Με βάση τις διατάξεις του νομοσχεδίου, οι συναλλαγές που γίνονται με μετρητά από 1/1/2020 περιορίζονται πλέον στα 300 ευρώ από 500 ευρώ που είναι σήμερα. Κάθε συναλλαγή μεγαλύτερη σε αξία από τα 300 ευρώ θα πρέπει να γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα. Ποιες οι ειδικές περιπτώσεις και οι εξαιρέσεις.
Εκτός του πραγματικού εισοδήματος, στο οποίο θα υπολογίζεται το 30% των ηλεκτρονικών δαπανών, τίθεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης που είναι υψηλότερη για εισοδήματα πάνω από 30.000 ευρώ, ενώ για όσους έχουν υποχρεώσεις προς το δημόσιο και τις τράπεζες που φτάνουν το 60% του εισοδήματός τους, το όριο των δαπανών μειώνεται στο 20%.
Αυτές είναι μερικές από τις τελικές παρεμβάσεις στην φορολογία που έρχονται μέσω του φορολογικού νομοσχεδίου που αναρτήθηκε για διαβούλευση ως τις 15 του μήνα στο κρίσιμο θέμα της αύξησης του ορίου των ηλεκτρονικών αποδείξεων στο 30% για μισθωτούς και μη μισθωτούς από 1/1/2020.
Με βάση τις διατάξεις του νομοσχεδίου στην μεγάλη εικόνα οι ανώτερες συναλλαγές που γίνονται με μετρητά από 1/1/2020, περιορίζονται πλέον στα 300 ευρώ από 500 ευρώ που είναι σήμερα. Κάθε συναλλαγή μεγαλύτερη σε αξία από τα 300 ευρώ θα πρέπει να γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα. Σε ότι αφορά τις αποδείξεις ως δαπάνες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρούνται δαπάνες απόκτησης αγαθών και λήψης υπηρεσιών στην ημεδαπή ή σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ε.Ο.Χ., οι οποίες καταβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, όπως, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, κάρτες και μέσα πληρωμής με κάρτες, πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών του ν. 4537/2018 και χρήση ηλεκτρονικού πορτοφολιού.
Το απαιτούμενο ποσό δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, ορίζεται σε ποσοστό 30% του πραγματικού εισοδήματος που προέρχεται από μισθωτή εργασία – συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα και μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ (20.000 €) δαπανών. Στον υπολογισμό του πραγματικού εισοδήματος δεν περιλαμβάνεται το ποσό της εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου.
Η προσθήκη αυτή προσπαθεί να απαλύνει τους φόβους μεσαίων και υψηλών εισοδημάτων ότι η αύξηση του ορίου των αποδείξεων μπορεί να φέρει και μεγαλύτερο φόρο. Τούτο διότι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης κλιμακώνεται ανάλογα με τα εισοδήματα ως εξής:
– 0% (από 2,2%) για εισοδήματα 12.000 έως 20.000 ευρώ
– 2% (από 5%) για το τμήμα του εισοδήματος από 20.001 έως 30.000 ευρώ.
– 4% (από 6,5%) για το τμήμα του εισοδήματος από 30.001 έως 40.000 ευρώ
– 6% (από 7,5%) για το τμήμα του εισοδήματος από 40.001 έως 65.000 ευρώ
– 8% (από 9%) για εισοδήματα ως 65.001 έως 220.000 ευρώ
– 10% (ο συντελεστής παραμένει αμετάβλητος) για εισοδήματα άνω των 220.000 ευρώ.
Στο πραγματικό εισόδημα υπολογίζονται και τα έσοδα από ενοίκια τα οποία όμως δεν υπολογίζονται στις δαπάνες που χτίζουν το όριο των αποδείξεων του 30% από την πλευρά των ενοικιαστών.
Το πέναλτι για την μη συγκέντρωση του ορίου του 30% στις αποδείξεις είναι φόρος 22 % για το ποσό που υπολείπεται σε αποδείξεις μέχρι αυτές να φτάσουν το νέο υψηλότερο όροι του υπουργείου οικονομικών.
Το ποσό των δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δηλώνεται ατομικά από κάθε σύζυγο ή από κάθε μέρος συμφώνου συμβίωσης. Σε περίπτωση κοινής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, όπου καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών από οποιονδήποτε εκ των δυο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, το τυχόν πλεονάζον ποσό δύναται κατά την εκκαθάριση να μεταφερθεί στον άλλο σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του απαιτούμενου ποσού δαπανών. Στις περιπτώσεις κοινών τραπεζικών λογαριασμών σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (κάθε μορφής στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό) οι πραγματικοί δικαιούχοι, οι οποίοι καθορίζονται με βάση τις πραγματικές περιστάσεις, μπορούν να χρησιμοποιούν τους εν λόγω λογαριασμούς ανάλογα με τις πραγματοποιούμενες δαπάνες τους. Τα ίδια ισχύουν και για πιστωτικές κάρτες με δικαιούχους κύρια και πρόσθετα μέλη.
Ειδικές περιπτώσεις
Στο νομοσχέδιο περιλαμβάνονται μειωμένο όριο αποδείξεων για συγκεκριμένες ομάδες φορολογουμένων. Συγκεκριμένα:
1. Στο φορολογούμενο του οποίου έχει κατασχεθεί ο λογαριασμός, το όριο δαπανών του πρώτου εδαφίου της παρούσας περιορίζεται στις πέντε χιλιάδες ευρώ (5.000 € ) δαπανών
2. Σε περίπτωση που οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί και οι οποίες αφορούν καταβολές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, δανειακές υποχρεώσεις προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ενοίκια υπερβαίνουν το 60% του πραγματικού εισοδήματος, το απαιτούμενο ποσοστό δαπανών της παρ. 1 β) του παρόντος περιορίζεται στο είκοσι τοις εκατό (20%). Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται υπό την προϋπόθεση ότι οι ανωτέρω δαπάνες έχουν καταβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής.
– Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζεται η διαδικασία συγκέντρωσης των απαραίτητων δεδομένων από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.»
Οι εξαιρέσεις
Ο κανόνας του 30% του εισοδήματος για τις ηλεκτρονικές αποδείξεις δεν ισχύει στις εξής περιπτώσεις:
(i) Φορολογούμενοι που έχουν συμπληρώσει το εβδομηκοστό (70ο) έτος της ηλικίας τους.
(ii) Άτομα με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω.
(iii) Όσοι βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση.
(iv) Οι φορολογικοί κάτοικοι της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 20 του ν. 4172/2013, που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα.
(v) Δημόσιοι λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν στην αλλοδαπή, καθώς και φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας που διαβιούν ή εργάζονται στην αλλοδαπή.
(vi) Ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
(vii) Oι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία.
(viii) Φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους.
(ix) Οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ).
(x) Oι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας (πέραν των 6 μηνών).
(xi) Όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα.
(xii) Οι φυλακισμένοι.
Οι δαπάνες
Οι δαπάνες απόκτησης αγαθών και λήψης υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή της περίπτωσης β’ του άρθρου αυτού, εφόσον περιλαμβάνονται στις ακόλουθες ομάδες του δείκτη τιμών καταναλωτή της ΕΛ.ΣΤΑΤ.:
Ομάδα 1 (Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά).
Ομάδα 2 (Αλκοολούχα ποτά και καπνός).
Ομάδα 3 (Ένδυση και υπόδηση).
Ομάδα 4 (Στέγαση), εξαιρουμένων των ενοικίων.
Ομάδα 5 (Διαρκή αγαθά, είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες).
Ομάδα 6 (Υγεία).
Ομάδα 7 (Μεταφορές), εξαιρουμένης της δαπάνης για τέλη κυκλοφορίας και της αγοράς οχημάτων, πλην των ποδηλάτων.
Ομάδα 8 (Επικοινωνίες).
Ομάδα 9 (Αναψυχή, πολιτιστικές δραστηριότητες), εξαιρουμένης της αγοράς σκαφών, αεροπλάνων και αεροσκαφών.
Ομάδα 10 (Εκπαίδευση).
Ομάδα 11 (Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια).
Ομάδα 12 (Άλλα αγαθά και υπηρεσίες).
new247