Η Λαογραφία είναι η επιστήμη που δραστηριοποιείται και έδωσε σπουδαίους καρπούς για τον λαϊκό πολιτισμό στον ελλαδικό χώρο εδώ και ένα αιώνα. Στα αντικείμενα τα οποία μελετά και ερμηνεύει είναι και τα θέματα λατρείας, μια έκφραση των οποίων είναι και τα έθιμα των Αποκριών.
Ξεκινώντας την λαογραφική προσέγγιση των Αποκριών, είναι σημαντικό να δούμε πως τις αντιμετώπισε η εκκλησία. Γνωρίζουμε ότι η Αποκριά, εκκλησιαστικά, συμπίπτει με την έναρξη του Τριώδιου και ότι διαρκεί τρεις εβδομάδες, με βασικό της στοιχείο τις μεταμφιέσεις και σχετικά δρώμενα – ειδωλολατρικά ουσιαστικά έθιμα, που δεν θα λέγαμε ότι συνδέονται με την θρησκεία. Είναι όμως η εκκλησία αυτή που ονόμασε την περίοδο των μεταμφιέσεων και εν συνεχεία των καρναβαλιών ‘‘Απόκρεω’’, επιτρέποντας τις ελευθεριότητες, που θα τις ακολουθήσει μετά η Σαρακοστή και οι αυστηρές νηστείες. Πρώτη μέρα της περιόδου ήταν η Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, που χαρακτηρίζονταν «προφωνή ή προφωνούσιμη», γιατί ήταν προαναγγελτική της Αποκριάτικης περιόδου.
Την πρώτη αυτή εβδομάδα ξεκίναγαν τα μασκαρέματα, όχι όμως και τα φαγοπότια. Αυτό συνέβαινε την επόμενη Κυριακή, δηλ. του Ασώτου, ή της ‘‘Σφαγαριάς’’. Λεγόταν, έτσι, γιατί έσφαζαν το γουρούνι ή όποιο άλλο ζώο και προετοιμάζονταν για την Τσικνοπέμπτη, με την οποία εισέρχονταν ουσιαστικά στην Αποκριά. Όλη αυτή την εβδομάδα, η κρεοφαγία είναι στο αποκορύφωμα, και ως εκ τούτου την ονόμασαν κρεατινή ή ολόκριγια. Η τρίτη εβδομάδα συμβολίζει την μετάβαση, από την κρεοφαγία της προηγούμενης εβδομάδας στην προσεχή μεγάλη νηστεία, δίνοντας το ελεύθερο στο να τρώνε μόνο γαλακτερά. Γι’ αυτό η εκκλησία την ονόμασε της ‘‘Τυρινής’’. Το διάστημα αυτό τελειώνει με την Καθαρά Δευτέρα, την πρώτη μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής. Η εύθυμη κατάσταση των προηγούμενων ημερών παραμένει, αλλά συνοδεύεται από την έξοδο στην εξοχή, στην ύπαιθρο για να τονιστεί η έννοια της αλλαγής και της κάθαρσης. Ο χριστιανός καθαίρεται και διατροφικά, μιας και ξεκινάει επίσημα η σαρανταήμερη νηστεία. Πρόκειται για μια περίοδο μετάβασης από τον ελευθεριάζοντα χρόνο στον ιερό που ακολουθεί.
Αφού, είδαμε την σχέση της Εκκλησίας, με την περίοδο αυτή, ας αναφερθούμε εκτενέστερα στην κοσμική Αποκριά. Αυτή έχει ως βασική της επιδίωξη, ιδιαίτερα στις αρχικές της μορφές, στην προβιομηχανική περίοδο, στην ύπαιθρο, την μαγική υποβοήθηση της γης να βλαστήσει. Αυτό θα γίνει με την εκδίωξη του χειμώνα, την αναβλάστηση της φύσης, την ευετηρία / γονιμότητα της γης, των ζώων και των ανθρώπων. Όλα λοιπόν αυτά τα έθιμα, τα οποία ονομάζονται ευετηριακά, σχετίζονται άμεσα με τον κύκλο του χρόνου, δηλ. με τα δρώμενα της διάβασης από μια περίοδο σε μία άλλη. Η μετάβαση αυτή ήταν ιδιαίτερα σημαντική για τον αγροτοκτηνοτροφικό κόσμο και για την επιβίωση του. Πρόκειται λοιπόν για μία δραματοποίηση, με πλήθος τελετουργιών και θεατρικών δρωμένων, των αγώνων του ανθρώπου που βρίσκεται σε αυτή τη φάση της μετάβασης. Θα μπορούσαμε να πούμε πως τέτοιου είδους δρώμενα έχουν βαθιές ρίζες στο παρελθόν, αν σκεφτούμε τα διονυσιακά έθιμα της αρχαιότητας. Οι μεταμφιέσεις και οι παραστάσεις αυτές, έχουν όπως οι αρχαίες διονυσιακές γιορτές, σκοπό την βλάστηση και την καρποφορία. Δείχνουν τις πρωτόγονες μαγικές πρωτοβουλίες, για την αντιμετώπιση των βλαπτικών δαιμόνων και την εξασφάλιση της αγροτικής παραγωγής.
Πέρα από τους συμβολισμούς τέλεσης τους, ένα βασικό χαρακτηριστικό των Απόκρεω στην κοσμικότητά τους αποτελούν οι μεταμφιέσεις. Μέσω αυτών ο άνθρωπος γίνεται άλλος, με σκοπό να επηρεάσει τα συμβαίνοντα γύρω του και χωρίς να ελέγχεται από κανέναν. Πρόκειται για ένα μέσο θεατρικής έκφρασης, με σκοπό την αλλαγή της ταυτότητας ή τη σάτιρα. Πληθύνονται και τα ερωτότροπα πειράγματα και η αθυροστομία. Ακούγονται πολλές βωμολοχίες και πορνόλογα, που θα ήταν αδύνατον και ανεπίτρεπτο να ακουστούν κάποια άλλη στιγμή. Όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει ο μαγικός συμβολισμός της γονιμότητας, της τεκνογονίας. Με αυτούς τους τρόπους οι παλιότερες γενιές μυούσαν τις νεότερες γενιές στα μυστικά της ερωτικής επαφής.
Μπροστά στα βλαπτικά πνεύματα που απειλούν την γονιμότητα, οι άνθρωποι της εποχής αναπαριστούν γάμους με κωμικό τρόπο, όπου ο γαμπρός και η νύφη υποδύονται ασήμαντα και σατιρίσιμα πρόσωπα και τα σοβαρά σύμβολα του γάμου δίνονται με πιο αστείο τρόπο (π.χ. Βλάχικος γάμος). Συμβολικό χαρακτήρα έχουν και οι άλλες ψευδο-αναπαραστάσεις και παρωδίες, που γίνονται την Αποκριά, όπως το δικαστήριο, που οδηγεί σε εξισορρόπηση δικαίου, αλλά και η κηδεία, που οδηγεί σε νεκρανάσταση ή σε αφοριστικό κάψιμο του κακού.
Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί, πως τα προηγούμενα στοιχεία ήταν έντονα στην «αγροτική» Αποκριά, δηλαδή της υπαίθρου. Τα πράγματα είναι διαφορετικά στο αστικό καρναβάλι. Ένας σημαντικός λαογράφος ο Μανόλης Σέργης τονίζει: «Αν το αγροτικό καρναβάλι ήταν μια θεσμική λαϊκή γιορτή, από το λαό για τον λαό, από τη στιγμή που εγγράφηκε στη λιγότερο ομοιογενή, ταξική, πολιτισμικά διαιρεμένη, αστική κοινωνία, από τότε που μετατράπηκε, δηλαδή, σε αστικό, άλλαξε ριζικά».
Σπέρματα αγροτικού καρναβαλιού βλέπουμε και στο νέο. Βέβαια, η αρχαϊκή σκοπιμότητα της επίτευξης της γονιμότητας έχει υποχωρήσει. Το άλλοτε διονυσιακό καρναβάλι αποβάλει εν μέρει τον ανατρεπτικό του χαρακτήρα, μετασχηματίζεται διαρκώς και αφομοιώνει ‘‘νεωτερικά’’ στοιχεία.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα, σε όλα σχεδόν τα αστικά κέντρα των Βαλκανίων επικρατεί το «δυτικού τύπου» καρναβάλι, με τυποποιημένες μεταμφιέσεις, με παλιάτσους, σερπαντίνες, κορδέλες, χορούς, πομπές αρμάτων, κοσμικές χοροεσπερίδες κ.λπ, που σατιρίζονται επίκαιρα γεγονότα και διακωμωδούνται τύποι της εποχής. Τη διοργάνωσή του αναλαμβάνουν πλέον κομιτάτα, εταιρείες. Οι επιρροές από την Ιταλία είναι έντονες, ειδικά στα Επτάνησα, την Πάτρα, το Ναύπλιο αρχικά, και αλλού μετέπειτα.
Πλέον, το καρναβάλι μπορεί να συνεχίζει να δημιουργείται από τον ίδιο τον λαό και να προσφέρεται στο λαό, όμως οι αφετηρίες του και η λειτουργικότητα του έχουν μετατοπιστεί. Η διασκέδαση και τα οικονομικά οφέλη αποτελούν βασικές αφορμές για την σύγχρονη τέλεση του Καρναβαλιού.
Επίσης και η μεταμφίεση αλλάζει ριζικά με το πέρασμα του χρόνου. Η αστική κοινωνία μεταμφιέζεται με πλήθος κοστουμιών και προσωπείων, που δεν αντλούν πλέον στοιχεία από τη θεατρική παράδοση, αλλά την σύγχρονη σάτιρα. Η δε μεγάλη συμμετοχή του κοινού δεν εξασφαλίζει και την ποιότητα, καθώς οι στολές παράγονται μαζικά και με χαμηλό κόστος, ενώ τα χειροποίητα στοιχεία εκλείπουν.
Συμπερασματικά, το αστικό Καρναβάλι ως «πολιτισμικό προϊόν» μιας σύνθετης κοινωνίας, όπως η αστική, μεταβάλλεται ιστορικά, ως εκ τούτου επανασηματοδοτούνται οι κοινωνικές του λειτουργίες στο χώρο και το χρόνο. Εμπλουτίζεται από νέες έννοιες που ανταποκρίνονται στις καινούριες κάθε φορά προσδοκίες του κοινού και φυσικά η μελέτη του δίνει συνεχώς νέα δεδομένα στην ερευνητική δραστηριότητα όσων ασχολούνται με αυτό.
Στέλιος Στρωματιάς
Μεταπτυχιακός φοιτητής Λαογραφίας Παν. Ιωαννίνων
Α! ΡΕ ΣΤΡΩΜΑΤΙΑ ΠΩΣ ΚΑΤΕΧΕΙΣ ΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ! ΠΟΥ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΣ ΟΤΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΤΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΤΗΤΕΣ; ΑΠΟΚΡΕΩ ΟΝΟΜΑΖΕΤΕ ΛΟΓΩ ΑΠΟΧΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΕΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ ΚΑΙ ΜΕΤΑ. ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΝΑ ΔΕΧΕΤΑΙ-ΟΠΩΣ ΠΟΛΥ ΣΩΣΤΑ ΑΝΑΦΕΡΕΙΣ-ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΑ ΕΘΙΜΑ;
Αγαπητέ μου αναγνώστη σιγουρα δεν γνωρίζω τα εκκλησιαστικά όπως εσύ! Επειδή όμως δεν βγάζω τίποτα από το μυαλό μου, βλ. Δημήτριος Σ. Λουκάτος, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφια, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992, και πιο συγκεκριμένα στη σελ. 262.
Σε ευχαριστώ για το καλοπροαίρετο σχόλιο…
Η συζήτηση δεν είναι καλό να συνεχιστεί εδώ…