Τη νύχτα της 9ης προς 10ης Νοεμβρίου 1989 το Τείχος του Βερολίνου γκρεμίστηκε σηματοδοτώντας έτσι την κατάρρευση του κομμουνισμού στην Ευρώπη. Τους επόμενους μήνες στην ΕΣΣΔ όπως και στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης τα καθεστώτα κατέρρευσαν.
Το τείχος που ύψωσαν στο Βερολίνο το 1961 οι Σοβιετικοί και οι ηγέτες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας απαγόρευε κάθε έξοδο. Η ολοκλήρωση του καθόρισε με βίαιο τρόπο την πλευρά της ελευθερίας, αυτή την οποία θα διάλεγε κάποιος να ζήσει.
Στην παγκόσμια ιστορία υπήρξαν και άλλα τείχη, σε διάφορες περιοχές του πλανήτη. Κανένα όμως δεν είχε τη σημασία αυτού που χτίστηκε στο Βερολίνο.
Το Σινικό τείχος στην Κίνα, τα τείχη γύρω από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, το τείχος στο νότιο Ισραήλ, το τείχος που έχτισαν οι ΗΠΑ στα σύνορα με το Μεξικό. Όλα αυτά τα τείχη είχαν «αμυντική» φιλοσοφία, κάτι που δεν συνέβαινε στο τείχος του Βερολίνου. Το τείχος αυτό υψώθηκε όχι για να αναχαιτίσει πολιορκίες και εισβολές ή να αποτρέψει τους έξω να έρθουν προς τα μέσα αλλά για να σταματήσει την έξοδο των Βερολινέζων και των Γερμανών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας οι οποίοι ήθελαν να περάσουν στη Δύση.
Γιατί αυτή η έξοδος, που την περίοδο του ψυχρού πολέμου ήταν ταυτόσημη με την ελπίδα των Γερμανών ,να ζήσουν στην άλλη μισή πατρίδα τους, σε συνθήκες ελευθερίας και ευημερίας ήταν η μεγαλύτερη απειλή για τις κομμουνιστικές δικτατορίες της Ευρώπης.
Με το τείχος στο Βερολίνο ο κομμουνιστικός κόσμος, συμβολικά αλλά και κυριολεκτικά, γινόταν μια φυλακή από την οποία κανείς δεν μπορούσε να δραπετεύσει.
Η πτώση του, με μια κίνηση ντόμινο, κατέληξε στην πτώση του κομμουνισμού και το τέλος της Σοβιετικής αυτοκρατορίας.
Ήταν η ήττα ενός κινήματος που οδήγησε σε καθεστώτα όπου η μόνη πηγή εξουσίας, γνώμης και γνώσης ήταν το κομμουνιστικό κόμμα. Όσο όμως τα αποτελέσματα της επιστήμης και της τεχνολογίας κατέλυαν τα σύνορα και οδηγούσαν στην ανάπτυξη και την διαφοροποίηση των κοινωνιών ακόμη και στην Ανατολική Ευρώπη κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να είναι ανεκτό.
Ήταν η ήττα των ψευδαισθήσεων του νεανικού εαυτού, πολλών μετέπειτα υποστηρικτών της απέναντι όχθης που είδαν τη φανατισμένη τους στράτευση για την αγιοποίηση του κομμουνισμού να συνθλίβεται στα ερείπια του τείχους. Φυσικά ήταν και η ήττα όσων προσπάθησαν με μανία, την κρίσιμη περίοδο 1944-1949 να καταδικάσουν και την Ελλάδα στη μοίρα των υπόλοιπων λαών των Βαλκανίων.
Το σημαντικότερο ίσως από όλα, ήταν η ήττα ενός καθεστώτος που είχε δείξει τη διαστροφή και την ωμότητα του δημιουργώντας τα γκούλαγκ και τα ψυχιατρικά άσυλα. Ενός καθεστώτος τρόμου που στηριζόταν στη διαρκή κατασκοπεία και την κατάδοση και που οδήγησε στον θάνατο εκατομμύρια ανθρώπους.
Σήμερα και για τις χώρες που το βίωσαν αλλά και για τη δική μας, η ανάμνηση αυτού του παρελθόντος μοιάζει μακρινή. Δεν πρέπει όμως να είναι νεκρή. Γιατί μπορεί ο κομμουνισμός στην Ευρώπη να μην υπάρχει πια, αλλά ορισμένα από αυτά που προξένησε μας απειλούν ξανά. Είναι οι απειλές για την ευημερία μεγάλων κοινωνικών ομάδων που είναι και απειλές για την Δημοκρατία και την ελευθερία γενικότερα. Είναι όλα εκείνα που αρνούνται, στους πολίτες και ειδικότερα στους νέους , τις μεγάλες παρακαταθήκες του πολιτικά φιλελεύθερου οικοσυστήματος στο Δημοκρατικό κόσμο. Το κοινωνικό κράτος, τη μείωση των ανισοτήτων , την πρόσβαση στην αγορά εργασίας , την καλή ζωή, το σεβασμό της αξιοπρέπειας αλλά και της ταυτότητας, το κράτος δικαίου και το διεθνές δίκαιο.
Οι εκφραστές τους ανά την υφήλιο δεν κραδαίνουν σφυροδρέπανα αλλά σε πολλά μέρη του πλανήτη φιλοδοξούν και αυτοί να γίνουν η μοναδική πηγή εξουσίας και άποψης.
Είναι οι ολιγάρχες που κανιβαλίζουν τις αρχές της ελεύθερης οικονομίας και δημιουργούν ένα μοντέλο παρασιτικού καπιταλισμού που τους αποφέρει τεράστια πλούτη, όχι από την παραγωγή αλλά ως μέρισμα από τις κοινωνικές καταστροφές που προκαλούν με τα ανεξέλεγκτα παιχνίδια τους.
Είναι οι ανερμάτιστοι και εξαρτώμενοι πολιτικοί που αντί για μεταρρυθμίσεις εκτελούν συμβόλαια και παραδίδουν με αδιαφανείς διαδικασίες, αποκλειστικά , σε κερδοσκοπικά κεφάλαια κρίσιμες κοινωνικές υπηρεσίες, όπως συμβαίνει γενικευμένα σε χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Όταν γκρεμιζόταν το τείχος του Βερολίνου μια στεντόρεια κραυγή ελπίδας διέτρεξε όλο το δυτικό κόσμο και είναι αλήθεια ότι σε μεγάλο ποσοστό η ελπίδα αυτή βρήκε τη δικαίωση της.
Σήμερα 30 χρόνια μετά για όσους ήμασταν και παραμένουμε αταλάντευτα προσηλωμένοι στις αρχές που μας κράτησαν πάντοτε στην σωστή πλευρά της ιστορίας, η μεγαλύτερη τιμή για τα όσα συμβολίζει το γκρέμισμα του τείχους, είναι το να μην επιτρέψουμε οι αρχές αυτές να γίνουν εργαλείο στα χέρια όσων επιδιώκουν να δημιουργούν για τους πολλούς συνθήκες μιζέριας και ομηρίας όχι φυσικά ίδιες αλλά σε κάποιο βαθμό ανάλογες με αυτές του κομμουνιστικού ολέθρου που γνώρισε η Ευρώπη.