Ο κ. Γερούν Ντάισελμπλουμ εξέφρασε την επίσημη θέση της Ολλανδίας, που συντάσσεται με εκείνη της Γερμανίας ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί το δανειακό πρόγραμμα προς την Ελλάδα, αν δεν μετέχει και το ΔΝΤ. Οι εκλογές του Μαρτίου στην Ολλανδία, όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις, μόνο προς το χειρότερο μπορεί να αλλάξουν αυτή τη θέση, άρα δεν υπάρχει, κατά τα φαινόμενα τρόπος διαφυγής για την Αθήνα από την παρουσία του Ταμείου.
Αυτό φαίνεται να έχει γίνει αντιληπτό στο Μέγαρο Μαξίμου. «Αφού το θέλει η Ολλανδία…» απάντησε χθες το μεσημέρι με νόημα και εμφανή απογοήτευση κυβερνητικός παράγοντας στην ερώτηση εάν θα μείνει ή θα φύγει τελικά το ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα.
Η ελληνική κυβέρνηση είχε πολλές ελπίδες ακόμη και μέχρι χθες ότι το Ταμείο μπορεί να αποχωρήσει, διευκολύνοντας έτσι την ελάφρυνση των απαιτήσεων, που έχουν διατυπώσει οι δανειστές προς την Ελλάδα για τη λήψη νέων μέτρων λιτότητας. Η σύγκρουση γύρω από τα στοιχεία και τις προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας ήταν και είναι ακόμα σφοδρή. Η απαισιόδοξη εκτίμηση που έχει το ΔΝΤ, θεωρείται η κύρια αιτία που οι δανειστές ζητούν επιπλέον και μάλιστα προληπτικά δημοσιονομικά μέτρα, ώστε να εξασφαλιστεί η επιτυχία των στόχων. Τουναντίον η κυβέρνηση είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δύσκολα η θέση του ΔΝΤ για σημαντική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα γινόταν αποδεκτή από τους Ευρωπαίους. Υπό αυτό το πρίσμα είχε κάνει την επιλογή της, πιέζοντας τα πράγματα και επιτιθέμενη στο ΔΝΤ με σφοδρότητα, ώστε να πετύχει την αποχώρησή του από το πρόγραμμα. Αυτή την επιδίωξη τη συνδύαζε και με κάποιες ενδείξεις από το Βερολίνο, ότι και η γερμανική κυβέρνηση φλέρταρε με την ιδέα της αποχώρησης του Ταμείου. Υπήρχαν ακόμη και πληροφορίες ότι η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ εξέταζε αυτό το ενδεχόμενο και το είχε εκφράσει προς την ελληνική πλευρά.
Είναι μάλιστα ενδεικτικό του προβληματισμού που υπάρχει στη Γερμανία ότι ο αντιπρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος της Μέρκελ και επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στην Ευρωβουλή Μάνφρεντ Βέμπερ δηλώνει σήμερα υπέρ της απομάκρυνσης του ΔΝΤ από την Ευρώπη, για την οποία λέει ότι μπορεί να χειριστεί μόνη της τα θέματά της! Ο κ. Βέμπερ βέβαια παίρνει αυτή τη θέση αντιτιθέμενος στην πίεση που ασκεί το ΔΝΤ για κούρεμα του ελληνικού χρέους, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση! Η δήλωσή του δηλαδή μπορεί να αναγνωστεί και αντίθετα: για να μείνει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα πρέπει να σταματήσει την πίεση προς τη Γερμανία για μείωση του ελληνικού χρέους!
Το ΔΝΤ από την πλευρά του τηρεί μία αμφίσημη στάση και δείχνει να ελίσσεται, ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά, δείχνοντας όμως να προτιμά την παραμονή από την αποχώρηση. Και η θέση του για μείωση του ελληνικού χρέους έχει «θολώσει», αλλά και ενιαίο μέτωπο με τους ευρωπαίους έχει συμπτύξει ως προς την απαίτηση για νέα μέτρα από την Αθήνα, υποχωρώντας από την αρχική του διατύπωση για 4,2 δισ. ευρώ στα… 3,6 δισ. ευρώ!
Αποκρούοντας δε την επίθεση που δέχεται και από κορυφαίους ευρωπαίους παράγοντες ότι οι θέσεις του βασίζονται σε λάθος στοιχεία, έκανε μία διπλή κίνηση, που μόνο αποχώρηση δεν δείχνει. Αντιθέτως μπορεί να παρατείνει την αβεβαιότητα και την εκκρεμότητα με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει: αφενός ο Πολ Τόμσεν δήλωσε μετριοπαθώς ότι το Ταμείο είναι διατεθειμένο να αναθεωρήσει τις προβλέψεις του για την ελληνική οικονομία, εάν τα επίσημα στοιχεία που θα ανακοινωθούν μέχρι τον Απρίλιο είναι καλύτερα από τα όσα εκτιμά το ίδιο. Και αφετέρου έστειλε εκπρόσωπό του στην ΕΛΣΤΑΤ, ως παρατηρητή τουλάχιστον, δίδοντας συνέχεια στην αμφισβήτηση που εξέφρασε η Κριστίν Λαγκάρντ για τα στοιχεία που δίνουν Ελλάδα και ΕΕ για την ελληνική οικονομία.
Όπως διαμορφώνεται η κατάσταση τα σενάρια δεν φαίνεται να είναι ευνοϊκά για την ελληνική πλευρά, ως προς το ρόλο του ΔΝΤ, ειδικά μετά το ξεκάθαρο μήνυμα του κ. Ντάισελμπλουμ.
Εάν για τον οποιοδήποτε λόγο το ΔΝΤ βρεθεί εκτός, ισχύουν κατ’ αρχάς και μετά βεβαιότητας οι δηλώσεις Σόιμπλε και Ντάισελμπλουμ ότι το τρέχον μνημόνιο, δεν υφίσταται. Με τις ολλανδικές εκλογές σε ένα μήνα (ακριβώς) και την γερμανικές να έρχονται αυτό το παζλ μοιάζει σχεδόν αδύνατο να λυθεί σύντομα, εάν φύγει δηλαδή το ΔΝΤ, όπερ σημαίνει ότι η συζήτηση περί χρεοκοπίας θα φουντώσει.
Εάν μείνει, έστω και ως τεχνικός σύμβουλος, το ελάχιστο που θα απαιτήσει είναι τα νέα μέτρα λιτότητας, χωρίς να σημαίνει ότι η θέση του για ελάφρυνση του χρέους θα έχει οποιαδήποτε τύχη.
Εάν επιβεβαιωθεί η άποψη των «σκληρών» για συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα και με χρηματοδότηση, τότε η Αθήνα θα κληθεί να υπογράψει νέο συμπληρωματικό μνημόνιο με το ΔΝΤ, όπως έχει υπογράψει και με τον ESM, γεγονός που οδηγεί σαφώς σε νέα επώδυνα μέτρα, πιθανόν και για μετά το 2018! Έστω κι αν αυτό το μνημόνιο συνοδευτεί με μία πιο σαφή δέσμευση των ευρωπαίων για ελάφρυνση του χρέους, όπως ζητά το ΔΝΤ.
Αυτόν τον τελευταίο κίνδυνο βλέπει και η κυβέρνηση (της υπογραφής χωριστού μνημονίου με το ΔΝΤ) και βάλει με κάθε τρόπο εναντίον του, ακόμη και με την ανάδειξη των εγκληματικών λαθών του Ταμείου (και ειδικά του Πολ Τόμσεν) στην απαρχή του ελληνικού προγράμματος το 2010.