Ομιλία πραγματοποίησε πριν από λίγο στη Βουλή ο βουλευτής Φθιώτιδας της ΝΔ Χρήστος Σταϊκούρας, επί του Σχεδίου Νόμου «Επείγουσες ρυθμίσεις για τη διαπραγμάτευση και σύναψη συμφωνίας με το Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ΕΜΣ)».
Ειδικότερα είπε:
Σήμερα, σε συνθήκες ασφυξίας στην οικονομία,
αγωνίας στην κοινωνία και
αναταράξεων στο πεδίο της πολιτικής,
συζητούμε το Σχέδιο Νόμου που συνιστά το αποτέλεσμα της πεντάμηνης διαπραγμάτευσης της Κυβέρνησης με τους εταίρους και δανειστές.
Κυβέρνηση η οποία,
αφού ανέγνωσε λανθασμένα το περιβάλλον εντός του οποίου καλείτο να λειτουργήσει,
αφού έθεσε στόχους εκτός του πλαισίου των εφικτών λύσεων,
αφού ξόδεψε χρόνο και διαπραγματευτικό κεφάλαιο,
αφού προέβη σε αντιφατικές πρωτοβουλίες, με αποκορύφωμα τη διεξαγωγή ενός μη σοβαρού δημοψηφίσματος, με το οποίο αφαίρεσε διαπραγματευτική ισχύ από τη χώρα,
αποφάσισε, «στο και ένα», να υπογράψει Συμφωνία.
Η Νέα Δημοκρατία, ενώπιον του μείζονος κινδύνου να βρεθεί η χώρα εκτός του πυρήνα της Ευρώπης και να ακυρωθεί ο στρατηγικός προσανατολισμός της χώρας που φέρει τη σφραγίδα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στήριξε την ηγεσία της Κυβέρνησης για να ξεπεράσει τις ταλαντεύσεις της και να προχωρήσει σε Συμφωνία.
Συμφωνία, για το περιεχόμενο της οποίας η ευθύνη ανήκει καθ’ ολοκληρίαν στην Κυβέρνηση.
Σιγά-σιγά τους τελευταίους πέντε μήνες, και με πάταγο τις τελευταίες ημέρες, κατέρρευσαν μύθοι και ψευδαισθήσεις.
Μύθοι που είχαν δημιουργηθεί και ψευδαισθήσεις που είχαν καλλιεργηθεί, τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά, από τα Κόμματα που στηρίζουν τη σημερινή Κυβέρνηση.
Ενδεικτικά, υπενθυμίζω:
Υποστήριζαν ότι τα προηγούμενα Μνημόνια θα τα ακύρωναν με ένα Νόμο και με ένα Άρθρο.
Σήμερα, προτείνουν ένα νέο, ιδιαίτερα βαρύ 3ο Μνημόνιο.
Υποστήριζαν ότι η προηγούμενη Κυβέρνηση δεν διαπραγματευόταν.
Επί μήνες τις απέφευγαν και, τις τελευταίες μέρες, έζησαν τις πραγματικές δυσκολίες της διαπραγμάτευσης.
Υποστήριζαν ότι μέσω της ανακεφαλαιοποίησης, χαρίζονταν χρήματα στους τραπεζίτες.
Σήμερα, αντιλαμβάνονται ότι η ανακεφαλαιοποίηση είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η συστημική ευστάθεια των τραπεζών.
Υποστήριζαν ότι μέσω των αποκρατικοποιήσεων, δημόσια περιουσία και πόροι θα μεταβιβάζονταν στη «μαύρη τρύπα» του δημοσίου χρέους.
Σήμερα, κάνουν το ίδιο, αφού η συμφωνία αναφέρεται σε «πώληση περιουσιακών στοιχείων», μέσω της δημιουργίας ενός νέου ανεξάρτητου Ταμείου, το οποίο μάλιστα θα εποπτεύεται από Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Υποστήριζαν ότι το χρέος είναι επονείδιστο και πρέπει να «κουρευτεί».
Στο επίπεδο των επιθυμιών όλων μας, μακάρι να μπορούσε και να μηδενιστεί.
Όμως, σήμερα, υπογράφουν όχι μόνο τη δέσμευση η χώρα να αποπληρώνει πλήρως και έγκαιρα τις δανειακές της υποχρεώσεις, αλλά και τη δέσμευση ότι δεν θα γίνει «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας του χρέους.
Υποστήριζαν ότι το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης είναι πλήρες και κοστολογημένο, περιλαμβάνοντας γενναιόδωρες παροχές ύψους 11 δισ. ευρώ.
Σήμερα, εισηγούνται νέα δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας, μόνο για τα 2 πρώτα χρόνια, ύψους 8 δισ. ευρώ.
Υποστήριζαν ότι η χώρα δεν έχει ανάγκη από πρόσθετη εξωτερική χρηματοδότηση.
Σήμερα, η σύναψη ενός νέου δανείου, και μάλιστα ύψους άνω των 82 δισ. ευρώ, καθίσταται αναπόφευκτη.
Υποστήριζαν ότι η πρόταση των δανειστών δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, και την έθεσαν σε δημοψήφισμα.
Σήμερα, συμφωνούν σε πιο επώδυνη πρόταση από αυτή των δανειστών.
Υποστήριζαν ότι η Συμφωνία θα οδηγήσει σε ένα αμιγώς Ευρωπαϊκό πρόγραμμα, χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Σήμερα, προσυπογράφουν όχι μόνο την παρακολούθηση, αλλά και τη χρηματοδότηση από το ΔΝΤ, μάλιστα και για μετά από το Μάρτιο του 2016.
Υποστήριζαν ότι θα «γκρεμίσουν» τις εργαλειοθήκες του ΟΟΣΑ.
Σήμερα, δεσμεύονται να τις ολοκληρώσουν και να «χτίσουν» κι άλλες.
Υποστήριζαν ότι η Τρόικα, όπως τη γνωρίσαμε, τελειώνει.
Σήμερα, δεσμεύονται να διατηρηθεί, και μάλιστα με επιτόπιους ελέγχους και αυστηρή επιτήρηση στην Αθήνα.
Υποστήριζαν ότι δεν χρειάζεται για τη νομοθέτηση να διαβουλευτούν και να συμφωνήσουν με τους θεσμούς.
Σήμερα, δεσμεύονται, εξαιρουμένου του Νόμου για την ανθρωπιστική κρίση, να επανεξετάσουν, με σκοπό να τροποιήσουν, τις θεσπισθείσες, πρόσφατα, νομοθετικές πράξεις που δεν συνάδουν με τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου.
Υποστήριζαν ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες και η σύσταση Δημοσιονομικού Συμβουλίου, που ψήφισε η προηγούμενη Κυβέρνηση πριν 1 ακριβώς χρόνο, εντείνουν το έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης.
Σήμερα, και ορθώς, ενεργοποιούν το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, και εισάγουν μηχανισμούς ημιαυτόματων περικοπών δαπανών σε περίπτωση αποκλίσεων από τους δημοσιονομικούς στόχους.
Συμπερασματικά, επί χρόνια, και μέχρι προχθές, τα Κόμματα που στηρίζουν τη σημερινή Κυβέρνηση, παραβίαζαν συνεχώς τη ρήση του Νικήτα Χρουτσώφ ότι «το κακό με την οικονομία είναι ότι δεν σέβεται τις επιθυμίες μας».
Το αποτέλεσμα είναι, τους τελευταίους πέντε μήνες, η χώρα, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, όλοι μας, να πληρώνουμε και θα πληρώσουμε, υψηλό κόστος λόγω των ιδεοληψιών, των εμμονών, της μαξιμαλιστικής ρητορικής, των ενδογενών αντιφάσεων, της «δημιουργικής ασάφειας», των παιγνίων και των λανθασμένων χειρισμών της Κυβέρνησης.
Η χώρα πέρασε από τις προβληματικές συνθήκες των τελευταίων ετών, σε συνθήκες υψηλού κινδύνου.
Βρέθηκε με πιεστικές και διαρκώς αυξανόμενες χρηματοδοτικές ανάγκες και με διευρυνόμενο δημοσιονομικό κενό.
Σε συνθήκες ύφεσης και χρηματοπιστωτικής ασφυξίας, με κλειστές τράπεζες.
Χωρίς Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, χωρίς χρόνο, χωρίς συμμάχους, χωρίς αξιοπιστία.
Σ’ αυτό το περιβάλλον, η Κυβέρνηση, μέσα από ένα καθοδικό σπιράλ διαρκών αναδιπλώσεων, κατέληξε, με τους εταίρους και δανειστές, στο αποτέλεσμα που σήμερα παρουσιάζεται.
Αποτέλεσμα επώδυνο.
Πιο επώδυνο από αυτό που θα μπορούσε να επιτευχθεί πριν τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, και πολύ πιο επώδυνο από αυτό που θα μπορούσε να επιτευχθεί πριν από ορισμένους μήνες, στις αρχές της χρονιάς.
Όμως, η επιλογή αυτή, όσο επώδυνη και αν είναι, αποτελεί το πρώτο βήμα:
για τη σταδιακή αποκατάσταση της ομαλότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα,
για την ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας,
για την αποφυγή, εν τέλει, της καταστροφής της άτακτης χρεοκοπίας και της εξόδου της χώρας από τον σκληρό πυρήνα της ενοποιούμενης Ευρώπης.
Η χώρα πήρε μία «ανάσα».
Επιβάλλεται, η φυγή προς τα εμπρός, εντός της Ευρωζώνης, ως η βέλτιστη, εκ των υπαρκτών, στρατηγική για τη χώρα.
Η συμμετοχή στο σκληρό πυρήνα της Ευρώπης, παρά τις όποιες μέχρι σήμερα αδυναμίες στην αρχιτεκτονική και στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση.
Πόσο μάλλον όταν οι εναλλακτικές πορείες δεν περιγράφονται ούτε καν λεκτικά.
Οι χώρες, οι λαοί, δεν προχωρούν με «τσιτάτα», με αυτοσχεδιασμούς και με ναρκισσιστικές συνεντεύξεις για λίγα λεπτά δημοσιότητας.
Δεν προχωρούν όταν χρησιμοποιούνται ως case study για την εμπειρική επαλήθευση επιστημονικής θεωρίας.
Στην παρούσα κρίσιμη φάση, ευτυχώς που την τελευταία στιγμή, η ηγεσία της Κυβέρνησης, με την καθοριστική στήριξή μας, ιδιαίτερα την προηγούμενη εβδομάδα, κράτησε τη χώρα και δεν την έσπρωξε στο κενό.
Τώρα, οφείλουμε όλοι μας να εργαστούμε, με διορατικότητα, σοβαρότητα και υπευθυνότητα, χωρίς «κούφιες» αντεγκλήσεις, ώστε η χώρα να βρει το βηματισμό μέσα στην Ευρώπη και το σύγχρονο ανταγωνιστικό κόσμο.
Με ρεαλισμό, μακριά από ιδεολογικές αγκυλώσεις, φραστικές διακηρύξεις και ανεδαφικές δεσμεύσεις, με επιμονή και αποφασιστικότητα, σε συνεργασία με τους εταίρους και δανειστές, να αναζητήσουμε το βέλτιστο οδικό χάρτη εξόδου από την κρίση.
Με όρους καλού συγκερασμού οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αλλάζοντας, εν πορεία, εσφαλμένες δημοσιονομικές πολιτικές που «στραγγαλίζουν» μέσω της υπερβολικής φορολόγησης τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.
Υλοποιώντας φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις, εκσυγχρονίζοντας τη δημόσια διοίκηση, ενισχύοντας την αξιοποίηση της περιουσίας του δημοσίου, ενδυναμώνοντας το πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με υψηλό αίσθημα εθνικής ευθύνης.
Από όλους μας.
Μετά τη δοκιμή ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ στη διακυβέρνηση, πιστεύω ότι είναι καιρός να σταματήσουμε τις ιδεοληπτικές σκιαμαχίες, τους δογματισμούς και τους υψηλούς τόνους και όλες οι κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις, ανεξάρτητα από τις όποιες διαφορές και τον ανά περίοδο ρόλο μας στο πολιτικό σκηνικό, να «βάζουμε διαρκώς πλάτη», σε πνεύμα συνεννόησης, με αίσθημα ευθύνης, ώστε η χώρα να βγει γρήγορα και οριστικά από το τέλμα, να αναπτυχθεί με δικαιοσύνη και συνοχή και να πορευθεί με αξιοπρέπεια και δυναμισμό στο διεθνές σκηνικό.
Η Νέα Δημοκρατία, ως πολιτική δύναμη που διαχρονικά δρα με υπέρτατο κριτήριο το μακροχρόνιο συμφέρον της χώρας, στηρίζει τη διαμόρφωση μιας επώδυνης συμφωνίας, αφού αυτή διασφαλίζει την παραμονή της χώρας στον πυρήνα της Ευρώπης.
Η Νέα Δημοκρατία στηρίζει, αλλά δεν δίνει λευκή επιταγή στην Κυβέρνηση.
Το περιεχόμενο της συμφωνίας, όπως αυτό θα διαμορφωθεί τις προσεχείς εβδομάδες και μήνες, διαρκώς θα το αξιολογούμε.