Ένα από τα εγκλήματα που σόκαραν το Πανελλήνιο ήταν αυτό στην Αργολίδα.
Στο ακροατήριο του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου του Εφετείου Ναυπλίου παραπέμπεται να δικαστεί η Δήμητρα Βούλγαρη, με τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας.
Όπως αποκαλύπτει στην Freddo ο δικηγόρος της οικογένειας του θύματος, Γιώργος Γεωργόπουλος, ίσως για λόγους ασφαλείας η δίκη να λάβει χώρα στην Τρίπολη, στη Σπάρτη ή Καλαμάτα. «Η κατηγορουμένη, ξημέρωμα της 23ης Ιουλίου 2015, ενώπιον της Ασφάλειας Ναυπλίου, των αξιωματικών και ενώπιον του εισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου, ομολόγησε τη δολοφονία του Αθανάσιου Λάμπρου, δίνοντας και λεπτομέρειες για τον τρόπο που τη διέπραξε.
Βρήκε τον σύζυγο της στο σπίτι του κολλητού του, κ, Αλεξανδρή, στην Κοιλάδα Αργολίδας, με τον ίδιο να δείχνει έντονα εκνευρισμένος μαζί της. Ακολούθησε μεταξύ τους διαμάχη, εκείνος κρατούσε το όπλο, σύμφωνα με τα λεγόμενα της, εκπυρσοκρότησε την πρώτη φορά στο στήθος του και, όπως λέει στην ομολογία της, το όπλο εκπυρσοκρότησε δεύτερη φορά στο κεφάλι του».
Η Δήμητρα Βούλγαρη αρνήθηκε να υπογράψει την ομολογία της. «Οι συγγενείς του θύματος είναι απόλυτα βέβαιοι πώς εκείνη διέπραξε το έγκλημα, αλλά δεν καταλαβαίνουν γιατί δεν αποκαλύπτει και τους συνεργούς της, που σίγουρα υπήρχαν. Οι συνεργοί έπαιξαν τον ρόλο των καθαριστών του τόπου του εγκλήματος για να εξαφανίσουν τα στοιχεία. Υπήρχαν επιφάνειες του σπιτιού και του περιβάλλοντος χώρου οι οποίες όταν επιμελώς καθαρισμένες».
Ο κ. Γεωργόπουλος συμπληρώνει: «Το θύμα, ο Αθανάσιος Λάμπρου, κείτονταν ημιθανής, δεν είχε πεθάνει ακόμη, και προφανώς η ίδια με τους συνεργούς της καθάρισαν τον χώρο. Εκείνος κατέληξε, όταν τον μετέφεραν στο Κέντρο Υγείας Κρανιδίου. Ο άνθρωπος σπαρταρούσε και βασανιζόταν χωρίς να ξέρουμε αν καταλάβαινε τι γινόταν γύρω του, με την Αστυνομία, από την πλευρά της, να κάνει ένα τραγικό λάθος. Δεν σφράγισε τον τόπο όπου διαπράχθηκε το έγκλημα αμέσως, αλλά ύστερα από τέσσερις ημέρες, με αποτέλεσμα κάποιος να έχει πάει και να έχει αλλάξει κάτι στον χώρο»
Η μητέρα και ο πατέρας του θύματος δηλώνουν: «Όλο το χωριό ήξερε τα προβλήματα που είχε το ζευγάρι. Σπαταλούσε τα χρήματά του, είχε εραστές, κι όλα έγιναν από αυτήν. Έπρεπε να την είχε χωρίσει από νωρίς. “Φύγε από το σπίτι, αγόρι μου, φύγε από ‘κει μέσα” του λέγαμε, αλλά ήταν ποτισμένο ίο παιδί, λες και του είχαν κάνει μάγια! Αλλά δεν μπορούσε να κάνει πίσω, γιατί είχε το παιδί. Και τώρα δεν μας αφήνουν να τη δούμε. Της φούσκωσαν τα μυαλά και μας μίσησε το κορίτσι, την κοιτάμε ατά μάτια αν τη δούμε και φεύγει μακριά». Οι ίδιοι τονίζουν:
«Αυτή τον έφαγε. Πήγε στο Κέντρο Υγείας, όπου τον πήγαν έπειτα από ώρες που τον είχαν ζωντανό και σπαρταρούσε, και αντί να πει “πού είναι ο άνδρας μου να τον δω;”, αυτή φώναζε “θέλω τον δικηγόρο μου”! Γιατί να προστατέψει τον εαυτό της, αν ήταν αθώα; Το ομολόγησε μόνη της». Όσον αφορά τη 10χρονη εγγονή τους, που είχε μεγάλη αδυναμία όταν πατέρα της. από τότε ζει με τη μητέρα της κατηγορουμένης και τη θεία της, έχοντας την αποξενωμένη απ’ όλους.»