Ο πόλεμος των χούλιγκαν έχει γίνει θέμα συζήτησης στη χώρα διαχρονικά. Η οπαδική βία όμως συνεχίζεται και όπως φαίνεται η κατάσταση στη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο, παραμένει ανεξέλεγκτη…
Η ιστορία του χουλιγκανισμού στην χώρα μας ξεκινάει από πάρα πολύ παλιά με θανάτους οπαδών και φιλάθλων να αφήνουν ανεξίτηλο το σημάδι τους στην ελληνική κοινωνία. Σεπτέμβριος του 1983 και η περιοχή Χαριλάου στη Θεσσαλονίκη, θα γίνει γνωστή σε όλη την Ελλάδα και δυστυχώς όχι για καλό λόγο. Εκεί, ο 18χρονος Άρης Δημητριάδης γίνεται ο πρώτος καταγεγραμμένος νεκρός της οπαδικής βίας.
Ο λόγος που έφυγε ο 18χρονος; Απλός και τραγικός. Ρώτησε πόσο έληξε ο Άρης στην Αθήνα και επειδή “πείραξε” τους φίλους του για το αποτέλεσμα, οπαδοί των «κιτρινόμαυρων» τον μαχαίρωσαν και του επιτέθηκαν με μπουνιές και κλωτσιές. Έξι μέρες μετά, ο νεαρός αφήνει την τελευταία του ανάσα στον θάλαμο εντατικής θεραπείας του ΑΧΕΠΑ όπου είχε μεταφερθεί αμέσως μετά την δολοφονική επίθεση που δέχθηκε.
Δυστυχώς, στην χώρα μας ήταν να μην γίνει η αρχή. Μόλις τρία χρόνια αργότερα έρχεται ακόμα μια δολοφονία που συνταράσσει το Πανελλήνιο. Ο 29χρονος καθηγητής Χαράλαμπος Μπλιώνας άφησε την τελευταία του πνοή στο γήπεδο «Αλκαζάρ» της Λάρισας, όταν δέχθηκε φωτοβολίδα στον λαιμό.
Πέρασαν πάρα πολλά χρόνια και μέσα σε όλη αυτή την περίοδο πολλοί “έφυγαν” από τα ραντεβού θανάτου. Πίσω στο 2017 και συγκεκριμένα στις 27/4. Ο 24χρονος Κύπριος, Νάσος Κωνσταντίνου αποχαιρετά την οικογένειά του και παίρνει την απόφαση να πάρει το αεροπλάνο για να έρθει να παρακολουθήσει τον ημιτελικό του ΠΑΟΚ με τον Παναθηναϊκό.
Η λήξη της αναμέτρησης τον βρίσκει χαρούμενο καθώς η αγαπημένη του ομάδα έχει πάρει την νίκη κόντρα στους «πράσινους» και μαζί, το εισιτήριο για τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος. Παίρνει τον δρόμο προς το κέντρο της πόλης χωρίς να γνωρίζει πως αυτό το συναίσθημα της χαράς θα είναι και το τελευταίο χαρούμενο συναίσθημα που θα νιώσει.
Οπαδοί του Ηρακλή εκατοντάδες μέτρα μακριά από την Τούμπα, έχουν βγει για “κυνήγι”, ψάχνοντας οπαδούς του Δικεφάλου που κινούνται μεμονωμένοι, στην επιστροφή τους από το γήπεδο. Ο Νάσος Κωνσταντίνου είναι αυτός που βρίσκεται μοιραία στο δρόμο τους. Ο 24χρονος βλέπει μια παρέα χούλιγκαν να κατευθύνεται προς το μέρος του, με τον ίδιο να προσπαθεί να διασχίσει κάθετα την Αγίου Δημητρίου για να γλιτώσει.
Ένα ΙΧ παρασέρνει τον άτυχο νέο ο οποίος θα νοσηλευτεί πολλές μέρες σε νοσοκομείο της πόλης όπου και θα καταλήξει. Η Θεσσαλονίκη και η Κύπρος βυθίζονται στην θλίψη. Εκείνη τη στιγμή η πόλη γνώριζε ότι τίποτα δεν θα είναι ξανά το ίδιο. Από την ημέρα εκείνη και έπειτα, οι φίλαθλοι των ομάδων θα κοιτάνε μέχρι και την σκιά τους κάθε φορά που θα τύχει να φοράνε φανέλα της αγαπημένης τους ομάδας.
Πρώην συνδεσμίτης αφηγείται στο politic.gr την κατάσταση που επικρατούσε στους οπαδικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης, επισημαίνοντας πως η δολοφονία του Άλκη Καμπανού ήταν “ένα έγκλημα που το περίμεναν όλοι”. «Εγώ μόνο για εμένα θα μιλήσω και πως εγώ προσωπικά έμπλεξα με σύνδεσμο και σκηνικά», έτσι ξεκίνησε η συζήτηση η οποία έμελλε να μας ταξιδέψει σε μια ιστορία με αίσιο – στην δικιά του περίπτωση- τέλος.
«Εγώ υποστήριζα από μικρός μια ομάδα και πήγαινα στο γήπεδο κάθε Κυριακή. Στην περιοχή που μένω δίπλα στο σπίτι μου οι οπαδοί της συγκεκριμένης ομάδας διατηρούν σύνδεσμο στον οποίο πήγαιναν συχνά φίλοι μου και γνωστοί» λέει αρχικά και προσθέτει: «Μια μέρα λοιπόν που ήμουν σπίτι μου πήγα στον σύνδεσμο προκειμένου να πάρω καμία μπλούζα – όπως έκανα συχνά – και να μιλήσω με τους γνωστούς μου. Έτσι πήρα την απόφαση να οργανωθώ κιόλας».
Φεύγουμε από την απόφαση του να οργανωθεί στον σύνδεσμο και πηγαίνουμε στα πρώτα σκηνικά που ήταν παρών. «Συνήθως δεν σου λένε πάμε για ξύλο ή για ντου. Κανονίζει ο σύνδεσμος μαζί με άλλους συνδέσμους πορεία προς το γήπεδο. Σε αυτές τις πορείες δεν είναι απαραίτητο ότι θα πέσει ξύλο αλλά αν πετύχεις μπροστά σου άλλους οπαδούς είναι ή εγώ ή αυτοί» τονίζει αφοπλιστικά και προσθέτει:
«Και να μην θέλεις να πλακωθείς, θα πλακωθείς για να γλιτώσεις. Ή σακατεύεις ή σακατεύεσαι», λόγια μαχαίρια από τον πρώην συνδεσμίτη ο οποίος απατώντας στην ερώτηση πώς φτάσαμε στα μαχαιρώματα τονίζει: «Παλιά δεν ήταν έτσι, παλιά είχε μόνο χέρια, ξύλα και κράνη. Η «μόδα» με τα μαχαίρια και τα όπλα ήρθαν από την Αθήνα. Όταν εξελίσσονται οι αντίπαλοι σου πρέπει να εξελιχθείς και εσύ».
«Τα περισσότερα πεσίματα δεν τα γνωρίζουν οι υπεύθυνοι των συνδέσμων, και σίγουρα δεν τα γνωρίζουμε εμείς που πάμε σαν απλοί συνδεσμίτες. Έχω τύχει σε σκηνικό που κάνουμε πορεία για το γήπεδο του βόλεϊ και ξαφνικά σε έναν σύνδεσμο άλλης ομάδας βλέπουμε μαζεμένα άτομα να μας περιμένουν. Εκεί είναι – όπως σου είπα και πιο πάνω – ή εγώ ή αυτοί».
newsit.gr