Νέα θύελλα ξέσπασε στον πολύπαθο χώρο της Παιδείας, από την απόφαση του αρμόδιου υπουργείου να «κόψει» μαθηματικά, φυσική, χημεία, γεωλογία και βιολογία από τις προαγωγικές εξετάσεις της Α’ και Β’ Λυκείου, μετά την μείωση των συγκεκριμένων μαθημάτων στην διδασκαλία και τις εξετάσεις στο Γυμνάσιο, που είχε προηγηθεί.
Σε μια εποχή, μάλιστα, που οι θετικές επιστήμες, ακριβώς επειδή αποτελούν τον βασικό μοχλό της παγκόσμιας ανάπτυξης, διαρκώς κατακτούν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο στα εκπαιδευτικά προγράμματα στις προηγμένες χώρες, ενώ παράλληλα αυξάνονται κατακόρυφα και οι σχετικές δαπάνες για έρευνα!
Με οξύτατες ανακοινώσεις τους, η Ελληνική Μαθηματική Εταιρία καθώς και οι ενώσεις Μαθηματικών, Φυσικών, Χημικών και Βιολόγων, επιτίθενται κατά του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου, τον οποίον κατηγορούν ότι οδηγεί την παιδεία στην χώρα σε μια «πρωτοφανή οπισθοδρόμηση» και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου προειδοποιώντας όσους συμφωνήσουν και συμπράξουν την διάλυση του Λυκείου ότι «θέτουν σε κίνδυνο το μέλλον της Ελλάδος…»
Η σχετική πρωτοφανής εισήγηση, έγινε από το «Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής», πρόεδρος του οποίου είναι ο καθηγητής Επιστημολογίας και Κοινωνιολογίας της Γνώσης στο πανεπιστήμιο Αθηνών, Γ. Κουζέλης, την οποία και υιοθέτησε (μέχρι στιγμής…) και το υπουργείο. Υπενθυμίζεται ότι με εισήγηση πάλι του ΙΕΚ, όχι μόνο μειώθηκαν δραστικά οι ώρες διδασκαλίας στα συγκεκριμένα μαθήματα στο Γυμνάσιο, αλλά στη Β Λυκείου δεν εξετάζεται κανείς στη Γεωμετρία Γενικής Παιδείας ενώ στην Άλγεβρα μόνο οι μαθητές της θεωρητικής κατεύθυνσης και στα Μαθηματικά προσανατολισμού οι μαθητές της θετικής κατεύθυνσης. Αντίστοιχα στην Α Λυκείου θα εξετάζεται μόνο Φυσική, Χημεία και όχι η Βιολογία η οποία θα επιστρέφει στη Β Λυκείου.
Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι επί υπουργίας Γαβρόγλου προβάλλεται σχεδόν… επί μονίμου βάσεως ως «επιχείρημα» ότι ανάμεσα στο Υπουργείο και στο ΙΕΠ επικρατεί… σχίσμα! Ότι ,δηλαδή, υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ υπουργείου και ΙΕΠ η οποία όμως όχι μόνο δεν επιλύεται ριζικά, αλλά προφανώς και… επιβραβεύεται, αφού ο υπουργός υιοθετεί πάντα τις εισηγήσεις του- οι οποίες σημειωτέον είναι συμβουλευτικού χαρακτήρα…
Η Μαθηματική Εταιρία
Η Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία κάνει λόγο για «ανιστόρητη» απόφαση του υπουργείου Παιδείας και για «αλλοίωση του επιστημονικού περιεχομένου της μαθηματικής εκπαίδευσης.
Η συγκεκριμένη απόφαση περιλαμβάνεται, με έναν θεμελιακά λανθασμένο τρόπο, στην επιδίωξη της μείωσης του εξεταστικού φόρτου του Λυκείου. Υπουργείο και ΙΕΠ δείχνουν και πάλι να αντιλαμβάνονται το σύστημα των εξετάσεων ως απολύτως ανεξάρτητο από το σύστημα και τους στόχους της διδασκαλίας και μάθησης. Οδηγούν κατά συνέπεια σε διπλά αρνητικό αποτέλεσμα, ερημώνοντας το μαθησιακό περιεχόμενο της εκπαιδευτικής λειτουργίας. Ενισχύουν την ασκησιολογία στο περιεχόμενο της διδασκαλίας και την παπαγαλία στο περιεχόμενο των εξετάσεων».
Όπως επισημαίνει η ΕΜΕ,«κόβουν και ράβουν την εξεταστέα ύλη, αδιαφορώντας για τη συνοχή της διδακτέας ύλης. Αυθαιρετούν, χωρίς επίγνωση της επιστημολογίας και των εσωτερικών διαρθρώσεων που νοηματοδοτούν τη μάθηση των Μαθηματικών στο Λύκειο. Η μαθηματική εκπαίδευση κομματιάζεται με τρόπο που αναιρείται ως μαθηματική και ως εκπαίδευση. Αποφασίζουν χωρίς συναίσθηση των κοινωνικών και γνωστικών επιπτώσεων που έχει η αποτυχία στα Μαθηματικά στη γενικότερη σχολική αποτυχία».
Έξαλλοι φυσικοί, Χημικοί, Γεωλόγοι, Βιοεπιστήμονες
Απο την πλευρά τους σε κοινή ανακοίνωση Φυσικοί, Χημικοί και Βιοεπιστήμονες σημειώνουν ότι η ηγεσία του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής «μετέτρεψε το Γυμνάσιο σε μια άχρηστη εκπαιδευτική βαθμίδα και σε τρίχρονο parking παιδιών, έβαλαν στο στόχαστρο το Λύκειο του οποίου τη διάλυση με περισσή ενάργεια απεργάζονται.Είμαστε αντίθετοι σε ένα σχολείο της αμάθειας και της “μη γνώσης”, το οποίο φαίνεται να βρίσκει θερμούς υποστηρικτές στην ηγεσία του σημερινού ΙΕΠ του κυρίου Κουζέλη».
Και συνεχίζουν στην κοινή τους ανακοίνωση Φυσικοί, Χημικοί και Βιοεπιστήμονες:
«Με ποιο επιχείρημα άραγε μπαίνουν στο περιθώριο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της εκπαιδευτικής αξιολόγησης τα μαθήματα των θετικών επιστημών; Υπάρχουν σήμερα μαθητές που δεν προάγονται εξαιτίας των θετικών μαθημάτων; Πού συζητήθηκαν όλα αυτά και ποιοι σχετικοί επιστήμονες συμμετείχαν και τα υποστήριξαν; Είναι για την Ελλάδα του 21ου αιώνα διαφορετικά τα κριτήρια για μια αποτελεσματική εκπαίδευση από ότι για τις άλλες χώρες για τις οποίες τόσο η UNESCO, όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστούν αύξηση της διδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών, ώστε να υπάρξει βιώσιμη και αειφόρα ανάπτυξη;»