Αμνηστία έχει δοθεί, ουσιαστικά, σε πολιτικά κόμματα και τράπεζες με την τροπολογία που ψηφίστηκε το 2013 από ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, καθώς ακόμα και η πρόθεση της κυβέρνησης εφόσον γίνει πράξη και την καταργήσει, επιβαρυντικός νόμος, με βάση το Σύνταγμα, δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ και δεν μπορεί κανείς να διωχθεί ποινικά.
Έτσι, αποδεικνύεται για μία ακόμα φορά ότι η αυτοπροστασία του πολιτικού συστήματος έχει πολλά …πλοκάμια, αφού για δάνεια που ήταν γνωστό ότι ποτέ δε θα πληρωθούν δεν διώκεται κανείς τραπεζίτης, πολιτικός, ή δανειολήπτης (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, Πολιτικά Κόμματα, κλπ), ενώ υπάρχουν διώξεις για δάνεια που έχουν (ή είχαν όταν δόθηκαν) τις απαιτούμενες εξασφαλίσεις. Βεβαίως, όλες οι περιπτώσεις δεν είναι ίδιες και οι διαδικασίες του δικαστικού σκέλους θα αναδείξουν εάν οι λόγοι για τους οποίους έγιναν οι διώξεις ευσταθούν ή όχι.
Η κατάργησή της τροπολογίας, με τρόπο που μελετά η κυβέρνηση, όπως είπε ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης κ. Παπαγγελόπουλος «μπορεί γίνει μόνο από τα αρμόδια δικαστήρια», αλλά σε κάθε περίπτωση υπογράμμισε ότι δεν υπάρχει αναδρομική ισχύς.
Υπενθυμίζεται ότι η ασυλία θεσπίστηκε τον Απρίλη του 2013 με εκπρόθεσμη τροπολογία που ψηφίστηκε από την τότε συγκυβέρνηση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Την τροπολογία κατέθεσαν οι βουλευτές της ΝΔ Δ. Χριστογιάννης, Δ. Τσουμάνης, Δ. Σταμενίτης, λίγη ώρα πριν την ολοκλήρωση της συζήτησης του νομοσχεδίου που είχε καταθέσει το υπουργείο Ανάπτυξης για «διαμόρφωση φιλικού αναπτυξιακού περιβάλλοντος για τις στρατηγικές και ιδιωτικές επενδύσεις και άλλες διατάξεις». Τότε αναφερόταν ότι «δεν συνιστά κατά τη έννοια των άρθρων 256 και 390 του Ποινικού Κώδικα για τον πρόεδρο τα μέλη του Δ.Σ και τα στελέχη των τραπεζών, η σύναψη δανείων πάσης φύσεως με νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, του ευρύτερου δημοσίου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται κατά νόμο καθώς και η εν γένει παροχή πιστώσεων σε αυτά, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) υφίστανται αποφάσεις των θεσμοθετημένων εγκριτικών επιτροπών ή οργάνων κάθε τράπεζας και β) τηρήθηκαν, κατά τη χορήγησή τους, οι σχετικές κανονιστικές πράξεις της Τράπεζας της Ελλάδος». Επίσης στην εισηγητική έκθεση τονίστηκε ότι «η διάταξη καταλαμβάνει και τα ήδη χορηγηθέντα ή εκκρεμή δάνεια». Δηλαδή η τροπολογία που είχε αναδρομική ισχύ, εκτός από τα δάνεια των κομμάτων αφορά δανειοδοτήσεις ΜΚΟ ή άλλων ιδρυμάτων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
Τα Δάνεια και οι επιχορηγήσεις των πολιτικών κομμάτων
Σε 272 εκατ. ευρώ ανέρχονται τα δάνεια σε ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ, από τα οποία το περίπου 95% αντιστοιχεί σε χορηγήσεις από κρατικές τράπεζες και κυρίως από την …αμαρτωλή Αγροτική Τράπεζα την οποία πάντα ήλεγχαν, μέσω του Διοικητή που διόριζαν, τα κυβερνώντα κόμματα, δηλαδή η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Τα υπόλοιπα βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια της Τράπεζας Αττικής, της Εθνική Τράπεζας, της Eurobank και της Τράπεζα Πειραιώς η οποία κληρονόμησε και της Marfin Egnatia Bank.
Οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε προβλέψεις για το μεγαλύτερο μέρος αυτών καθώς δεν εξυπηρετούνται επί σειρά ετών.
Τα ποσά μοιράζονται δυσανάλογα στα 4 πολιτικά κόμματα, όπως ακριβώς ήταν τότε και η δύναμη τους στις εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις. Ειδικότερα, τα συνολικά δάνεια στη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ ανέρχονται σε περίπου 140 εκατ. ευρώ και περίπου 120 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα, ενώ το ΚΚΕ δανείστηκε περί τα 4 εκατ. ευρώ και το ΣΥΡΙΖΑ περί τα 8 εκατ. ευρώ.
Από τα τέσσερα κόμματα, οι καλοπληρωτές είναι το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ καθώς εξυπηρετούσαν και συνεχίζουν να εξυπηρετούν κανονικά τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες, ενώ η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσαν με τους …δικούς τους όρους να χαρακτηριστούν μπαταχτσήδες!
Τα πολιτικά κόμματα δανείζονταν από τις τράπεζες προσφέροντας ως εξασφάλιση τις κρατικές επιχορηγήσεις που λάμβαναν μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση. Το ύψος της κρατικής επιχορήγησης ήταν (και συνεχίζει να είναι) ανάλογο με το αποτέλεσμα του κάθε πολιτικού κόμματος στις εθνικές εκλογές. Η διάρκεια των δανείων ήταν μεταξύ 6 με 8 έτη. Έτσι, τα κόμματα, έβαζαν εγγύηση και τις επόμενες, δηλαδή, τις μελλοντικές κρατικές επιχορηγήσεις, προεξοφλώντας τη διατήρηση ή ακόμα και την αύξηση της δύναμής τους στις επόμενες εθνικές εκλογές. Ακριβώς εκεί έκαναν τα …στραβά μάτια οι Διοικητές των κρατικών τραπεζών, που άλλωστε ήταν διορισμένοι από τα ίδια τα πολιτικά κόμματα που ζητούσαν τα δάνεια.
Η σημερινή κατάσταση, δηλαδή τα μειωμένα ποσοστά που έλαβαν τα πολιτικά κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση, άνοιξαν ακόμα περισσότερο την ψαλίδα. Δημιούργησαν ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα στην αποπληρωμή των δανείων, αφού τα μειωμένα ποσοστά οδήγησαν σε μικρότερου ύψος κρατικές επιχορηγήσεις. Επομένως, η δυνατότητα αποπληρωμής τους έχει πλέον, εκ των πραγμάτων, αδυνατίσει αισθητά.
Γι αυτό, οι διοικήσεις των τραπεζών που έχουν τα δάνεια αυτά, αλλά και οι διοικήσεις εκείνες που τα κληρονόμησαν λόγω της συγκέντρωσης του κλάδου, αναγκάστηκαν (πιεζόμενοι και από την τρόικα) να εγγράψουν προβλέψεις (δηλαδή ζημίες) έναντι των εν λόγω δανείων. Παράλληλα, οι διοικήσεις των τραπεζών προέβησαν σε ρεαλιστικές ρυθμίσεις αυτών των χορηγήσεων έτσι ώστε οι μηνιαίες δόσεις που πληρώνουν τα κόμματα να αντανακλούν την πραγματική κρατική επιχορήγηση που έχουν λάβει και όχι αυτή που προσδοκούσαν ότι θα πάρουν η οποία θα ήταν σημαντικά πιο αυξημένη.
Με το ξεκίνημα της κρίσης στη χώρα μας, πολιτικοί αρχηγοί αλλά και πρωτοκλασάτα στελέχη κομμάτων έλεγαν προς την κοινωνία ότι οι τράπεζες θα πρέπει να είναι κρατικές για να είναι πιο δίκαιες προς τον φορολογούμενο πολίτη, αναφέροντας παραδείγματα κακοδιαχείρισης εκ μέρους των εκλεγμένων διοικήσεων από την πλειοψηφία των μετόχων των ιδιωτικών τραπεζών. Αυτήν ακριβώς την προοπτική έτρεμε, στην κυριολεξία, η τρόικα η οποία εφάρμοσε ένα διαφορετικό σύστημα στη χώρα μας. Κρατικές τράπεζες με ιδιωτικό μάνατζμεντ. Διότι όχι μόνο η πρόθεση των εταίρων δανειστών μας δεν ήταν και δεν είναι να γίνουν κρατικές οι 4 συστημικές τράπεζες, αλλά επιχειρεί, με κάθε μέσο, να κόψει και τον γόρδιο δεσμό που συνδέει την πολιτική εξουσία με τις τράπεζες. Πολλοί υποστηρίζουν, ότι οι εταίροι γνωρίζουν πολύ καλά αυτές τις πρακτικές αφού οι ίδιοι εκτιμούν ότι ο ευρωπαϊκός νότος πήρε τα σκήπτρα από τις χώρες του βορά…
Ένα άλλο ζήτημα που τίθεται είναι η κρατική επιχορήγηση. Δηλαδή ότι, το κράτος χρηματοδοτεί και τα πολιτικά κόμματα. Αυτό συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και παρά τη μείωση των ποσών της επιχορήγησης, για το διάστημα 2010-2014 έλαβαν περίπου 190 εκατομμύρια ευρώ από το κράτος εκτός των δανείων.
Για το ζήτημα αυτό υπάρχει διακομματική συναίνεση, με το επιχείρημα ότι με αυτόν τον τρόπο τα κόμματα αποφεύγουν την οικονομική εξάρτηση από ιδιωτικά συμφέροντα και επομένως προστατεύεται το δημόσιο συμφέρον και θωρακίζεται η δημοκρατία και η ανεξαρτησία στις αποφάσεις κατά τη διακυβέρνηση της χώρας. Δεν απαντούν ωστόσο στο ερώτημα γιατί δεν αντικαθιστούν την κρατική επιχορήγηση με την ιδιωτική, με απόλυτα διαφανείς διαδικασίες και όρους.
Οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ)
Οι ΜΚΟ εμφανίστηκαν τη 10ετία του 1990 και άνθισαν από το 2000 και μετά. Υπολογίζεται μάλιστα ότι το σύνολο των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων στη χώρα μας, φτάνει τις 30.000, από τις οποίες τουλάχιστον οι μισές είναι …«φαντάσματα». Με αφορμή τα οικονομικά σκάνδαλα δύο ΜΚΟ του 2013, έχουν ταυτιστεί στη χώρα μας με την αδιαφάνεια, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων.
Ο χρηματοδότης των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων ήταν το ελληνικό δημόσιο. Είναι ενδεικτικό ότι περίπου «600 Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, οι οποίες διατηρούσαν στενή συνεργασία μόνο με το Υπουργείο Εξωτερικών, διαχειρίστηκαν την δεκαετία 2000-2010 περίπου 135 εκατομμύρια ευρώ κρατικού χρήματος σε καθεστώς σχεδόν ανύπαρκτου θεσμικού και ελεγκτικού πλαισίου», είχε γράψει σε άρθρο του το 2014 ο πολιτικός επιστήμονας, Άκης Σακελλαρίου. Και στη συνέχεια είχε τονίσει ότι «αποτελεί δε κοινό τόπο ότι η πλειοψηφία των ΜΚΟ στην Ελλάδα λειτούργησε σαν προέκταση του πελατειακού κράτους και του βολέματος των ημετέρων».
Την ίδια ώρα, επτασφράγιστο μυστικό παραμένει το σύνολο του ποσού των δανείων στις ΜΚΟ από τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες έδιναν τα δάνεια γνωρίζοντας δεν θα πάρουν πίσω ούτε ένα ευρώ, αλλά, όπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, εκτελούσαν εντολές…
Ο κ. Σακελλαρίου στο ίδιο άρθρο εξηγεί ότι: «οι ΜΚΟ, δημιουργήθηκαν έχοντας σαν πρωταρχικό σκοπό να καλύψουν τον χώρο ανάμεσα στο Κράτος και τον πολίτη. Παρά το γεγονός ότι και στις χώρες του εξωτερικού πολλές ΜΚΟ λαμβάνουν κρατική βοήθεια, πολλές σημαντικές οργανώσεις, όπως η Greenpeace, έχουν επιλέξει να μην δέχονται κρατικές επιχορηγήσεις προκειμένου να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους και να πραγματοποιήσουν απρόσκοπτα το έργο τους. Αλλά ακόμα και εάν υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε ξαφνικά σε έναν ιδανικό κόσμο στον οποίο όλες οι ΜΚΟ λειτουργούν με διαφάνεια και κάτω από ένα στέρεο ρυθμιστικό πλαίσιο, παραμένει το ερώτημα: γιατί οι Έλληνες πολίτες υποχρεούνται να πληρώνουν φόρους για τις ΜΚΟ; Μήπως θα ήταν καλύτερο και δικαιότερο να ενισχύουν μόνο αν το επιθυμούν όποιες οργανώσεις κρίνουν και αισθάνονται οι ίδιοι ότι όντως προσφέρουν σημαντικό έργο;».
Η κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης θα δώσει τέλος στις σχέσεις διαπλοκής του Κράτους με αυτούς τους οργανισμούς, ενώ παράλληλα θα υπάρξουν και δημοσιονομικά οφέλη, κατέληγε μεταξύ άλλων, στο άρθρο του ο κ. Σακελλαρίδης.
Η Εκκλησία
Το τρίτο φαινόμενο κρατικών επιχορηγήσεων και δανεισμού από τις τράπεζες είναι η Εκκλησία.
Η εκκλησία μάλιστα εξαιρέθηκε και από τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων (Capital Control). Σύμφωνα με το ΦΕΚ της 28ης Σεπτεμβρίου 2015, επιτράπηκαν οι αναλήψεις μετρητών για τις Μητροπόλεις έως του ποσού των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και για την Αρχιεπισκοπή Αθηνών έως είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000) μηνιαίως.
Το αρμόδιο υπουργείο ανάφερε: “Εξαιρούνται των περιορισμών χρηματικά ποσά από διεθνείς οργανισμούς και φιλανθρωπικά ιδρύματα του εξωτερικού που προορίζονται για ανθρωπιστικούς σκοπούς. Ομοίως, εξαιρούνται και οι Μητροπόλεις και η Αρχιεπισκοπή για την ανάληψη έως του ποσού των 10.000 και 20.000 ευρώ μηνιαίως αντίστοιχα”.
Το υπουργείο Οικονομικών συμπληρώνει ότι στο ίδιο δελτίο Τύπου περιγράφεται σειρά διευκολύνσεων και για οργανισμούς (φιλανθρωπικά ιδρύματα εξωτερικού) και για φυσικά πρόσωπα (νοσηλεία στο εξωτερικό, συνοδοί αρρώστων, οπλίτες, φοιτητές, διενέργεια εράνων για πάσχοντες από ανίατες ασθένειες, και σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και σε λοιπά, αλλά και για αρρώστους όπως και συνοδούς αυτών σε περίπτωση νοσηλείας εκτός Ελλάδας, άρση προθεσμιακών λογαριασμών για λόγους βιωσιμότητας κλπ).
Η Εκκλησία αντιμετωπίζεται ως “φιλανθρωπικό ίδρυμα” και εξαιρείται λόγω αγαθοεργιών. Γιατί όμως οι ανθρωπιστικές δράσεις δε θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν με ηλεκτρονικές συναλλαγές όπως αυτό καλείται να κάνει ο κάθε ένας Έλληνας πολίτης και οι εγχώριες επιχειρήσεις;