Σαφήνεια για το ζήτημα του ελληνικού χρέους ζήτησε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μιλώντας σήμερα σε συνέδριο που διοργανώνει ο «Economist»» στη Φρανκφούρτη με θέμα «Ματιά στο χρηματοοικονομικό περιβάλλον της Ευρώπης-Ελλάδα: Επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές;».
«Φαίνεται ότι υπάρχει ευρεία συναίνεση πως η Ελλάδα τήρησε τις δεσμεύσεις της σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις», σημείωσε ο υπουργός. Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι έχουν εκπλαγεί από το βαθμό στον οποίο η χώρα τήρησε αυτές τις δεσμεύσεις, από την έκταση και το βάθος αυτών των μεταρρυθμίσεων, επεσήμανε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, σημειώνοντας ότι στην Ελλάδα έχουν αλλάξει μια σειρά από πράγματα, από τη δημόσια διοίκηση, έως τον χρηματοπιστωτικό τομέα και την αγορά εργασίας.
«Ύστερα από τέτοια προσπάθεια, αυτό που ζητά η ελληνική κυβέρνηση είναι σαφήνεια στο θέμα του χρέους. Και αυτό δεν βρέθηκε στο τραπέζι του Eurogroup στις 22 Μαΐου», εξήγησε. «Η σαφήνεια είναι σημαντική, είναι σημαντική για τον ελληνικό λαό, καθώς ύστερα από πολλά χρόνια […] υπάρχει η προοπτική για μια νέα αρχή. Είναι επίσης πολύ σημαντική για τους επενδυτές. Οι επενδυτές χρειάζεται να γνωρίζουν με ποιο τρόπο η Ελλάδα θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Άρα είναι απολύτως κρίσιμης σημασίας για την ανάπτυξη να έχουμε σαφήνεια. Αυτό είναι που ζητάμε από τη συνεδρίαση του Eurogroup τον Ιούνιο».
Ο υπουργός αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), λέγοντας ότι από αυτό είναι που ζητά σαφήνεια η Ελλάδα και σημειώνοντας ότι το Ταμείο στο τελευταίο Eurogroup θεώρησε ότι τα μέτρα για το χρέος που έχουν ληφθεί ή θα ληφθούν δεν επαρκούν για να καταστήσουν το χρέος βιώσιμο.
«Το ΔΝΤ υποσχέθηκε να ενταχθεί εν τέλει στο πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2015. Έχουν περάσει πλέον 2 χρόνια από τότε. Και έχουμε μόνο 14 μήνες μέχρι τη λήξη του προγράμματος. Μου φαίνεται ότι είναι ώρα το ΔΝΤ να αποφασίσει τι θέλει να κάνει και τι νομίζει ότι πρέπει να γίνει», τόνισε ο υπουργός.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έκανε ιδιαίτερη αναφορά σε δύο χώρες, τη Γερμανία και την Ολλανδία, σημειώνοντας ότι επέμεναν στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. «Είτε επειδή πίστευαν ότι αυτό θα διασφάλιζε ένα αυστηρότερο πρόγραμμα είτε επειδή πίστευαν ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δεν είχαν την τεχνογνωσία. Εάν ισχύει αυτό, τότε δεν μπορεί το ΔΝΤ να είναι καλό για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και για συμβουλές σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις […] αλλά να μην έχει άποψη για την ελάφρυνση χρέους που χρειάζεται», είπε ο υπουργός.
«Εάν η Ολλανδία και η Γερμανία πιστεύουν ότι το ΔΝΤ είναι ένας υπέροχος θεσμός που γνωρίζει περισσότερα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για πολλά θέματα, τότε σίγουρα μπορούν να καταλήξουν σε ένα συμβιβασμό με το ΔΝΤ για την τεχνογνωσία σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους».
Ο κ. Τσακαλώτος, αναφερόμενος στον Μπενουά Κερέ από την ΕΚΤ, ανέφερε ότι η τελευταία λαμβάνει αποφάσεις με «μυστήριους τρόπους», υπογραμμίζοντας ότι πρέπει να δηλώσει ξεκάθαρα εάν συμφωνεί με τις απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ. «Είναι σημαντικό οι ευρωπαϊκοί θεσμοί να είναι ανεξάρτητοι από τους μη ευρωπαϊκούς και να υποστηρίζουν τη δική τους άποψη», τόνισε ο κ. Τσακαλώτος.
Ο υπουργός αναφέρθηκε και στην ηθική διάσταση του ελληνικού ζητήματος. «Νομίζω ότι εάν δεν έχουμε μια ηθική διάσταση στην πολιτική μας και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, τότε έχουμε μεγάλο πρόβλημα ως Ευρωπαίοι. Και ηθική σημαίνει ότι όταν μια χώρα έχει κάνει αυτό που της αναλογεί, όταν της έχει ζητηθεί να εφαρμόσει μια στρατηγική μεταρρυθμίσεων, όταν έχει υλοποιήσει αυτές τις μεταρρυθμίσεις, τότε το βάρος πράγματι πέφτει στους άλλους θεσμούς να βρουν μια λύση. Δεν μπορεί να είναι ηθικά σωστό και δεν μπορεί να είναι ηθικό μήνυμα προς τους υπόλοιπους Ευρωπαίους ότι η Ελλάδα υλοποίησε όλες τις μεταρρυθμίσεις και τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη μαζί με το ΔΝΤ δεν μπορούν να δώσουν σαφήνεια. Μπορούμε όλοι να διαφωνούμε για την έκταση της ελάφρυνσης χρέους που χρειάζεται […] αλλά η σαφήνεια και η επίτευξη συναίνεσης θα πρέπει επίσης να είναι μέρος της απάντησης».
Ο υπουργός μίλησε για κωλυσιεργίες στη λήψη αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη, λέγοντας ότι αυτό είναι ένα από τα λιγότερα ελκυστικά χαρακτηριστικά της. «Δεν αποφασίζουμε τώρα, έχουμε μια πολιτική κατάσταση σε μία χώρα, έχουμε εκλογές σε μια άλλη, και απλά καθυστερούμε τις αποφάσεις. Γιατί είναι κακό αυτό; Διότι όταν εν τέλει πρέπει να λάβεις μια απόφαση στην Ευρώπη, συνήθως έχει να επιλέξεις μεταξύ του κακού και του χειρότερου. Και έχεις αποκλείσει πολλές άλλες επιλογές που θα μπορούσε να έχεις εάν είχες λάβει την απόφαση έγκαιρα. Άρα είναι απολύτως απαραίτητο για την Ευρώπη…να σταματήσει αυτή η καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων».
Το οικονομικό μοντέλο που είχε η Ευρωπαϊκή Ένωση για 23 χρόνια εξαιρούσε ένα σημαντικό τμήμα της μεσαίας και της εργατικής τάξης, σημείωσε ο υπουργός, λέγοντας ότι αυτό είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί. «Εάν ο κόσμος θέλει μια ολοκληρωμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε οι άνθρωποι της μεσαίας και της εργατικής τάξης πρέπει να δουν τον εαυτό τους σε αυτή την οικονομική ανάπτυξη. Πρέπει να δουν ότι παρόλο που υπέφεραν πιο πολύ στην κρίση, θα συμμετάσχουν σε αυτή τη φάση ανάπτυξης», δήλωσε ο υπουργός, επισημαίνοντας ότι εάν δεν συμβεί αυτό, όχι μόνο δεν θα υπάρξει έξοδος από την κρίση αλλά ενδεχομένως η κρίση να επιστρέψει με διαφορετικό τρόπο.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο υπουργός εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι Ευρωπαίοι θα είναι σε θέση να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν αυτούς τους θεσμούς που δεν κωλυσιεργούν, που λαμβάνουν αποφάσεις εγκαίρως και λαμβάνουν αυτές τις αποφάσεις που δημιουργούν σε όλους του πολίτες την πεποίθηση ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται για το καλό της Ευρώπης ως συνόλου.
(πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)