Ο προπονητής της Λαμίας, Μπάμπης Τεννές, παραχώρησε στο gazzetta.gr μια συνέντευξη – ανασκόπηση της σεζόν, καθώς και μιας ολόκληρης καριέρας προβιβασμών, παραμονών και επιτυχιών. Η αγάπη που εισέπραξε, οι αξέχαστες στιγμές, τα «απωθημένα» και το μέλλον του, στη Φθιώτιδα ή και αλλού.
Αποτελεί μια από τις… παλιοσειρές του ελληνικού ποδοσφαίρου, αλλά σπάνια μιλάει. Συνεντεύξεις και ατάκες εδώ κι εκεί σπάνια βρίσκει κανείς. Όπως λέει ο ίδιος, «όχι επειδή είμαι σνομπ ή ότι το παίζω, απλά δεν έχω κάτι να πω. Νομίζω όμως ότι έτσι γίνομαι αντιπαθητικός». Ίσως τα media υπερλειτουργούν στην εποχή του online και ο ίδιος δεν βρίσκει τον χώρο να παρουσιάσει τη δουλειά του. Αυτό το αντιμετωπίζει μάλλον σκεπτικά. «Δεν σηκώνω το τηλέφωνο και νομίζω πως γίνομαι αντιπαθητικός. Ουδέποτε θα πάρω κάποιον τηλέφωνο, για να περάσω μια επιθυμία μου σε δημοσιογράφους. Αυτό μου έχει στοιχίσει. Βλέπω πάρα πολλούς συνάδελφους που έχουν βγει στον «αφρό», ενώ δεν έχουν πετύχει αντίστοιχα σπουδαία πράγματα στον χώρο», παραδέχεται, μιλώντας στο gazzetta.gr, σε μια συνέντευξη με πλούσιο μενού.
Είναι γεγονός πως η Λαμία δεν αποτελεί τον εμπορικότερο «σταθμό», στη λίστα των ομάδων του πρωταθλήματος. Αναπόφευκτα, οι πρωταγωνιστές της και ο Τεννές μένουν λίγο πίσω στην ιεραρχία των ειδήσεων, αφού φαίνεται πως δεν «πουλάει». Για όσους πάντως παρακολουθούν στενά το ελληνικό ποδόσφαιρο, είτε σε επίπεδο Α’ Εθνικής-Superleague, είτε Β’ Εθνικής-Football League, τον ξέρουν καλά και ακούνε το όνομά του. Με 6 ανόδους στο ενεργητικό του και με παρουσία στον 17 ομάδων, 340 σε επίπεδο πρώτης και αμέτρητες στη δεύτερη, είναι σαν να «ενώνει» τις δυο «εποχές». «Εγώ δεν έχω μείνει παραπάνω από ένα τρίμηνο, τρεις φορές, χωρίς δουλειά. Δεν τα αναδεικνύω βέβαια. Νομίζω πως πολλές φορές οι δημοσιογράφοι θέλουν να βγάλουν προς τα έξω το «κακό», λέει ο ίδιος για την «απουσία» του από το περιεχόμενο στα ΜΜΕ.
Η παρθενική σεζόν της ομάδας της Φθιώτιδας στα «σαλόνια» βρήκε τον Τεννέ ξανά στο «πάλκο». Με μια ομάδα που «χτίστηκε» στη διάρκεια της προετοιμασίας, με παίκτες από τη Football League, δανεικούς και υπό δοκιμή, φτιάχτηκε με σκοπό να σωθεί. Αυτός ήταν ο μέγας στόχος κι επετεύχθη. Στην πορεία ήρθε και η πρόκριση στα προημιτελικά του Κυπέλλου Ελλάδας, μετά την ιστορική «4αρα» επί του Παναθηναϊκού, για να καταστήσει τη χρονιά απόλυτα πετυχημένη!
Ο ίδιος καμαρώνει για τα κατορθώματα της ομάδας του, «απαντώντας» σε όσους γυρίζουν την κουβέντα στην ποιότητα του ποδοσφαίρου. «Η επιτυχία της Λαμίας ήταν ότι καταφέραμε με τους συνεργάτες μου να περάσουμε στους παίκτες τις δυνατότητές μας και τις αδυναμίες μας, να τα καταλάβει η ομάδα καλά. Όταν ένας προπονητής δεν αξιολογήσει σωστά το υλικό και δεν μεταφέρει τα σωστά μηνύματα στην ομάδα, τότε το πιθανότερο είναι πως θα αποτύχει στον στόχο του. Εμείς δεν γινόταν να βάλουμε τον στόπερ στη σέντρα, ή να ανεβαίνουν τα μπακ πέρα από το πρώτο μισό του γηπέδου. Τους πιάσαμε από την αρχή και τους είπαμε «παιδιά, εμείς πρέπει να έχουμε πολύ κοντά τις γραμμές μας, να είμαστε πολύ μαχητικοί, να δίνουμε βοήθειες, να μην αφήνουμε κανέναν αντίπαλο να παίζει ένας εναντίον ενός». Αυτό έπρεπε να γίνει βίωμα, γιατί υπάρχουν παίκτες που νομίζουν πως μπορούν να κάνουν πολλά περισσότερα απ’ αυτά που θες εσύ. Εμείς καταφέραμε αυτό το πράγμα και φέραμε τα αποτελέσματα που θέλαμε, ώστε να μας λένε σκληροτράχηλη ομάδα».
Ο 64χρονος προπονητής ανέλυσε στο gazzetta.gr τις σκέψεις του και τις εμπειρίες του, τόσο από τη σεζόν που μόλις ολοκληρώθηκε, όσο και από την 28χρονη διαδρομή του στα γήπεδα ανά την Ελλάδα. Περηφανεύεται για το γεγονός πως η «μπογιά» του πέρασε και συνεχίζει να περνάει, παρουσιάζει τις δυσκολίες και τη «δύναμη» της φετινής Λαμίας, εξανίσταται που ο Αραούχο θεωρείται καλύτερος από τον Μανιά, εξηγεί γιατί του αρέσει να βλέπει τη Λίβερπουλ του Κλοπ, κι αισθάνεται άσχημα που του έχουν… φιλήσει τα χέρια σε τοπικές κοινωνίες, όταν η ομάδα ανέβαινε στη Superleague, λέγοντας πως το συναίσθημα αυτό δεν συγκρίνεται με το αντίστοιχο της παραμονής στην κατηγορία.
«ΕΙΠΑΝ “ΠΑΙΞΤΕ UNDER ΤΟΝ ΤΕΝΝΕ ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΕΤΕ”»
Η Λαμία δεν προσέφερε θέαμα στη φετινή σεζόν. Πήρε ωστόσο τα αποτελέσματα. Ήταν από τα πρώτα πράγματα που θέλησε να πει, για να υπερασπιστεί τη δουλειά του και να εξηγήσει τη φετινή επιτυχία με τη Λαμία:
Όποιος δει τα αποτελέσματά μας, τα 20/30 ήταν 0-0, 1-0 ή 0-1.Έλεγαν πολλοί πως η Λαμία είναι η χαρά του under. «Παίξτε τον Τεννέ under να πλουτίσετε, ποτέ over». Αυτόματα, ο Τεννές έγινε αμυντικογενής. Μα αν δεν αξιολογήσεις σωστά το υλικό σου, πως θα πετύχεις, τι θα παίξεις; Σκεφτείτε και τους παίκτες, τον Ασίγκμπα από τη Βέροια που έπεσε, τον Αναστασιάδη από τη Football League, τον Κουκόλη από τον Αγροτικό Αστέρα και άλλους. Φυσικά δεν υποτιμώ τα παιδιά, αυτοί ήταν οι «κολώνες» μου όλη τη σεζόν κι έπαιξαν εξαιρετικά. Ας δει κάποιος τι ρόστερ είχε ο Πλατανιάς, ο Απόλλων Σμύρνης, η Κέρκυρα, ομάδες με πολύ μεγαλύτερο μπάτζετ από μας και βρέθηκαν από κάτω μας. Εμείς είχαμε πολλούς παίκτες μεγάλους σε ηλικία (Ακόστα, Πίτι) και άλλους άπειρους σε αυτό το επίπεδο. Με αλχημείες, με λύσεις εκ των έσω, έπαιξαν όλοι και βοήθησαν, ο Μπουλούλης, ο Τσούκαλος, πολλοί μας έδωσαν πολλά».
«ΣΕ ΤΡΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΕΙΧΑ ΑΓΧΟΣ, ΣΤΑ ΑΛΛΑ ΗΜΟΥΝ ΑΝΕΤΟΣ»
– Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες μιας παρθενικής σεζόν στη Superleague;
Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν ότι η λήξη της περσινής σεζόν στη Football League ήταν στις 12 Ιουνίου, αν θυμάμαι καλά και στις 5 Ιουλίου έπρεπε να ξεκινήσουμε προετοιμασία. Το “χτίσιμο” της ομάδας έγινε στη διάρκεια και μετά την προετοιμασία. Αρχίσαμε να φέρνουμε παίκτες να δοκιμάζουμε. Ο Παπαδόπουλος ήρθε για να τον δούμε και τελικά μας προέκυψε ένας εξαιρετικός τερματοφύλακας. Ο Πίτι ήρθε τέλος Αυγούστου. Έπρεπε μέσα σε 10-15 μέρες να φτιάξουμε το ρόστερ και δεν είχαμε και γήπεδο. Παίξαμε επτά φιλικά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, όλα εκτός έδρας. Ήμασταν συνέχεια σε ένα πούλμαν! Αυτό μας ζόρισε τρομερά στο ξεκίνημα.
– Ποιο ήταν το δυνατό και ποιο το αδύνατο σημείο της φετινής Λαμίας;
Ήμασταν οικογένεια. Για έναν χρόνο δεν δημιουργήθηκε πρόβλημα στα αποδυτήρια, εκτός από καμιά-δυο περιπτώσεις, που συμβαίνουν παντού. Όλα τα παιδιά ήταν δεμένα μεταξύ τους κι έδιναν το καλύτερο στην ομάδα. «Αχίλλειος πτέρνα» ήταν η απειρία μας και οι λίγες αριθμητικά λύσεις που είχαμε. Όσοι είχαμε ήταν μια χαρά, αλλά μας έλειπαν οι πολλοί παίκτες, για να βρίσκουμε λύσεις.
– Η χρονιά κύλησε όπως την περιμένατε;
Πήγε πολύ καλύτερα! Το ρόστερ μας έκανε πολλούς να πιστεύουν πως θα πέφταμε και μάλιστα πρώτοι. Εμείς όχι μόνο τους διαψεύσαμε όλους αυτούς, αλλά διαγράψαμε πολύ καλύτερη πορεία απ’ αυτή που θα ανέμενε κανείς. Μετά, αρχίζει το πρωτάθλημα και έχουμε εντός έδρας Ολυμπιακό, ΑΕΚ, Πανιώνιο και Παναθηναϊκό κι εκτός έδρας Ξάνθη, Αστέρα Τρίπολης, Ατρόμητο και ΠΑΟΚ! Όλοι τότε έλεγαν πως θα έχουμε πέσει ήδη από την 8η αγωνιστική. Λίγο όμως η τύχη του πρωτάρη, λίγο η προσοχή μας. Ήδη από τα Πηγάδια, λέγαμε στους παίκτες πως «αν κερδίσουμε, σωθήκαμε»! Ήταν αυτή η φιλοσοφία μας, κάπως έτσι ήρθε το «μπαμ», η νίκη στην Τρίπολη επί του Αστέρα και πήραμε «αέρα». Ακολούθησαν 7-8 παιχνίδια χωρίς ήττα, μέχρι να μας νικήσει η ΑΕΛ στο ΔΑΚ. Κάναμε 16 βαθμούς στον πρώτο γύρο, αβάντα μεγάλη. Ανταποκριθήκαμε όπως έπρεπε.
Τρία παιχνίδια έπαιξα με άγχος. Το ένα ήταν το 0-0 στην Κέρκυρα, την 26η αγωνιστική. Εκεί για μένα σωθήκαμε οριστικά. Ένα ήταν το τελευταίο με τον ΠΑΣ Γιάννινα, γιατί ήθελα να μείνουμε με νίκη δική μας, όχι επειδή έχασε ένας άλλος. Ήθελα να φανεί ότι εμείς μένουμε γιατί νικάμε. Το τρίτο ήταν η πρόκριση στη Λεωφόρο επί του Παναθηναϊκού (1-0), στη ρεβάνς του 4-1, όπου η πίεση ήταν μεγάλη, με 10-15.000 κόσμο, που μας περίμεναν απ’ έξω με το ανάλογο… νταβαντούρι. Σε όλα τα υπόλοιπα δεν ήμουν ακριβώς χαλαρός, όμως ήμουν άνετος.
– Το υλικό της Λαμίας ανταποκρίθηκε όπως προσδοκούσατε, όταν το επιλέγατε;
Κανείς απ’ όσους έπαιξαν βασικοί φέτος δεν υστέρησε. Όλοι, από τον Αναστασιάδη και τον Ασίγκμπα, ως τον Πίτι και τον Βασιλαντωνόπουλο, σταθήκαν όπως έπρεπε. Διέψευσαν πολλούς, όσους αξιολόγησαν το ρόστερ μας ως ελλιπές ή το χειρότερο στην κατηγορία.
– Ποιο ήταν το σημείο-κλειδί στη φετινή πορεία του συλλόγου;
Πιστεύω πως οι δυο νίκες επί του Αστέρα, το «διπλό» στην Αρκαδία την 3η αγωνιστική και στον δεύτερο γύρο για τη 18η, ήταν αυτές που ξεχώρισαν. Επίσης, σπουδαία ήταν η νίκη με τον Πανιώνιο, στο πρώτο παιχνίδι στο ΔΑΚ, στο γήπεδό μας. Τότε ο Πανιώνιος αν κέρδιζε, ανέβαινε πρώτος! Δεν θα έμενε εκεί, αλλά είχε κίνητρο και τα καταφέραμε.
– Προκριθήκατε επί του Παναθηναϊκού στα προημιτελικά του Κυπέλλου Ελλάδας, αλλά εσείς επιμένατε για την πορεία στο πρωτάθλημα. Βλέπατε όντως κάμψη στην ομάδα, ή ήταν κινήσεις τακτικής;
Πάντα λέω αυτό που πιστεύω. Πίστευα λοιπόν πως η Λαμία δεν μπορούσε να βάλει δυο «καρπούζια» στην ίδια μασχάλη. Εμείς φτάσαμε να παίζουμε σε δυο διοργανώσεις, αλλά δεν μπορούσαμε εκείνη τη στιγμή να το κάνουμε αυτό. Μπορεί να έμεινε στη μνήμη του κόσμου πως αποκλείσαμε τον Παναθηναϊκό, αλλά για μένα, το γεγονός πως μείναμε στη Superleague είναι το πραγματικά σπουδαίο κατόρθωμα. Τα συγκεκριμένα παιδιά τράβηξαν το «λούκι» όλου του πρωταθλήματος, έπρεπε να ξεκουραστούν, να αποθεραπευτούν, να γυμναστούν. Ούτε οι μεγάλες ομάδες δεν μπορούν να το κάνουν, όταν για παράδειγμα παίζουν στην Ευρώπη.
«ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ Ο ΑΡΑΟΥΧΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΝΙΑ;»
– Ήταν δίκαιη η κατάταξη στο φετινό πρωτάθλημα ή κάποιος αδικήθηκε;
Η μεγάλη έκπληξη ήταν η αδυναμία του Ολυμπιακού. Νομίζω για πρώτη φορά έμεινε τόσο νωρίς εκτός κούρσας και τόσο μακριά από την κορυφή. Από κει και πέρα, ΠΑΟΚ και ΑΕΚ ήταν οι πιο σταθερές. Δεν θέλω να μπω στη διαδικασία να πω αν έκλεψαν κάποιον ή αδικήθηκε μια ομάδα. Η ΑΕΚ νομίζω πως έπαιξε καλύτερα σε όλη τη διάρκεια του πρωταθλήματος. Ο ΠΑΟΚ πλήρωσε τα λάθη του, οπότε δίκαια πήρε το πρωτάθλημα η ΑΕΚ. Από κει και πέρα, ο Αστέρας Τρίπολης ήταν πάρα πολύ καλός και δίκαια μπήκε στην πεντάδα της Ευρώπης, ενώ φυσικά ξεχώρισε ο Ατρόμητος, που έφτασε μέχρι να διεκδικεί το πρωτάθλημα. Αυτό δεν είναι κάτι που έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα, οπότε στον Ατρόμητο σίγουρα αξίζουν συγχαρητήρια που κατάφερε και μπήκε, έστω και λίγο στην κουβέντα.
– Ξεχωρίσατε κάποιον παίκτη ή κάποια ομάδα στο φετινό πρωτάθλημα;
Μου άρεσαν πολύ οι κεντρικοί του Αστέρα. Ιγκλέσιας, Τόνσο και Μουνάφο ήταν πολύ καλοί. Επίσης, ο Βασιλακάκης του Ατρόμητου ήταν σπουδαίος. Από την ΑΕΚ θα διάλεγα τον Μπακάκη, που ήταν τρομερός και ο Πέλκας στον ΠΑΟΚ ξεχώρισε. Προσπαθώ να βρω και Έλληνες, δεν την μπορώ την ξενομανία αυτή που κυριαρχεί. Είναι δηλαδή καλύτερος, για παράδειγμα, ο Αραούχο από τον Μανιά; Εγώ λέω όχι. Τόσα χρόνια παίζει καλά, πιέζει, τρέχει, σκοράρει, προσφέρει τόσα πολλά. Δεν υστερεί σε κάτι. Βέβαια, το ότι είναι ξένος, δεν σημαίνει πως με κάνει να υποτιμώ τον Κόντε, που έκανε καταπληκτική σεζόν στον ΠΑΣ Γιάννινα.
«ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΟΙ ΦΩΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ»
– Παρατηρείτε αλλαγές στο επίπεδο των ομάδων σε σχέση με 10 ή και 20 χρόνια πριν;
Είναι πραγματικότητα πως υπάρχει μια υστέρηση. Δεν βλέπω το ίδιο καλούς παίκτες σήμερα, σε σχέση με το παρελθόν. Παλαιότερα νομίζω πως το αγαπούσαν περισσότερο το ποδόσφαιρο, έστω κι αν έπαιζαν επειδή δεν είχαν και εναλλακτικές στη διασκέδασή τους. Δεν υπάρχει όμως κι εμπιστοσύνη από τις ομάδες. Μόνο σε εξαιρέσεις βλέπει κανείς να στηρίζει ένας σύλλογος κάποιον νέο ποδοσφαιριστή. Δείτε τον Κώτσιρα του Αστέρα για παράδειγμα, πόσο καλός είναι και πως φαίνεται αυτό τώρα που έπαιξε. Εμένα μου έκανε εντύπωση.
– Πόσο καλοί είναι οι Έλληνες παίκτες που παίζουν στις μεγάλες ομάδες;
Νομίζω πως είναι πολύ καλοί, όσοι παίζουν. Ούτε ο Πέλκας είναι μέτριος, ούτε ο Φορτούνης ή ο Γαλανόπουλος, ο Μπακάκης. Δεν παίζουν γιατί πρέπει να υπάρχει και κάποιος Έλληνας, είναι απλά καλύτεροι.
– Ποιο είναι το διαχρονικό πρόβλημα του ελληνικού ποδοσφαίρου, αν έπρεπε να διαλέξετε ένα;
Νομίζω πως ποτέ η διαιτησία δεν ήταν καλή, αλλά και οι Έλληνες δεν έδειξαν ποτέ εμπιστοσύνη. Οι φωνές γύρω από τους διαιτητές έχουν κάνει μεγάλο κακό. Αυτό θα έλεγα σαν το μεγαλύτερο. Φυσικά και η βία είναι τεράστιο πρόβλημα.
– Γιατί δεν γεμίζουν τα ελληνικά γήπεδα, όπως αυτό της Λαμίας;
Αρχικά, ξεκινήσαμε χωρίς να έχουμε γήπεδο, αφού λόγω έργων παίξαμε με Ολυμπιακό και ΑΕΚ στο Περιστέρι. Κόσμος πήρε διαρκείας, αλλά δεν είδε αυτά τα παιχνίδια, ούτε με τον ΠΑΟΚ, λόγω του φόβου των επεισοδίων. Εξάλλου, πέρυσι, που ερχόταν περισσότερος κόσμος, παίζαμε για την πρωτιά, κάθε Κυριακή παίζαμε για τη νίκη. Τέλος, στη Λαμία οι περισσότεροι, μέχρι πέρυσι, υποστήριζαν κάποια άλλη ομάδα και κατά δεύτερο λόγο τη Λαμία. Φέτος είδαν την ομάδα στη Superleague. Ελπίζω από του χρόνου οι Λαμιώτες να είναι πρώτα «Λαμία» και μετά όποια άλλη ομάδα! Μη συγκρινόμαστε όμως συνέχεια με το εξωτερικό, δεν έχει νόημα. Αν ακούσεις προπονητή ή ποδοσφαιριστή να σου πει πως θέλει να μείνει στην Ελλάδα και να μην πάει, για παράδειγμα, στην Αγγλία, τότε κι εγώ θα σου πω γιατί δεν είμαστε σαν την Αγγλία ή τις χώρες που τα γήπεδα γεμίζουν!
– Το σχέδιο του υφυπουργού Αθλητισμού για αναδιάρθρωση των πρωταθλημάτων, με την A1 και την Α2, πως σας φαίνεται;
Όπως το έχω παρακολουθήσει, πιστεύω πως το μεγαλύτερο πρόβλημα θα είναι ότι θα εξαφανιστεί ποδοσφαιρικά η επαρχία. Μπορεί να είναι πιο αμφίρροπα τα παιχνίδια ανάμεσα σε ισάξιες ομάδες, αλλά αν παίξουν 7 φορές, θα είναι ακόμα ανταγωνιστικό; Πιστεύω πως θα βλάψει το ποδόσφαιρο στις μικρότερες πόλεις. Εγώ νομίζω πως η λύση είναι να μπουν περισσότερες ομάδες της επαρχίας στο πρωτάθλημα, που έχουν «δίψα» και κόσμο.
«ΔΕΝ ΣΥΓΚΡΙΝΕΤΑΙ ΤΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΟΔΟΥ»
-Έξι προβιβασμοί: Θεωρείτε πως είστε πια… ειδικός;
Έχω 340 συμμετοχές σε ομάδες της Superleague. Έχω περάσει από 14 διαφορετικές ομάδες σε αυτό το επίπεδο. Αυτό που ζεις όμως όταν ανεβαίνεις από τη Football League, είναι ασύγκριτο συναίσθημα! Δεν συγκρίνεται μια άνοδος με την παραμονή! Εγώ δε, έχω ανεβάσει ομάδες που ανέβαιναν για πρώτη φορά! Η Καλλονή ή η Λαμία είναι τέτοια παραδείγματα, ενώ ο Παναιτωλικός ανέβηκε για πρώτη φορά μετά από 34 χρόνια. Όταν γίνεται αυτό σε μια τοπική κοινωνία, που «ζει» για αυτή την επιτυχία, εισπράττεις μεγάλη αναγνώριση! Υπήρχαν στιγμές που ερχόταν και μου φίλαγαν τα χέρια, το λέω κι αισθάνομαι τόσο άσχημα. Αισθάνονταν υπερήφανοι για την ομάδα τους. Αυτό δεν το ζεις στη Superleague, όταν παλεύεις για την παραμονή ή το πολύ-πολύ να κάνεις κάτι παραπάνω και να διεκδικήσεις την έξοδο στην Ευρώπη. Εγώ δεν είχα την τύχη να προπονήσω μια μεγάλη ομάδα και να διεκδικήσω τίτλους, οπότε αυτές οι στιγμές ήταν πολύ ξεχωριστές.
– Έχετε δεχθεί ποτέ χαρτάκι ή υποδείξεις απο πρόεδρο/ιδιοκτήτη/παράγοντα;
Ο κάθε πρόεδρος καταλαβαίνει με ποιον μιλάει και ποιον έχει απέναντί του. Μου έχει τύχει να έρθει ένας πρόεδρος και να μου πει «αυτόν διώχτον, είναι κωλόπαιδο». Μου έχει εξηγήσει και τους λόγους. Το έχω κάνει κιόλας, γιατί θεώρησα πως έχει δίκιο! Όχι όμως χωρίς να το θέλω. Αν ήθελα να κρατήσω κάποιον, θα τον κράταγα.
Από κει και πέρα, θα ήταν αφύσικο να μην έχω ακούσει, μετά από τόσα χρόνια στον χώρο, κάποιον παράγοντα να μιλάει για ποδόσφαιρο και να θέλω να… τραβήξω τα μαλλιά μου. Δεν θα ήθελα να μπω σε λεπτομέρειες, ωστόσο μου έχει συμβεί. Βέβαια, εξαρτάται από τον χαρακτήρα του κάθε προπονητή, τι δικαιώματα δίνει και φυσικά… πόσο ανάγκη έχει τη δουλειά. Αν δεν σε νοιάζει, λες «να» και σηκώνεσαι και φεύγεις κιόλας!
– Υπάρχει κάποια στιγμή που θα θυμάστε για πάντα στην καριέρα σας;
Θυμάμαι την άνοδο του Παναιτωλικού. Είχαμε κερδίσει εκτός έδρας τον Εθνικό και μετά παίζαμε εντός έδρας, θέλαμε τη νίκη για να ανέβουμε, αλλά ήμασταν το μεγάλο φαβορί. Θυμάμαι κόσμο να μας περιμένει στη γέφυρα του Ρίο και να μας πηγαίνει μια τεράστια πομπή, με μηχανάκια, αυτοκίνητα. Κάναμε μια διαδρομή μιας σκάρτης ώρας σε 3 και όταν φτάσαμε εκεί, είχαν μαζευτεί χιλιάδες στην πλατεία και μας αποθέωναν! Στην Καλλονή, όταν ανεβήκαμε, έπεφτε κόσμος στη θάλασσα με τα ρούχα, το είχαν χαρεί πολύ! Το ίδιο και πέρυσι στη Λαμία, περίμεναν το πούλμαν μέσα στη βροχή, όταν γυρίσαμε από Θεσσαλονίκη, μετά το 0-0 με τον Άρη και είχαν μαζευτεί στην Πλατεία Ελευθερίας για να μας χειροκροτήσουν. Όλες αυτές οι στιγμές ήταν τρομερές.
«ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΟΜΑΔΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΠΩΘΗΜΕΝΑ ΜΟΥ»
– Το ποδόσφαιρο που παίζει ένας προπονητής εξαρτάται από το υλικό του ή μετά από τόσα χρόνια, υπάρχουν πράγματα που θα κάνατε σε οποιαδήποτε ομάδα;
Ο κάθε τεχνικός έχει ένα πλάνο στο μυαλό του. Όταν όμως δεν αντιλαμβάνεται τις δυνατότητες του ρόστερ, τότε το πιθανότερο είναι πως θα αποτύχει. Πρέπει να είναι ευέλικτος και να κατανοεί τις ικανότητες των παικτών του. Δεν υπάρχουν σταθερές σε τέτοιο βαθμό.
– Έχει μείνει κάτι ως απωθημένο, κάτι που θέλατε και δεν καταφέρατε;
Ήθελα να έχω προπονήσω μεγάλη ομάδα. Το έκανα μεν στον Άρη, στην εποχή Κοντομηνά, όπου έμεινα όλη τη σεζόν. Θα ήθελα να έχω αναλάβει μια ομάδα που να κυνηγάει τίτλους. Επίσης, δεν έπαιξα ευρωπαϊκό παιχνίδι. Θεωρώ όμως πως είμαι ευλογημένος από τις επιτυχίες που είχα, την αγάπη που έχω εισπράξει και για το γεγονός πως σπάνια έμεινα χωρίς δουλειά.
– Προπονητικά, πόσο έχει αλλάξει η κατάσταση όλα αυτά τα χρόνια; Τακτικές, συστήματα, μέθοδοι…
Αν σκεφτώ τα παλιά χρόνια, πως παίζαμε και τι προπονήσεις κάναμε, θα πρέπει να πάω να κρυφτώ! Τα παιδιά στις προετοιμασίες τα διαλύαμε, τους ισοπεδώναμε στο τρέξιμο, τους βάζαμε να κουβαλάνε σακιά, να παίρνουν τα βουνά. Σήμερα έχουν εξελιχθεί οι μέθοδοι, δεν υπάρχει σύγκριση, έχουν αλλάξει τα πράγματα. Στο κομμάτι του παιχνιδιού επίσης είναι πολύ διαφορετική η κατάσταση. Παλιά δεν κοίταζε κανείς αν ο τερματοφύλακας ξέρει μπάλα, κάτι που στη σύγχρονη εποχή είναι δεδομένο. Όλοι ξέρουν να παίζουν άμυνα, όλοι ξέρουν να παίζουν επίθεση. Καμία σχέση
– Τι φταίει και οι Έλληνες προπονητές θεωρούνται μιας ή και… λιγότερης χρήσεως;
Λίγοι παράγοντες έχουν ιδιαίτερη γνώση για το ποδόσφαιρο. Αντίθετα, όλοι ενδιαφέρονται για το αποτέλεσμα. Γι΄αυτό και, όπως λέω, οι προπονητές κάνουν σύμβαση 7 ημερών, από παιχνίδι σε παιχνίδι. Δεν μπορεί να προβλέψει ένας παράγοντας πως η δουλειά κάποιου μπορεί να βγει μετά από έναν ή δυο μήνες. Έτσι, αναπόφευκτα προσπαθεί και ο προπονητής να φέρει το αποτέλεσμα το σωστό, για να παραμείνει στη θέση του. Στρέφει την προσοχή του στον τρόπο με τον οποίο θα πάρει το αποτέλεσμα που θέλει και όχι στον τρόπο που θα παίξει το ποδόσφαιρο που θέλει. Όλο αυτό γεννάει άγχος.
– Απόλλων Σμύρνης, Κέρκυρα και Λαμία είναι οι ομάδες στις οποίες έχετε παραμείνει για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Υπάρχει κάτι που σας έχει δέσει περισσότερο με κάποια απ’ αυτές;
Ο Απόλλων είναι η ομάδα των παιδικών μου χρόνων. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην περιοχή, τον υποστήριζα, ήταν ο σύλλογος που υποστήριζα όταν ήμουν νέος. Στην Κέρκυρα πέρασα εξαιρετικά, έχω πολλούς φίλους ακόμα. Το ίδιο και στη Λαμία, όπου εισέπραξα πολλή αγάπη αυτά τα δυο χρόνια.
«ΘΑ ΞΑΝΑΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗ ΛΑΜΙΑ, ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΓΙΑ ΜΕΝΑ»
– Ποδοσφαιρικό ίνδαλμα;
Για μένα, που έχω δει μέχρι και τη Βραζιλία του 1970 με τον Πελέ και τον Ριβελίνο, καταλαβαίνεις πως είναι πάρα πολύ δύσκολο να επιλέξω! Πάντως, ο Ρονάλντο και ο Μέσι είναι παίκτες που μπορούν να συγκριθούν με όλα τα «ιερά τέρατα» του παρελθόντος. Προπονητικά, μου αρέσει πολύ ο Κλοπ. Αυτό που παίζει είναι πολύ όμορφο, η λογική του «θα φάμε 4 γκολ και θα βάλουμε 5». Πιο ωραίο είναι από το στυλ του Γκουαρντιόλα, με τις ομάδες του να κρατάνε τη μπάλα και τους αντιπάλους τους να τρέχουν 10-15 χιλιόμετρα ο καθένας για να τους την πάρουν. Με τη Λίβερπουλ δεν υπάρχει περίπτωση να πλήξεις. Δεν υπάρχει παιχνίδι που να μη βάλει γκολ, όπως δεν υπάρχει και παιχνίδι που να μη φάει. Αγαπημένη μου ομάδα βέβαια, είναι η Μπάγερν Μονάχου.
– Ο Μιχάλης Κακιούζης είχε πει πως θα σταματήσει να παίζει, όταν σηκωθεί ένα πρωί και δεν θέλει πια να πάει για προπόνηση. Τι κρατάει ακόμα αναμμένη τη «φλόγα» του Μπάμπη Τεννέ και μένει στους πάγκους;
Αυτό που με κρατάει είναι τα τρίμηνα που έχω μείνει στο σπίτι και μου φταίνε όλα! Τώρα που μεγαλώνω ειδικά, δεν έχω και πολλά πράγματα να κάνω, όπως όταν ήμουν νέος. Αυτό είναι που μου δίνει όρεξη να συνεχίσω να δουλεύω.
– Η Λαμία είναι η ομάδα που θα «χρωματίσει» το άμεσο μέλλον σας;
Είναι κάτι που δεν το ξέρω αυτή τη στιγμή. Έχουμε κάτι επαφές, άλλωστε η σχέση μου με τη διοίκηση και τον Πανουργιά Παπαϊωάννου είναι είναι πάρα πολύ καλή. Του ζήτησα να ξαναμιλήσουμε στο τέλος της επόμενης εβδομάδας, εφόσον έχει ξεκαθαρίσει η κατάσταση με το ιδιοκτησιακό κι εγώ εκείνη τη στιγμή είμαι ελεύθερος.
– Υπάρχουν προτάσεις από άλλους συλλόγους;
Ναι. Υπάρχουν δυο προτάσεις της Superleague.
– Θα πηγαίνατε και στη Football League, αν υπήρχε πρόταση;
Για μένα είναι πολύ σημαντικό το περιβάλλον σε έναν σύλλογο. Αν αισθάνομαι καλά, είναι βασικό για μένα. Αυτό είναι που στο τέλος θα παίξει και καθοριστικό ρόλο.