Το Ετήσιο Συνέδριο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας που αυτές τις ημέρες διεξάχθηκε στην Ρόδο, με σύνθημα την «επανεκκίνηση» της Αυτοδιοίκησης, επισκιάστηκε τελικά από τις ανακοινώσεις του Υπουργού Εσωτερικών για την μεταρρύθμιση που εδώ και πέντε χρόνια έχει υποσχεθεί η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Στο επίκεντρο των προτάσεων είναι η αλλαγή του εκλογικού συστήματος, πρόταση που έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία στα κεφάλια των συνέδρων.
Ο Υπουργός προανήγγειλε την εφαρμογή ενός παντελώς άγνωστου για τα ελληνικά δεδομένα εκλογικού συστήματος με σκοπό να επιλύσει «το πρόβλημα της μειωμένης συμμετοχής των εκλογέων στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών» και να εξαλείψει «το σημαντικό κόστος διενέργειας του δεύτερου γύρου». Καταργείται ο δεύτερος γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών και καθιερώνεται η δυνατότητα διπλής προτίμησης (γιατί στο μέλλον και περισσοτέρων…;) έτσι ώστε ο εκλογέας ψηφίζει ως πρώτη επιλογή έναν συνδυασμό υποψηφίου Δημάρχου ή Περιφερειάρχη και ως δεύτερη επιλογή έναν άλλο. Εάν κανείς συνδυασμός δεν συγκεντρώσει το 50%+1 των εγκύρων ψηφοδελτίων τότε προστίθενται στους δύο πρώτους οι δεύτερες επιλογές που έχουν συγκεντρώσει (από τους υπολοίπους συνδυασμούς) και εκείνος που θα συγκεντρώσει το μεγαλύτερο άθροισμα εκλέγεται Δήμαρχος ή Περιφερειάρχης. Η πρόταση δεν αναφέρεται σε κατανομές εδρών αλλά προφανώς το σύστημα ως προς αυτό παραμένει αμετάβλητο καθώς συνάδει με την κρατούσα αντίληψη της «κυβερνησιμότητας».
Η πρόταση αυτή κάθε αυτή δεν ενισχύει ούτε την «κυβερνησιμότητα», ούτε ασφαλώς την δημοκρατική λειτουργία του συστήματος διακυβέρνησης των ΟΤΑ. Δεν συνεισφέρει ουδόλως στην αποτελεσματικότητα. Καταργεί τον δεύτερο γύρο με πρόφαση την εξοικονόμηση πόρων, αντίληψη προφανώς της ελίτ του συγκεντρωτισμού καθώς η αποδυνάμωση της δημοκρατικής νομιμοποίησης των Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών μειώνει την δυναμική του τοπικού και περιφερειακού πολιτικού συστήματος και ενισχύει την χειραγώγηση από την Κυβέρνηση. Ικανοποιεί όμως στενά κομματικές στοχεύσεις καθώς συμβάλει στη διαχείριση των ενδοκομματικών ανταγωνισμών κατά την επιλογή των συνδυασμών που διεκδικούν την υποστήριξη της κομματικής ηγεσίας και εν προκειμένω της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας.
Η τοπική αυτοδιοίκηση έχει άλλες ανάγκες θεσμικών μεταρρυθμίσεων με πρωταρχική την αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και την μεταφορά της εξουσίας πλησιέστερα στον πολίτη, στο πλαίσιο ενός συστήματος πολυεπίπεδης δημοκρατικής διακυβέρνησης. Αυτή η προτεραιότητα δεν υπάρχει στην μεταρρυθμιστική πρόταση της Κυβέρνησης. Αναγράφεται τελευταία στην ανακοίνωση του ΥΠΕΣ, αποκαλύπτοντας την προσχηματική και αναντίστοιχη με την πραγματική ανάγκη πρόθεση, να διατηρήσει και να ενισχύσει την «αστυνόμευση» της Αυτοδιοίκησης διατηρώντας τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις οι οποίες θα αποτελέσουν ανάχωμα στην ισχυρή αποκέντρωση που έχει ανάγκη η χώρα και να ακυρώσει κάθε προοπτική ουσιαστικής αποκέντρωσης.
Οι άλλες προτάσεις που συνοδεύουν την «φαεινή ιδέα» της αλλαγής του εκλογικού συστήματος κινούνται μεταξύ κοινοτυπίας και θεσμικής «ανοησίας». Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μη ολοκλήρωση της δημοτικής ή περιφερειακής περιόδου λόγω προκήρυξης νέων εκλογών!!! Μετά την πρώτη τριετία και για το υπόλοιπο της αρχικής θητείας με απόφαση των 4/5 των συμβούλων (μόνο οι παντελώς άσχετοι φαντάζονται ότι θα υπάρξει τέτοια πλειοψηφία) προκειμένου να αποθαρρυνθούν οι ανεξαρτητοποιήσεις συμβούλων, προφανώς από την παράταξη του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη. Η πρόταση αυτή δεν έχει ούτε αντικείμενο ούτε πεδίο εφαρμογής όταν οι Δημοτικές και Περιφερειακές Αρχές διαθέτουν την ex lege υπερπλειοψηφία των 3/5 του Δημοτικού ή Περιφερειακού Συμβουλίου.
Το «πακέτο» των 10+10 μεταρρυθμίσεων συνθέτει ένα σύνολο ατάκτως ερριμένων και ειρημένων ανεπίκαιρων ιδεών που όμως επισκίασαν επικοινωνιακά το συνέδριο και «έκαψαν» το σύνθημα της «επανεκίνησης»
Τέλος, η διαδικασία των Κωδίκων δεν έχει σχέση με την διαδικασία σύνταξης Ενιαίου Κώδικα Αυτοδιοίκησης που ήδη ξεκίνησε. Οι θεσμικές αλλαγές σε κοινοβουλευτικό επίπεδο πρέπει να τυγχάνουν επεξεργασίας σχεδίων νόμου. Μετά την ψήφιση ενσωματώνονται στα Κωδικοποιημένα Νομοθετικά Κείμενα. Χαρακτηριστική περίπτωση η νομοθεσία για τις αρμοδιότητες, εάν επρόκειτο να είναι ουσιαστική, πρέπει να γίνει αντικείμενο σχεδίου νόμου με την σύμπραξη όλων των Υπουργείων που θα μεταφέρουν αρμοδιότητες. Δεν αφορά μόνο το Υπουργείο Εσωτερικών. Όλα αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα για όσους θέλουν τα διατηρούν το status της χειραγωγημένης Αυτοδιοίκησης. Ειρήσθω εν παρόδω ότι σχέδιο Ενιαίου Κώδικα Αυτοδιοίκησης έχει συνταχθεί από το 2011 πλην όμως έμεινε έκτοτε στα αζήτητα, αν και αυτό δεν είναι το μείζον.
Το μείζον είναι η κατοχύρωση και η διεύρυνση του συνταγματικού καθεστώτος της Αυτοδιοίκησης, η εφαρμογή της βαθιάς αποκέντρωσης αρμοδιοτήτων προς τους Δήμους και τις Περιφέρειες με κατάργηση των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, η συγκρότηση ενός συστήματος πολυεπίπεδης δημοκρατικής διακυβέρνησης που θα φέρει την ελληνική Αυτοδιοίκηση το επίκεντρο του ευρωπαϊκού αυτοδιοικητικού κεκτημένου. Τομές Δημοκρατίας χρειάζεται η Αυτοδιοίκηση και όχι «μεταρρυθμιστικές στράκα στρούκες».
Δημήτρης Ι. Κατσούλης
Δικηγόρος
Περιφερειακός Σύμβουλος Στερεάς Ελλάδας
παράταξη: ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ Η ΣΤΕΡΕΑ