Αρχικά , χρήζει ιδιαίτερης μνείας ΟΤΙ ΠΛΕΟΝ ΡΗΤΩΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 68 του νέου Νόμου προβλέπεται ρητώς η υπαγωγή προσώπων ΜΕ ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα (δηλαδή προστίθενται πλέον και οι έμποροι) , ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ οι οποίοι δεν προβλεπόταν στον ν.3869/2010 ως ίσχυε και τοιουτοτρόπως πλέον ανοίγει διάπλατα ο δρόμος ,για την υπαγωγή εμπόρων και επιχειρηματικών δανείων , με σκοπό την προστασία της κύριας κατοικίας τους.
Σύμφωνα με το νέο Νόμο οι βασικές προϋποθέσεις που τάσσονται και πρέπει να ισχύον σωρευτικά για να έχει δικαίωμα καθείς δανειολήπτης να προστατεύσει την κύρια κατοικία του , ορίζονται ως εξής:
Φυσικό πρόσωπο µε ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα δικαιούται να ζητήσει τη ρύθµιση των οφειλών του , σύµφωνα µε τις διατάξεις του Ν. 4605/2019 (άρθρα 68 έως 84 του ν. 4605/2019), προκειµένου να προστατεύσει την κύρια κατοικία του από την αναγκαστική ρευστοποίηση, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις επιλεξιµότητας:
α) Το αιτούν φυσικό πρόσωπο έχει εµπράγµατο δικαίωµα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό µερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής, ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.
β) Δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (Α΄ 130) λόγω δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναµία πληρωµής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας του αιτούντος ή που δέχθηκε την αίτηση, ακόµα κι αν ο οφειλέτης εξέπεσε κατά την παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3869/2010 ή το σχέδιο διευθέτησης οφειλών καταγγέλθηκε κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010. Αν εκδόθηκε τέτοια απόφαση, το φυσικό πρόσωπο µπορεί να ασκήσει την αίτηση του άρθρου 72 µόνο αν πριν την άσκηση της αίτησής του και πριν την πάροδο της προθεσµίας της παραγράφου 1 του άρθρου 72 η απόφαση εξαφανίστηκε ή αναιρέθηκε ύστερα από παραδοχή ένδικου µέσου.
γ) Η αξία της προστατευόµενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, δεν υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές της παραγράφου 2 περιλαµβάνονται επιχειρηµατικά δάνεια, και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.
δ) Το οικογενειακό εισόδηµα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος, για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό του προηγούµενου εδαφίου προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώµενο µέλος και µέχρι τα τρία εξαρτώµενα µέλη.
ε) Αν το σύνολο των οφειλών των παραγράφων 2 έως 4 υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτώµενων µελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς και τα µεταφορικά µέσα του αιτούντα και του συζύγου του, έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
στ) Οι καταθέσεις, τα χρηµατοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιµα µέταλλα, σε νοµίσµατα ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώµενων µελών έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
ζ) Υφίσταται τουλάχιστον µία οφειλή επιδεκτική ρύθµισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6.
η) Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιηµένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης, των οφειλών των παραγράφων 2 και 3, κατά την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, δεν υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ανά πιστωτή αν στις οφειλές αυτές περιλαµβάνονται επιχειρηµατικά δάνεια. Αν η οφειλή έχει συνοµολογηθεί σε άλλο, πλην ευρώ, νόµισµα, τότε για τον καθορισµό του µέγιστου ορίου των 130.000 ευρώ ή των 100.000 ευρώ, αντίστοιχα λαµβάνεται υπόψη η ισοτιµία αλλοδαπού νοµίσµατος και ευρώ κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
Η θέση σε ισχύ της ηλεκτρονικής πλατφόρμας την 1η Ιουλίου του 2019 εγκαινιάζει μία ηλεκτρονική εποχή απαλλάσσοντας τον δανειολήπτη από το «άγχος» της γραφειοκρατίας , αφού πλέον το μεγαλύτερο βάρος της διαδικασίας που περιγράφεται στο Νόμο , με εξαίρεση τις διαδικαστικές πράξεις ενώπιον του δικαστηρίου, θα διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.). Η πλατφόρμα φιλοξενείται και λειτουργεί στις υποδομές της Γ.Γ.Π.Σ.. Στην πλατφόρμα θα παρέχεται πρόσβαση μέσω της ιστοσελίδας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Τούτο παρουσιάζει πολλαπλά οφέλη αφού ο μεγαλύτερος όγκος των φορολογικών και λογιστικών εγγράφων θα ανακτάται αυτόματα από την ηλεκτρονική πλατφόρμα με το δανειολήπτη να συμπληρώνει με προσοχή όσα στοιχεία ζητούνται και να προσκομίζει τα υπόλοιπα απαραίτητα έγγραφα που προβλέπονται για να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή ρύθμιση μέσα από μία ελεγχόμενη διαπραγμάτευση.
Σημειώνω δε στο σημείο αυτό ότι διαδικασία καθότι αρκετά λεπτομερής , εξειδικευμένη και ακριβής δεν επιδέχεται πειράματα ή πρόχειρες δοκιμές και θα πρέπει να επιχειρείται από νομικούς παραστάτες που θα επιλέγουν οι δανειολήπτες , καθότι απαιτούνται άριστες νομικές γνώσεις και μία στρατηγική σχεδίαση εξαρχής καθότι οι υπό κρίση υποθέσεις -κατά την προσωπική μου εκτίμηση – στο μεγαλύτερο ποσοστό τους θα οδηγούνται στην Δικαιοσύνη.
Τέλος , δεν θα μπορούσα να μην υπογραμμίσω ότι πλέον ρητώς δε στο άρθρο 76 του ν. 4605/2019 έρχεται να προστεθεί και η σημαντικής σπουδαιότητος πρόβλεψη περί συνεισφοράς του Δημοσίου στις μηνιαίες καταβολές που θα προσδιορίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 75 του ν. 4605/2019. Επισημαίνω δε ότι για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη.
Σε δεύτερο στάδιο , αν μέσω της ανωτέρω διαδικασίας «εξωδικαστικής διευθέτησης» (δηλ της οριστικής υποβολής της αίτηση του άρθρου 72 κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 73 του ν. 4605/2019) , ο οφειλέτης δεν κρίθηκε επιλέξιμος ή αν, ενώ κρίθηκε επιλέξιμος, για οποιονδήποτε λόγο δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές του, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του με τους όρους του άρθρου 75 του ν. 4605/2019.
Αρμόδιο δικαστήριο στο οποίο θα προσφεύγει ο οφειλέτης είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος.
Το δικαστήριο θα δικάζει κατά τη γνώριμη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας και η συζήτηση της αίτησης δεν θα καθυστερεί αλλά θα προσδιορίζεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα μέσα σε έξι μήνες από την κατάθεσή της, ακόμα και καθ’ υπέρβαση του προβλεπόμενου αριθμού οριζόμενων υποθέσεων εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως αυτός καθορίζεται από τον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του οικείου Ειρηνοδικείου, γεγονός που είναι ιδιαιτέρως θετικό για την ταχεία διευθέτηση των θεμάτων αυτών καθώς επίσης η απόφαση θα πρέπει να εκδίδεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη συζήτηση ώστε ο οφειλέτης να είναι σε θέση να γνωρίζει άμεσα τα αποτελέσματα της υπόθεσής του.
Μένει να δούμε πλέον την ζωντανή εφαρμογή του Νόμου στις δικαστικές αίθουσες , μέσα από τις δικαστικές αποφάσεις και την πλούσια νομολογία που θα παραχθεί ώστε να αξιολογήσουμε την «δύναμη» του προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικής κοινωνικής προστασίας.