορά την αδειοδότηση, εάν οι αρμόδιες υπηρεσίες είναι σωστά επανδρωμένες, είναι εφικτό να προχωρήσει πιο άμεσα, αλλά ο χρόνος της έρευνας δεν νομίζω ότι μπορεί να μειωθεί πάρα πολύ. Η έρευνα χρειάζεται και χρόνο και χρήμα και κόσμο. Ειδικά εδώ στη χώρα μας έχει μειωθεί πολύ το έμψυχο δυναμικό».
«Εάν αρχίσουμε σήμερα, με απρόσκοπτες διαδικασίες, με χρηματοδότηση και έμψυχο υλικό, στην επόμενη 5ετία μπορεί να πούμε για πιθανά κοιτάσματα που μπορεί να εκμεταλλευτούμε. Στις περιοχές όπου έχουμε ενδείξεις. Με έρευνα εντατική στην επόμενη 5ετία μπορεί να έχουμε απαντήσεις για εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα ή όχι», εκτιμά ο Λασκαρίδης. Κοιτάσματα που όπως υποστηρίζει μπορούν να ενισχύσουν σημαντικά την ελληνική οικονομία, όταν ολόκληρη η Ευρώπη εξαρτάται από την Κίνα για πάνω από το 80% των σπάνιων γαιών που χρειάζεται, την ώρα που αυτές χαρακτηρίζονται οι «βιταμίνες της σύγχρονης βιομηχανίας» έχουν τόσα να προσφέρουν στην οικονομία της ΕΕ.
Ο Λασκαρίδης επιμένει ότι «υπάρχει σχέδιο για περαιτέρω έρευνα σε ό,τι αφορά τις σπάνιες γαίες. Στο τρέχον ΕΣΠΑ που ολοκληρώνεται δεν είχαμε κάποιο έργο, είχαμε όμως για τις κρίσιμες πρώτες ύλες, στις οποίες περιλαμβάνονται σπάνιες γαίες, σύμφωνα και με τη νέα λίστα της ΕΕ. Και στα νέα προγράμματα που σχεδιάζουμε βρίσκονται και πρώτες ύλες».
«Βασανιστικά αργά». Από την πλευρά του ο Αθανάσιος Κεφάλας που βρίσκεται στο τιμόνι του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΜΕ) και είναι πρόεδρος των εταιρειών IMERYS Greece S.A. και IMERYS Bauxites Greece S.A. επισημαίνει στα «ΝΕΑ» πως έχουν γίνει έρευνες στη χώρα μας και σπάνιες γαίες, όπως είναι το σκάνδιο, εντοπίζονται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα. Μάλιστα, παρέθεσε και τη δήλωση του διευθυντή Ορυκτών Πόρων και Μεταλλευτικής της ΕΑΓΜΕ για το πού βρίσκεται η Ελλάδα σε παγκόσμιο επίπεδο. «Θα σας απαντήσω με τα λόγια του κ. Λασκαρίδη ότι η Ελλάδα, μαζί με τη Γροιλανδία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία και τη Νορβηγία, είναι οι χώρες οι οποίες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν το υπόβαθρο, στηρίζοντας την Ευρώπη στα θέματα των σπάνιων γαιών».
Οπως τονίζει η Ευρωπαϊκή Ενωση κάνει επιλογές έστω και βασανιστικά αργά. «Το ζήτημα είναι να έχουμε μία γεωλογία που να ευνοεί και στην Ελλάδα την έχουμε αρκετά καλά. Δεύτερον, πρέπει να δούμε πού στον ελλαδικό χώρο υπάρχουν αυτά τα δυνητικά κοιτάσματα. Εκεί όπου υπάρχουν ισχυρές γεωλογικές ενδείξεις, κοιτασματολογικά, μετά χρειάζονται γεωτρήσεις για να δούμε τα χαρακτηριστικά. Αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα, θα σας αναφέρω για παράδειγμα τη Σουηδία που ανακοίνωσε ένα μεγάλο κοίτασμα και η κρατική εταιρεία έκανε λόγο ότι χρειάζονται τουλάχιστον 10 χρόνια για την πλήρη ανάπτυξη. Πλέον, η Ευρωπαϊκή Ενωση αναφέρει υποχρεώσεις για τα κράτη – μέλη και τονίζει ότι η διαδικασία αδειοδότησης θα πρέπει να ολοκληρώνεται σε 24 μήνες».
Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Οπως κάθε εξορυκτική διαδικασία, μια πιθανή εκμετάλλευση των σπάνιων γαιών στην Ελλάδα θα είχε και περιβαλλοντικό αποτύπωμα, όπως συμβαίνει με όλες τις εξορύξεις. Για τον Λασκαρίδη είναι εφικτή η συναίνεση της κοινωνίας, όμως προϋποθέτει με τον διάλογο μεταξύ των υπευθύνων και των τοπικών κοινωνιών. «Οι φορείς θα αναλύσουν τα υπέρ και τα κατά μιας επένδυσης γιατί ό,τι κάνουμε έχει περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Ολοι θέλουμε το κινητό και το τάμπλετ, όμως χρειάζεται ορυκτός πλούτος, χρειάζεται γεώτρηση και για την πράσινη μετάβαση χρειάζονται δεκάδες είδη πρώτων υλών», υπογραμμίζει.
Με βάση αυτά, ο Κεφάλας επισημαίνει πως τα περιβαλλοντικά πρότυπα θα πρέπει να είναι υψηλά και να εκπαιδευτούν οι τοπικές κοινωνίες ώστε να αντιληφθούν ότι οι κίνδυνοι είναι υπό έλεγχο και ότι οι αρχές είναι ικανές να προχωρήσουν εξασφαλίζοντας την περιβαλλοντική προστασία.
Συντονισμός: Άγγελος Σκορδάς
Γράφουν: Ανδρέας Αγγελόπουλος, Βελίκα Καραβάλτσιου, Μαρία Κρουστάλη, Πέτρος Κωνσταντινίδης, Παναγιώτης Σωτήρης, Γιώργος Φωκιανός