Η Αταλάντη ως πόλη εμπεριέχει στην πληθυσμιακή της σύνθεση την ιστορική πορεία της νεώτερης Ελλάδας. Είναι μίγμα γηγενών κατοίκων, εσωτερικών μεταναστεύσεων από τη Μακεδονία μετά την Ελληνική Επανάσταση, από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, εσωτερικής μετανάστευσης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κυρίως από την Ευρυτανία.
Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα μετά τους γηγενείς είναι οι Μακεδόνες. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 σημειώθηκαν μεγάλες ροές προσφύγων προς τις απελευθερωμένες περιοχές από τόπους που παρέμεναν υπό την εξουσία των Οθωμανών. Βασικό αίτημα ομάδων προσφύγων κοινής τοπικής καταγωγής προς τη Διοίκηση ήδη από τα χρόνια της Επανάστασης, αλλά και μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, ήταν η παραχώρηση γης για εποικισμό. Παρότι ανάλογα αιτήματα συζητήθηκαν στις Εθνοσυνελεύσεις και αργότερα τέθηκαν προς τις αρμόδιες ελληνικές αρχές, το ζήτημα στις περισσότερες περιπτώσεις παρέμενε εκκρεμές. Μία από τις περιπτώσεις αυτές ήταν και οι πρόσφυγες από περιοχές της Μακεδονίας που είχαν επαναστατήσει, οι οποίοι κατέφυγαν σε διάφορα μέρη της Νότιας Ελλάδας, για να αποφύγουν τους διωγμούς των Τούρκων.
Η Νέα Πέλλα Αταλάντης Φθιώτιδας αποτέλεσε ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1830 τη νέα πατρίδα για πολλούς πρόσφυγες του 1821 από τη Χαλκιδική κυρίως, αλλά και ολόκληρη τη Μακεδονία. Εγκαταλείποντας τη Σκιάθο και τη Σκόπελο όπου είχαν καταφύγει αρχικά δέχτηκαν να μετοικήσουν μόνιμα στη συγκεκριμένη περιοχή. Για την εγκατάσταση των Μακεδόνων στην Αταλάντη είχε συσταθεί, στην Αθήνα, επιτροπή που ασχολούταν με τα θέματα των οικιστών Μακεδόνων, με Πρόεδρο τον Αναστάσιο Πολυζωίδη.Η επιτροπή είχε καταρτίσει το 1835 κατάλογο των Μακεδόνων που επιθυμούσαν να εγκατασταθούν στην Αταλάντη.
Βάσει των πινάκων από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους που περιλαμβάνουν τη διανομή εθνικών γαιών στους Μακεδόνες τα ονόματα που καταγράφονται αντιπροσωπεύουν άτομα και οικογένειες από όλη τη Μακεδονία, όπως Νάουσα, Βέροια, Κοζάνη, Γρεβενά, Μελένικο, Μπίτολα (Μοναστήρι), Έδεσσα (Βοδενά), Ραψάνη, Σιάτιστα, Θεσσαλονίκη, Όλυμπος και κυρίως από τη Χαλκιδική, Δουμπιά, Βάβδο, Πολύγυρο, Μεταγγίτσι, Αρναία, Μεγάλη Παναγία, Άθυτο, Βάλτα, Συκιά, Παρθενώνα, Ριζά, Λιβάδι, Περιστερά, Άγιο Μάμα, Πορταριά, Επανομή, Βασιλικά κ.τ.λ. Όλοι οι παραπάνω αγωνίστηκαν το 1821 τόσο στη Χαλκιδική όσο και στη νότια Ελλάδα.
Η λύση και διευθέτηση στο αίτημά εγκατάστασης τους δρομολογήθηκε και επιλύθηκε με τρία βασιλικά διατάγματα:
1) Το Βασιλικό Διάταγμα της 20ης Μαρτίου 1835 για τη σύσταση του οικισμού των Μακεδόνων με το οποίο ορίστηκε ως τόπος εγκατάστασης ο «Τουρκομαχαλάς» στην Αταλάντη, ο οποίος ονομάστηκε με νέο Βασιλικό Διάταγμα «Πέλλη». Τα οικόπεδα που διανεμήθηκαν στους οικιστές Μακεδόνες ανέρχονταν σε 370, και προτάθηκε η χορήγηση γαιών 3-5 στρεμμάτων ανά κάτοικο. Τον αρχικό πυρήνα του οικισμού των Μακεδόνων αποτέλεσαν οι αγωνιστές και οι οικογένειές τους αλλά έπειτα επιτράπηκε και σε άλλους Μακεδόνες να εγκατασταθούν εκεί. Στους πρόσφυγες δεν δόθηκε κανένα δάνειο από μέρος του Δημοσίου, παρά μόνο τους χορηγήθηκε δωρεάν ξυλεία για το χτίσιμο των κατοικιών τους.
2) Το Βασιλικό Διάταγμα της 25ης Απριλίου 1837 με το οποίο αποφασίστηκε ο σχηματισμός ξεχωριστού Δήμου των Μακεδόνων στην «Πέλλα» Αταλάντης.
3) Το Βασιλικό Διάταγμα της 27ης Σεπτεμβρίου 1848 με το οποίο αναγνωρίστηκε ο συνοικισμός ως ξεχωριστός Δήμος Νέας Πέλλης.
Με τη σύσταση του νέου Δήμου, η αποστολή της επιτροπής έληξε τυπικά, αν και συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην κοινότητα των οικιστών Μακεδόνων στην Αταλάντη και να προασπίζεται τα συμφέροντά τους.
Το 1912 καταργείται ο Δήμος Νέας Πέλλης και συνιστάται η κοινότητα Νέας ή Άνω Πέλλης. Το 1916 ο συνοικισμός Άνω Πέλλη συγχωνεύτηκε με την Κοινότητα Αταλάντης και αποτέλεσαν ένα ενιαίο Δήμο, στον οποίο το 1925 προστέθηκαν και οι κοινότητες Κάτω Πέλλης και Όρμου Κ. Πέλλης.
Οι δύο κοινότητες είχαν ξεχωριστές εκκλησίες και κοιμητήρια. Τη δεκαετία του 1980 δημιουργήθηκε το νέο κοιμητήριο στην Αταλάντη και καταργήθηκαν τα κοιμητήρια του Αγίου Ιωάννη (για τους γηγενείς) και της Παναγίας (για τους Μακεδόνες). Ορισμένες από τις επιτύμβιες στήλες και πλάκες των οικιστών Μακεδόνων Άνω Πέλλης Αταλάντης μεταφέρθηκαν τότε στην είσοδο του νέου κοιμητηρίου και έμειναν εκεί για πάνω από 30 χρόνια προκειμένου κάποια στιγμή να αναδειχθούν και να αποτυπώσουν την ιστορία τους. Μια εξ αυτών είναι η επιτύμβια πλάκα του αγωνιστή οπλαρχηγού της ελληνικής επανάστασης Δήμου Λιόλιου Λάζου, όπου αναγράφονται τα παρακάτω: ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΝΤΑΙ Ο ΔΗΜΟΣ ΛΙΟΛΙΟΥ ΛΑΖΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΟΜΟΖΥΓΟΥ ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙΣ ΕΝ ΜΗΛΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ ΜΗΝΙ ΙΟΥΛΙΩ ΤΩ 1811 ΑΠΕΒΙΩΣΕΝ ΕΝ ΑΤΑΛΑΝΤΗ ΜΗΝΙ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΩ ΤΩ 1871 ΕΤΕΙ. Σημειώνεται πως πρόκειται για λανθασμένη πληροφορία του επιγραφοποιού ή της οικογένειας, δεδομένου ότι είναι ιστορικώς εξακριβωμένο ότι ο Δήμος Λ. Λάζος γεννήθηκε το 1803.
Οι επιτύμβιες στήλες και πλάκες των οικιστών Μακεδόνων Άνω Πέλλης Αταλάντης με επιμέλεια της Δημοτικής αρχής τοποθετήθηκαν στη δεξιά πλευρά της κεντρικής οδού του κοιμητηρίου της Αταλάντης, στο ύψος του Ιερού Ναού του Αγίου Μελετίου, προκειμένου να μαθαίνουν οι διερχόμενοι την ιστορία του τόπου αυτού.
Αθανάσιος Λ. Ζεκεντές
Δήμαρχος Λοκρών