Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, λαμβάνοντας υπόψη τα επιστημονικά δεδομένα, διατυπώνει την θετική της γνώμη για τον εθελοντικό εμβολιασμό των εφήβων ηλικίας 15-17 ετών, (γεννημένοι πριν την 1η Ιανουαρίου 2006), υπογραμμίζοντας την ανάγκη της γονικής συναίνεσης μετά από ενημέρωση. Παράλληλα θα παρακολουθεί και επικαιροποιεί όποιο θέμα ανακύπτει σχετικά με τον εμβολιασμό.
«Ο εμβολιασμός των εφήβων είναι ένα ασφαλές βήμα προς την κανονικότητα της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ζωής», ανέφερε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου, κατά την ενημέρωση για το Εθνικό Σχέδιο εμβολιαστικής κάλυψης για τη νόσο COVID-19.
Η καθηγήτρια, αναφέρθηκε στα δεδομένα που αξιολογούνται για τον εμβολιασμό του πληθυσμού κάτω των 18 ετών. Εξήγησε ότι τα παιδιά και οι έφηβοι έχουν μικρό, αλλά υπαρκτό κίνδυνο νόσησης. Αποτελούν σύμφωνα με τα στοιχεία, το 14,1% του συνόλου των περιπτώσεων και σπάνια μπορούν να παρουσιάσουν το πολυσυστημικό φλεγμωνώδες σύνδρομο με θνητότητα 1,2%, ενώ είναι υπό διερεύνηση και οι βλαπτικές επιπτώσεις της νόσησης covid μετά από την νόσηση.
Η συχνότητα εισαγωγής στο νοσοκομείο παιδιών από 12 έως 17 ετών, είναι 2,5 έως 3 φορές μεγαλύτερη από την συχνότητα των εισαγωγών από την συνήθη εποχική γρίπη.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι από τους 204 εφήβους ηλικίας 12 έως 17 ετών που νοσηλεύθηκαν κατά την διάρκεια του τριμήνου Ιανουαρίου- Μαρτίου 2021, το 70,6% είχαν υποκείμενο νόσημα, το 31,4% εισήχθη σε ΜΕΘ και 5% χρειάστηκε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Δεν σημειώθηκε κανένας θάνατος.
Εξήγησε ότι στα υποκείμενα νοσήματα περιλαμβάνονται η παχυσαρκία, σε ποσοστό 36%, χρόνιες πνευμονοπάθειες, 31%, νευρομυικά και νευρολογικά νοσήματα, 14%, όπως και άλλα χρόνια νοσήματα. Όπως είπε, τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι ο εμβολιασμός θα προσέφερε στα παιδιά και τους εφήβους και ιδιαίτερα με υποκείμενα νοσήματα, ένα σημαντικό ποσοστό προστασίας τη υγείας τους.
Η κ. Θεοδωρίδου αναφέρθηκε και στην μεταδοτικότητα, λέγοντας ότι οι μελέτες δείχνουν ότι οι έφηβοι μεταδίδουν τον ιό ευκολότερα απ’ ό,τι τα παιδιά μικρότερης ηλικίας, γι’ αυτό και έχουν παρατηρηθεί επιδημικές εξάρσεις που συνδέονται με τις εξωσχολικές δραστηριότητες των εφήβων.
«Το γεγονός ότι αποτελούν άτομα με δυνατότητα αυξημένης διασποράς του ιού, αποτελεί ένα ακόμη στοιχείο υπέρ του εμβολιασμού, που θα συμβάλει στην επαναφορά στην κανονικότητα, την εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και την κοινωνική δραστηριότητα των εφήβων».
Ταυτόχρονα με τον εμβολιασμό των εφήβων, θα υπάρχει και το όφελος της προστασίας των ευάλωτων ατόμων που για κάποιο λόγο δεν εμβολιάστηκαν, είπε η κ. Θεοδωρίδου. «Ο εμβολιασμός των εφήβων έχει και μία έμμεση προστασία για άτομα του περιβάλλοντός τους».
Τα εμβόλια που θα χρησιμοποιηθούν είναι τα mRNA, που σύμφωνα με μελέτες είναι και πιο αποτελεσματικά στα παιδιά και εφήβους απ΄ ότι σε ενήλικες, σε ποσοστό που αγγίζει και το 100%.
Αναφέρθηκε στην ασφάλεια των εμβολίων, λέγοντας ότι η πρώτη χώρα που ξεκίνησε τον εμβολιασμό παιδιών άνω των 12 ετών ήταν ο Καναδάς. Στην Ευρώπη κάθε κράτος διαμορφώνει, όπως και για όλα τα εμβόλια, την δική του στρατηγική – και ήδη αρκετές χώρες τοποθετούνται υπέρ του εμβολιασμού διαφόρων ηλικιών παιδιών και εφήβων.
Η ασφάλεια παρακολουθείται αυστηρά, είπε η κ. Θεοδωρίδου. Υπό δημοσίευση είναι μια πολυκεντρική μελέτη από τις ΗΠΑ, για την οποία η σπάνια αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια της περιμυοκαρδίτιδας είναι το κυρίαρχο θέμα ελέγχου. Μέχρι τις 21 Ιουνίου, είχαν γίνει 8 εκ. δόσεις εμβολίων σε παιδιά ηλικίας 12 έως 17 ετών, και σε 6 εκ. παιδιά είχαν δοθεί και οι 2 δόσεις. Καταγράφηκαν 250 περίπου περιπτώσεις ήπιας περιμυοκρδίτιδας που αντιπροσωπεύουν το 1 έως 4% περιπτώσεις ανά 100.000.
«Απαιτείται συνεχής επιτήρηση των ανεπιθύμητων παρενεργειών, αλλά οι σπάνιες ήπιες καταστάσεις δεν αναιρούν το όφελος των εμβολίων», τόνισε.
Μετάλλαξη Δ
Το καλοκαίρι, είπε η κ. Θεοδωρίδου, επισκιάζεται από την απειλητική μετάλλαξη Δ που φέρνει αλλαγή των δεδομένων. Ανέφερε ότι ως προς την βαρύτητα της νόσου, είναι ακόμα νωρίς να δοθεί ο χαρακτηρισμός «ήπια» και χρειάζεται παρακολούθηση. Το σίγουρο είναι ότι είναι πιο μεταδοτική. Απειλούνται κυρίως ανεμβολίαστα άτομα, άτομα με χρόνια νοσήματα, ή που λόγω θεραπείας δεν ανταποκρίθηκαν στον εμβολιασμό, και άτομα κάτω των 18 ετών στα οποία δεν ήταν διαθέσιμο το εμβόλιο.
Σχετικά με την προστασία από την μετάλλαξη Δ, τόνισε ότι και τα 4 διαθέσιμα εμβόλια είναι αποτελεσματικά σε υψηλό ποσοστό. Η προστασία από το Pfizer και το Moderna αγγίζει το 96%, το AstraZeneca, το 92% και το εμβόλιο της Johnson & Johnson αγγίζει το 85% προστασία έναντι της σοβαρής νόσου και της ανάγκης εισαγωγής σε νοσοκομείο.
Η προστασία με μία δόση είναι μόνο 33% και άρα είναι σημαντικό να γίνουν και οι δύο δόσεις είπε η κ. Θεοδωρίδου, τονίζοντας παράλληλα ότι πρέπει να τηρούνται και τα μέτρα προστασίας. Τόνισε επίσης, ότι είναι λάθος να περιμένει κάποιος να ξεκινήσει τον εμβολιασμό του μετά τις διακοπές, λέγοντας ότι όλα μπορούν να προσαρμοστούν. Για εκείνους ωστόσο που έχουν κάνει ήδη την πρώτη δόση, υπογράμμισε ότι κανένα εμβόλιο δεν χάνεται μετά από την πρώτη δόση, και πως η δεύτερη δόση, εάν συμπίπτει χρονικά με τις διακοπές, μπορεί να μετατεθεί και για 2 έως 3 εβδομάδες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ