Ναρκισσιστές και κοινωνιοπαθείς είναι οι πρώτοι που «φουντώνουν» εν μέσω καραντίνας, λένε οι επιστήμονες, εξηγώντας τους τρόπους που μπορείτε να τους αναγνωρίσετε.
Χάνιμπαλ Λέκτερ. Τομ Ρίπλι. Τζόφρι Μπαράθιον. Πάτρικ Μπέιτμαν. Τζόκερ. Αυτοί οι εικονικοί χαρακτήρες λένε ψέματα, ζουν μέσα σε ψευδαισθήσεις, χειραγωγούν, κλέβουν, σκοτώνουν ασυνείδητα. Είναι ψυχροί καπηλευτές συναισθημάτων, ματαιόδοξοι, και με εμφανή ή κεκαλυμμένο τρόπο, λάτρεις του εαυτού τους. Σύμφωνα με την επιστήμη, άτομα με τέτοια ακραία χαρακτηριστικά και συμπεριφορές, μολονότι φαίνεται πως έχουν πολλά κοινά, εντούτοις ανήκουν σε δυο ξεχωριστές κατηγορίες της ψυχιατρικής έρευνας: τους κοινωνιοπαθείς και τους ναρκισσιστές. Οι ειδικοί λένε πως τόσο ναρκισσισμός, όσο -κυρίως- η κοινωνιοπάθεια, αποτελούν δυο ψυχολογικές παραμέτρους, που εντείνονται και κορυφώνονται κατά τη διάρκεια ενός διαρκούς και υποχρεωτικού εγκλεισμού και απομόνωσης.
«Στην σύγχρονη εποχή οι ναρκισσιστές, δηλαδή τα άτομα που πιστεύουν ότι είναι καλύτεροι, πιο όμορφοι και πιο έξυπνοι από τους άλλους, βρίσκουν την τέλεια διέξοδο έκφρασης του ψυχισμού τους πολύ εύκολα μέσα από την εμμονική σχέση τους με τα social media», λέει στο Reader’s Digest η Ένλινορ Γρκίνμπεργκ, ψυχολόγος και συγγραφέας, συνεχίζοντας: «Απ’ την άλλη, οι κοινωνιοπαθείς, δηλαδή οι άνθρωποι που χειρίζονται και εκμεταλλεύονται τους υπολοίπους χωρίς τύψεις, δεν επιζητούν την πρόσβαση στο απρόσωπο διαδίκτυο, αλλά μπορούν να γίνουν αντιληπτοί ακόμη και από μια απλή τηλεφωνική συνομιλία».
Ένας άλλος ψυχολόγος και συγγραφέας, ο Μπάρρυ Λουμπέτκιν, λέει στο Psychology Today: «Κάτι αληθινά συναρπαστικό έχει συμβεί σε πολλούς από αυτούς τους ασθενείς από τότε που εμφανίστηκε η πανδημία του κορονοϊού. Αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον πολύτιμο-γι’ αυτούς- έλεγχο που ένιωθαν με την καθημερινή προσωπική επαφή και την φυσική τους παρουσία. Οι ιδεοληψίες τους για το πώς ο κόσμος “πρέπει” να τους αντιμετωπίζει έχουν αναποδογυριστεί, και προκαλώντας τους να επανεξετάσουν σοβαρά τις βαθιά πεποιθήσεις τους σχετικά με τη σημασία και την υπεροχή τους έναντι των άλλων στη ζωή τους. Και αυτό, σίγουρα επιδεινώνει τις αρρωστημένες εμμονές τους».
Αλλά το μεγάλο θέμα εδώ, είναι το εξής: Πώς μπορείτε να τους ξεχωρίσετε; Ο Μάικ Γκάλαχερ, ψυχίατρος και κλινικός διευθυντής στο Shoreline Recovery Center στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας, εξηγεί: «Οι κοινωνιοπαθείς μπορεί να παρουσιάζουν παρόμοια χαρακτηριστικά με τους ναρκισσιστές κατά καιρούς, όπως και οι ναρκισσιστές μπορεί να παρουσιάζουν παρόμοιες συμπεριφορές με τους κοινωνιοπαθείς. Και στις δύο περιπτώσεις, οι άνθρωποι μπορούν να εκφράσουν ναρκισσιστικές ή κοινωνιοπαθητικές τάσεις ή να διαγνωστούν με μια πλήρη διαταραχή προσωπικότητας. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν μερικά λεπτά σημεία στην προβληματική ψυχοσύνθεσή τους που τους κάνει να διαφοροποιούνται».
Σύμφωνα με τον Γκάλαχερ, η ναρκισσιστική προσωπική διαταραχή χαρακτηρίζεται από μεγαλοπρέπεια, ανάγκη για θαυμασμό, δικαίωμα και έλλειψη ενσυναίσθησης, ενώ η αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας (ο όρος που σηματοδοτεί τους κοινωνιοπαθείς) είναι μια κατάσταση στην οποία ένα άτομο έχει ένα μακροπρόθεσμο μοτίβο χειραγώγησης ή εκμετάλλευσης άλλων χωρίς καμία μετάνοια.
Εδώ είναι τρία χαρακτηριστικά που μπορούν να αποκαλύψουν τις διαφορές μεταξύ ενός κοινωνιοπαθούς και ενός ναρκισσιστή.
Το κίνητρο
«Οι ενέργειες ενός ναρκισσιστή είναι συχνά το αποτέλεσμα της επιδίωξής τους για θαυμασμό και μεγαλοπρέπεια. Οι κοινωνιοπαθείς, από την άλλη πλευρά, δεν οδηγούνται από την εξωτερική επικύρωση αλλά καθοδηγούνται από την εκμετάλλευση και την παραβίαση της συναισθηματικής ζωής των άλλων», λέει ο Γκάλαχερ, συνεχίζοντας: «Οι ναρκισσιστές χρειάζονται εξωτερική επικύρωση ανωτερότητας, ενώ οι κοινωνιοπαθείςόχι: αυτοί κάνουν πράγματα μόνο για την χαρά που νιώθουν επεμβαίνοντας κατευθείαν στον εσωτερικό κόσμο των υπολοίπων», εξηγεί η Γρκίνμπεργκ.
Η παρορμητικότητα
Ο Γουίλιαμ-Κιθ Κάμπελ, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια, λέει: «Ένας καλός διαφοροποιητής μεταξύ της ναρκισσιστικής διαταραχής και της αντικοινωνικής διαταραχής είναι η ανάγκη δράσης σε παρορμητικές σκέψεις και συναισθήματα. Ο ναρκισσισμός συνήθως δεν σχετίζεται με παρορμητικότητα, αλλά η αντικοινωνική διαταραχή της προσωπικότητας, ναι. Και αυτή η παρορμητικότητα είναι συχνά ο λόγος που οι κοινωνιοπαθείς μπορεί να καταλήξουν σε εγκληματικές πράξεις: απλώς ενεργούν χωρίς σκέψη ή προγραμματισμό».
Ο φόβος
«Τόσο οι κοινωνιοπαθείς όσο και οι ναρκισσιστές δεν αισθάνονται φόβο όπως οι φυσιολογικοί άνθρωποι», λέει ο Γκρίνμπεργκ. «Τα “λαμπάκια” του εγκεφάλου που αισθάνονται φόβο και μας λένε να αποφύγουμε επικίνδυνες καταστάσεις δεν ανάβουν σ’ αυτούς». Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Neuroscience δείχνει ότι αυτές οι δυο κατηγορίες ψυχοπαθών, έχουν μειωμένη σύνδεση μεταξύ του προμετωπιαίου φλοιού (του τμήματος του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για την ενσυναίσθηση και την ενοχή) και της αμυγδαλής (το μέρος που μεσολαβεί στο φόβο και το άγχος). «Πάντως, οι ναρκισσιστές είναι πιο προσανατολισμένοι στην αποφυγή λαθών», λέει ο Γκρίνμπεργκ, προσθέτοντας: «Ο ευάλωτος ναρκισσιστής προστατεύει τον εαυτό από λάθος συμπεριφορές και αγωνίζεται για την αναγνώριση που νομίζει ότι του οφείλεται. Ωστόσο, τόσο οι ναρκισσιστές όσο και οι κοινωνιοπαθείς, σε περιόδους απομόνωσης δεν απολαμβάνουν την ικανοποίηση να χειραγωγούν αποτελεσματικά και να επιδεικνύονται όσο τους “αξίζει” στους άλλους, πυροδοτώντας ακόμη περισσότερο τον άρρωστο ψυχισμό τους».
πηγή reader.gr