Πολλοί είναι αυτοί που τρώνε παρορμητικά ή ωθούμενοι από ψυχολογικά κίνητρα και όχι επειδή πεινούν στην πραγματικότητα.
Η συναισθηματική υπερφαγία είναι αποτέλεσμα τόσο θετικών, όσο και αρνητικών συναισθημάτων, τα οποία επηρεάζουν τις διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων με διαφορετικό τρόπο.
Έρευνες έχουν δείξει ότι το στρες αυξάνει τα επίπεδα της γκρελίνης (της ορμόνης της πείνας που απελευθερώνεται από το στομάχι), η οποία διεγείρει την απελευθέρωση ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, στέλνοντας σήμα στο σώμα ότι θέλει να φάει.
Έτσι, όταν αισθάνεστε άγχος, έχετε μεγαλύτερη όρεξη και ισχυρότερη επιθυμία για αναζήτηση τροφής. Ο έλεγχος της αντίδρασής σας στο στρες μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της υπερκατανάλωσης τροφής.
Αυτοί είναι τρεις βασικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην υπερφαγία:
1. Πολλές ώρες δουλειάς
Ο φόρτος εργασίας και το στρες που προκαλεί η δουλειά αυξάνουν τα επίπεδα κορτιζόλης, που εκτός από την αύξηση της πείνας, προκαλούν την επιθυμία για κατανάλωση υδατανθράκων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πολλοί άνθρωποι μετά από μια κουραστική μέρα πέφτουν «με τα μούτρα» στην παγωμένη πίτσα που περίσσεψε από το προηγούμενο βράδυ ή άλλες ανθυγιεινές τροφές.
2. Καφές
Η καφεΐνη λειτουργεί ως διεγερτικό, προκαλώντας υπερδιέγερση και νευρικότητα σε πολλούς ανθρώπους. Η απελευθέρωση της κορτιζόλης που στοχεύει τις αρτηρίες και αυξάνει τους παλμούς της καρδιάς, προκαλεί λιγούρες για γλυκό και αποθήκευση λίπους.
3. Έλλειψη ύπνου
Ο ύπνος επηρεάζει όλες τις πτυχές της ζωής και της υγείας σας. Ο καλός ύπνος είναι καθοριστικός για τη διαχείριση του στρες, τη διατήρηση φυσιολογικού βάρους και τη γενική υγεία. Η έλλειψη ύπνου προκαλεί ορμονικές διαταραχές κορτιζόλης, γκρελίνης και λεπτίνης, ωθώντας σας να φάτε περισσότερο.
(πηγή: medicalnews.gr)