Πολύτιμο χρόνο και ηρεμία «αγόρασε» η κυβέρνηση, υιοθετώντας τη στρατηγική των δύο σεναρίων για τις περικοπές των συντάξεων, ωστόσο σε δύο εβδομάδες, που θα αποστείλει το σχέδιο του Προϋπολογισμού στην Κομισιόν, θα πρέπει να πάρει τη δύσκολη απόφαση για το αν τελικά θα αφαιρέσει το μέτρο, χωρίς να έχουν ολοκληρωθεί οι διαβουλεύσεις με τους Θεσμούς.
«Σήμερα η ελληνική πλευρά παρουσίασε το Προσχέδιο με τους δικούς της κοινοβουλευτικούς κανόνες, με δύο εκδοχές. Στις 15 του μήνα περιμένουμε ένα (a) Σχέδιο Προϋπολογισμού», σημείωσε χαρακτηριστικά ο Επίτροπος Μοσκοβισί, μετά από τη συνεδρίαση του Eurogroup, αν και κράτησε μια επιφύλαξη συμπληρώνοντας: «αλλά δεν μπορώ να προβλέψω τι θα μας σταλεί». Επί της ουσίας και οι Ευρωπαίοι ένιωσαν μάλλον ανακουφισμένοι από την επιλογή της κυβέρνησης να παρουσιάσει στο ελληνικό Κοινοβούλιο ένα Προσχέδιο με διπλή παραλλαγή για τις συντάξεις, αφού σε διαφορετική περίπτωση το κλίμα στο Eurogroup θα γινόταν ακόμα πιο βαρύ, όπως φάνηκε στην ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα λόγω Ιταλίας. Ωστόσο, το τρικ με τα δύο σενάρια, δεν μπορεί να παραταθεί πέραν της 15ης Οκτωβρίου.
Αυτό που σίγουρα κρατάει η Αθήνα από τις δηλώσεις των Ευρωπαίων, είναι ότι οι περικοπές των συντάξεων δεν χαρακτηρίζονται ως διαρθρωτικό μέτρο, τουτέστιν δεν συμμερίζονται τις θέσεις του ΔΝΤ. Δεν σημαίνει, όμως, αυτό ότι η ακύρωση του μέτρου θα είναι υγιεινός περίπατος, αφού οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες θα πρέπει να πειστούν ότι βγαίνουν τα νούμερα, κοινώς ότι οι προβλέψεις που ενσωματώνονται στο Προσχέδιο είναι ρεαλιστικές και δεν τίθεται σε κίνδυνο ο στόχος του 3,5%.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, που παρουσίασε η κυβέρνηση, με την περικοπή συντάξεων και την εφαρμογή όλων των αντίμετρων, το πλεόνασμα φτάνει στο 4,2%, δημιουργώντας έτσι ένα δημοσιονομικό χώρο 1,223 δις ευρώ, που όπως είχε γράψει το iefimerida, είναι το ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί της ελληνικής πλευράς, για την ακύρωση της μείωσης των συντάξεων. Κοινώς, βγαίνουν τα νούμερα και χωρίς το «ψαλίδι» των συντάξεων. Είναι, όμως, τόσο απλό;
Η πιο κρίσιμη μάχη θα δοθεί γύρω από το αν οι νέες εκτιμήσεις για την πορεία των φορολογικών εσόδων, είναι υπεραισιόδοξες. Όπως προκύπτει από το Προσχέδιο, το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ότι φέτος οι φόροι θα αποδώσουν περίπου 1,300 δισ. Ευρώ παραπάνω από τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου, που ψηφίστηκε στις αρχές του καλοκαιριού, ενώ για το 2019 εκτιμά ότι η υπεραπόδοση θα φτάσει στο 1 δισ. Ευρώ. Πού στηρίζει αυτήν την εκτίμηση; Προφανώς στην αύξηση της κατανάλωσης, καθώς αυτοί που «τσιμπάνε» είναι οι φόροι σε αγαθά και υπηρεσίες, ενώ το ΥΠΟΙΚ θεωρεί ότι μπορεί να εισπράξει και καμιά 200αριά εκατ. παραπάνω από τις επιχειρήσεις.
Πρόκειται για παραδοχές, που έχουν μπει προ πολλού στο μικροσκόπιο των ξένων τεχνοκρατών, καθώς παραδοσιακά οι υπερεκτιμήσεις εσόδων από την κατανάλωση έχουν μεγάλο βαθμό επισφάλειας. Στη συζήτηση αυτή θα συνεκτιμηθούν και οι παραδοχές για το ΑΕΠ, που σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ θα «τρέξει» με μεγαλύτερη ταχύτητα (2,5% αντί 2,4%), παρά το ότι οι επενδύσεις και φέτος και το 2019 θα είναι σημαντικά χαμηλότερες των αρχικών εκτιμήσεων. Ερωτήματα εγείρονται, επίσης, για την άκρως συντηρητική πρόβλεψη για τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου, πάνω στις οποίες «χτίζονται» όλοι οι Προϋπολογισμοί, καθώς ενώ ο μαύρος χρυσός έχει ξεπεράσει τα 80 δολάρια κι άπαντες «βλέπουν» τα 100 δολάρια, το ελληνικό Προσχέδιο βασίζεται στην παραδοχή για μέση τιμή μόλις 68,99 δολάρια το βαρέλι.
Η δεύτερη μάχη, θα δοθεί στο πεδίο της κοστολόγησης των εξαγγελιών της ΔΕΘ, που το υπουργείο Οικονομικών έχει ενσωματώσει στο εναλλακτικό σενάριο, δηλαδή σε αυτό που δεν υπάρχουν ούτε περικοπές συντάξεων ούτε αντίμετρα, παρά μόνο οι ελαφρύνσεις και οι ενισχύσεις που ανακοινώθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Το Προσχέδιο υπολογίζει ότι το κόστος της μείωσης του ΕΝΦΙΑ κατά 10%, της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών ελευθέρων επαγγελματιών, της επιδότησης των εισφορών νέων μισθωτών και του επιδόματος ενοικίου, ανέρχεται στα 766 εκατ. Ευρώ. Όπως έχει παραδεχθεί, όμως, κυβερνητικός αξιωματούχος, ακόμα δεν υπάρχει απόλυτη σύγκλιση ούτε σε αυτό το πεδίο.