Την αιμορραγία που προκαλεί κάθε χρόνο στα κρατικά ταμεία το λαθρεμπόριο στους τομείς των καυσίμων, των καπνικών και των αλκοολούχων ποτών επιχειρεί να περιορίσει η κυβέρνηση ενεργοποιώντας τις διατάξεις της νομοθεσίας που προβλέπουν σκληρές ποινές, ενώ παράλληλα σε όσους δώσουν πληροφορίες που αφορούν παράνομες πράξεις οι οποίες σχετίζονται με λαθρεμπόριο προβλέπεται χρηματική αμοιβή ή ποσοστό 20% επί του πλειστηριάσματος των λαθραίων ειδών ανάλογα με την περίπτωση. Επίσης, δημιουργούνται μητρώα για τους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους καυσίμων, αλκοολούχων ποτών και στα καπνικά είδη, έτσι ώστε να έχει μια πλήρη εικόνα η ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων) και να γνωρίζουν οι συναλλασσόμενοι με ποιους συνεργάζονται. Σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, οι απώλειες από το λαθρεμπόριο τσιγάρων υπολογίζονται ετησίως σε 700 εκατ. ευρώ, από το λαθρεμπόριο καυσίμων χάνονται τουλάχιστον 300-500 εκατ. ευρώ, ενώ στα αλκοολούχα ποτά ανέρχονται στα 42 εκατ. ευρώ.
Παλαιότερη έκθεση της ΚPMG, το 2018, δείχνει ότι η κατανάλωση παράνομων τσιγάρων στην Ε.Ε. υπολογίστηκε στο 8,6% της συνολικής κατανάλωσης, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 43,6 δισ. τσιγάρα, το οποίο ισοδυναμεί με τέσσερις φορές τη νόμιμη κατανάλωση στην Ελλάδα. Από την έκθεση προκύπτει ότι η παράνομη αγορά τσιγάρων στην Ελλάδα το 2018 εκτινάχθηκε στο 23,6%, με αποτέλεσμα η χώρα να κατακτά την αρνητική πρωτιά, έχοντας το μεγαλύτερο ποσοστό παράνομων τσιγάρων στην Ε.Ε. Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών έχει συρρικνωθεί κατά περίπου 50% εξαιτίας της διόγκωσης του παράνομου εμπορίου. Σύμφωνα με έρευνα του ΙΟΒΕ, ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών συνεισφέρει 1,5 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας, ενώ υποστηρίζει περισσότερες από 31.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Με οδηγίες που απέστειλε ο διοικητής της ΑΑΔΕ ζητά την ενεργοποίηση των 10 νέων διατάξεων για την περιστολή του λαθρεμπορίου και την κύρωση του πρωτοκόλλου για το παράνομο εμπόριο καπνού. Στη φαρέτρα, πλέον, των ελεγκτικών υπηρεσιών συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
1. Προβλέπεται η δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου επιτηδευματιών στην ΑΑΔΕ, στο οποίο καταχωρίζονται και τηρούνται τα στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων τα οποία στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας παράγουν, εισάγουν, παραλαμβάνουν από άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε., μεταποιούν, διαθέτουν ή αποκτούν μέσω χονδρικής πώλησης έτοιμα προς κατανάλωση αλκοολούχα ποτά. Η εγγραφή στο μητρώο είναι υποχρεωτική και γίνεται με ευθύνη των εν λόγω επιτηδευματιών, οι οποίοι υποχρεούνται στην επικαιροποίηση των στοιχείων που έχουν καταχωρίσει σε περίπτωση μεταβολής αυτών. Με την εγγραφή στο μητρώο αποδίδεται ένας μοναδικός Αριθμός Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών.
2. Στο πλαίσιο της παρακολούθησης των ετοίμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών, καθιερώνεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ηλεκτρονικό σύστημα ταυτοποίησής τους με βάση την ένδειξη παρτίδας παραγωγής (Κωδικός LOT). Στο εν λόγω σύστημα καταχωρίζονται στοιχεία σχετικά με την παραγωγή, τη μεταποίηση και τις χονδρικές πωλήσεις ετοίμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, εισάγονται από τρίτες χώρες, παραλαμβάνονται από άλλα κράτη-μέλη ή διακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Η ενημέρωση του συστήματος ταυτοποίησης πραγματοποιείται από τα πρόσωπα τα οποία στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας υποχρεούνται να είναι καταχωρισμένα στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Επιτηδευματιών Αλκοολούχων Ποτών και τα οποία έχουν λάβει τον μοναδικό Αριθμό Επιτηδευματία Αλκοολούχων Ποτών.
3. Θεσπίζεται η υποχρέωση ηλεκτρονικής καταγραφής των στοιχείων των δεξαμενών αποθήκευσης και διακίνησης ενεργειακών προϊόντων, είτε φορολογημένων είτε υποκείμενων σε δασμολογικές και φορολογικές επιβαρύνσεις, σε ηλεκτρονικό μητρώο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
4. Όταν από εργαστηριακή εξέταση του Γενικού Χημείου του Κράτους διαπιστώνεται ότι ελεγχόμενος από τις τελωνειακές αρχές κάτοχος άδειας εμπορίας ή λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών κατέχει, διακινεί και εμπορεύεται νοθευμένα καύσιμα, σφραγίζεται προσωρινά η εγκατάσταση για χρονικό διάστημα από 10 έως 90 ημέρες, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης. Σε όσες περιπτώσεις συντρέχει και δόλια διαφυγή οφειλόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, π.χ. όταν έχει προσμιχθεί στο διακινούμενο πετρέλαιο πετρέλαιο με χαμηλότερο συντελεστή ΕΦΚ, στοιχειοθετείται και η τελωνειακή παράβαση της λαθρεμπορίας, οπότε είναι εφαρμοστέες και οι προβλεπόμενες διοικητικές και ποινικές κυρώσεις.
5. Επεκτείνεται η υποχρέωση εγκατάστασης ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών και στις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης υγραερίων.
6. Η υποχρέωση εγκατάστασης ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων εισροών-εκροών επεκτείνεται και στις φορολογικές αποθήκες υγραερίων.
7. Δεν επιτρέπεται η διακίνηση πετρελαιοειδών προϊόντων από κατόχους άδειας εμπορίας, λιανικής εμπορίας και διάθεσης βιοκαυσίμων με μεταφορικά μέσα, βυτιοφόρα Φορτηγά Ιδιωτικής Χρήσης (ΦΙΔ) ή Φορτηγά Δημόσιας Χρήσης (ΦΔΧ) ή πλωτά εφοδιαστικά, όπως δεξαμενόπλοια και σλέπια, ιδιόκτητα ή μισθωμένα, τα οποία δεν φέρουν ηλεκτρονικό σύστημα γεωγραφικού εντοπισμού (GPS).
8. Επεκτείνεται η υποχρέωση ιχνηθέτησης, η οποία ισχύει για υγρά καύσιμα, και στα υγραέρια που διατίθενται στην κατανάλωση ή διακινούνται ή αποθηκεύονται εντός της ελληνικής επικράτειας.
9. Σε περίπτωση που οι υπόχρεοι για την εγκατάσταση ηλεκτρονικού συστήματος γεωγραφικού εντοπισμού (GPS) σε μεταφορικά μέσα πετρελαιοειδών προϊόντων, και την καταχώριση και αποστολή των σχετικών δεδομένων στο κέντρο λήψης σημάτων, παραβούν τις εν λόγω υποχρεώσεις τους, προβλέπεται επιβολή σωρευτικά προσωρινής αφαίρεσης της άδειας κυκλοφορίας του βυτιοφόρου οχήματος ή της άδειας λειτουργίας του πλωτού εφοδιαστικού μέσου για χρονικό διάστημα από έναν μήνα έως ένα έτος, εφόσον το διοικητικό πρόστιμο είναι ίσο ή μεγαλύτερο του ποσού των 25.000 ευρώ ή εφόσον συντρέχει υποτροπή ανεξαρτήτως του ύψους του ποσού του προστίμου.
10. Προβλέπονται νέες άδειες, οι οποίες συμπληρώνουν τις υφιστάμενες άδειες που ήδη χορηγούνται στη χώρα μας, έτσι ώστε να υπάρχει πλήρης έλεγχος και παρακολούθηση των διακινήσεων του καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, του τσιγαρόχαρτου, καθώς και του εξοπλισμού παραγωγής των βιομηχανοποιημένων καπνών στη χώρα μας.