Κίνδυνος να μειωθεί η ποινή του από τα ισόβια με βάση τον νέο Ποινικό Κώδικα – Φρικιαστικές περιγραφές για τις αποτρόπαιες πράξεις του κατά της άτυχης Ζωής Δαλακλίδου τα Χριστούγεννα του 2012 – Πώς της επιτέθηκε και της έβαλε φωτιά προσπαθώντας να εξαφανίσει το DNA του
Μερικές φορές η ζωώδης συμπεριφορά του ανθρώπου ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης λογικής και εισέρχεται στο πεδίο του κανιβαλισμού.
Δεν ήταν λίγες οι νύχτες εκείνες κατά τις οποίες οι δικαστές του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου έχασαν τον ύπνο τους όταν έρχονταν στη μνήμη τους οι περιγραφές που ακούστηκαν στο ακροατήριο για την άτυχη 34χρονη Ζωή Δαλακλίδου, την οποία έκαψε ζωντανή ο «Δράκος της Ξάνθης» τα Χριστούγεννα του 2012, αφού πρώτα την περιέλουσε με βενζίνη, σε μια υπόθεση που είχε σοκάρει το πανελλήνιο.
Οι αρεοπαγίτες έμειναν άναυδοι και αποσβολωμένοι από τις περιγραφές της ακραίας και απάνθρωπης συμπεριφοράς του 35χρονου σήμερα δράστη, Χρήστου Παπάζογλου, ο οποίος και κατά το παρελθόν είχε αποπειραθεί να βιάσει κι άλλη φοιτήτρια.
Το χρονικό της φρίκης
Οπως περιγράφεται στην αρεοπαγιτική απόφαση, η άτυχη 34χρονη Βορειοελλαδίτισσα διέμενε στη Θεσσαλονίκη μαζί με την αδελφή της και το δεύτερο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου πήγε στο πατρικό της σπίτι, στην Ξάνθη για να γιορτάσει τα Χριστουγέννα μαζί με την οικογένειά της. Τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων με μια φίλη της πήγαν σε ένα καφέ-μπαρ. Οι δύο φίλες αργά τη νύχτα, περίπου στις 3.30, αποχώρησαν με τα πόδια για τα σπίτια τους. Στο μπαρ ήταν και ο Παπάζογλου, ο οποίος είχε εντοπίσει τις κοπέλες και όταν έφυγαν τις ακολούθησε.
Οταν η 34χρονη έφτασε στην είσοδο της πολυκατοικίας και έβαλε το κλειδί στην κεντρική πόρτα της εισόδου, εκείνος την πλησίασε, της είπε ότι του αρέσει και της πρότεινε να γνωριστούν. Εκείνη όμως του απάντησε: «Ασε με ήσυχη». Από εκείνη τη στιγμή, όμως, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τη ζωή της.
Εκείνος «έκλεισε το στόμα της με το χέρι του για να μη φωνάξει και την έσυρε βίαια στο πίσω μέρος της πολυκατοικίας, στον ακάλυπτο χώρο». Εκεί, «ασκώντας σωματική βία, γρονθοκοπώντας τη στο πρόσωπο και παράλληλα χτυπώντας με δύναμη το κεφάλι της στον τοίχο, με αποτέλεσμα να πέσει σε ημιλιπόθυμη κατάσταση στο έδαφος».
Ενώ η κοπέλα βρισκόταν σε ημιλιπόθυμη κατάσταση, εκείνος «κατέβασε το παντελόνι και το εσώρουχό της και, ακολούθως, προέβη σε κατά φύση και παρά φύση συνουσία, με ιδιαίτερη μάλιστα ορμή και αγριότητα, που είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση ακατάσχετης αιμορραγίας».
Οταν άρχισε να ανακτά τις αισθήσεις της η άτυχη Ζωή τού είπε ότι θα πάει στην Αστυνομία να καταγγείλει το περιστατικό. Μπροστά στον κίνδυνο να αποκαλυφθεί ποιος είναι, όπως αναφέρουν οι αρεοπαγίτες, «αποφάσισε τη φυσική εξόντωση της παθούσας, ώστε να αποκλείσει κάθε πιθανότητα μελλοντικής σε βάρος του καταγγελίας», καθώς και «την εξαφάνιση κάθε ίχνους της τελεσθείσης πράξης του βιασμού. Ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση αποφάσισε να θέσει φωτιά στο σώμα της και να την κάψει ζωντανή, ώστε να μη βρεθούν επ’ αυτού ίχνη του γεννητικού του υλικού (DΝΑ)».
Ετσι, αναζήτησε γύρω από την πολυκατοικία μηχανάκια, δύο εκ των οποίων τα μετέφερε δίπλα στην πεσμένη στο έδαφος κοπέλα και «τράβηξε τα σωληνάκια τροφοδοσίας των μοτοποδηλάτων και την περιέλουσε με βενζίνη».
Στη συνέχεια, άνοιξε την τσάντα της αναζητώντας χρήματα και πήρε το κινητό τηλέφωνό της, καθώς «ήταν καλής τεχνολογίας και του άρεσε, όπως ο ίδιος κυνικά παραδέχθηκε» κατά την απολογία του. Αμέσως μετά, με τον αναπτήρα του έβαλε φωτιά στην άτυχη κοπέλα προκειμένου να καεί ζωντανή.
Φλεγόμενη πλέον άρχισε να φωνάζει και να καλεί απεγνωσμένα σε βοήθεια, ενώ ο δράστης τράπηκε σε φυγή. Η κοπέλα φλεγόμενη και αιμορραγώντας μπόρεσε να βγάλει το παλτό της, αλλά η βενζίνη είχε περάσει ήδη σε όλα τα ρούχα της. Οι φωνές της για βοήθεια ξύπνησαν τους ενοίκους της πολυκατοικίας, μεταξύ των οποίων ήταν ο πατέρας της και τα αδέλφια της, που έσπευσαν σε βοήθεια.
Ο δράστης πήγε στο σπίτι του, έβγαλε τα ρούχα που φορούσε και τα έπλυνε στον νιπτήρα για να αφαιρέσει το αίμα που υπήρχε και το γενετικό υλικό. Στη συνέχεια έκρυψε στο πατάρι το κινητό που είχε κλέψει από την κοπέλα και έπεσε για ύπνο σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Μάλιστα την επομένη είχε το θράσος να περάσει έξω από την πολυκατοικία όπου πριν από λίγες ώρες είχε κάψει την κοπέλα «προκειμένου να πληροφορηθεί την εξέλιξη της αστυνομικής έρευνας και σχολίασε “ποιος μαλάκας το έκανε;”».
Η καταδίκη
Τον «Δράκο της Ξάνθης» πρόδωσαν όμως τα δαχτυλικά αποτυπώματα που είχε αφήσει πάνω σε ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο δίπλα στο σημείο όπου έκαψε την κοπέλα, όπως και το γενετικό υλικό του θύματος που βρέθηκε στο μπάνιο του σπιτιού του, αλλά και το κινητό τηλέφωνό της. Ομολόγησε τις πράξεις του, εκτός του βιασμού.
Τελικά, καταδικάστηκε από το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Θράκης σε ισόβια κάθειρξη και κάθειρξη 25 ετών. Από τις Φυλακές Γρεβενών όμως άσκησε αναίρεση και οι αρεοπαγίτες ανέπεμψαν την υπόθεση στο Εφετείο για νέα επιμέτρηση της ποινής του, αφού ο νέος Ποινικός Κώδικας προβλέπει ευνοϊκότερη μεταχείριση για τις πράξεις του βιασμού, της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, του εμπρησμού και της κλοπής.