Tετάρτη 23/5/2018, ώρα 8:00: Στις φυλακές Δομοκού, ακούγεται ο ήχος από το ξεκλείδωμα των κελιών. Αρχίζουν και πάλι να ακούγονται φωνές. Ελληνικά, τούρκικα, αλβανικά, αραβικά… Για τους 448 κρατούμενους (σ.σ σύμφωνα με την καταμέτρηση εκείνης της ημέρας, 60 είναι έξω με άδεια) αρχίζει ακόμα μια μέρα.
Μια μέρα όπως όλες οι άλλες; Όχι. Εκείνο το πρωινό περίμεναν την ομάδα της Pressing Team για να παίξουν μπάλα, να δουν διαφορετικά πρόσωπα, να μην ακούσουν οικείες φωνές, να μάθουν κάποιο νεότερο από τον κόσμο που είναι… χυμένος γύρω τους και δεν μπορούν να τον δουν. Μπορούν μόνο να τον φανταστούν, πια. Ίσως να τον μυρίσουν.
Του Παναγιώτη Δαλαταριώφ/πηγη: gazzetta.gr
Παρκάροντας έξω από την τεράστια πέτρινη μάντρα, το κεφάλι σηκώνεται σε ένα από τα φυλάκια. Μερικά βήματα πιο κάτω η πύλη. Έχοντας μπει άλλες δύο φορές σε σωφρονιστικό ίδρυμα (μία στον Κορυδαλλό και την άλλη στην ψυχιατρική πτέρυγα), περίμενα ότι θα είναι το ίδιο. Κι όμως, δεν ήταν. Με το που παραδίδεις το κινητό και την ταυτότητά σου, βρίσκεσαι ανάμεσα από δύο σιδερένιες πόρτες με κάγκελα. Κλείνουν διαδοχικά η μία μετά την άλλη. Είναι αυτός ο ήχος που σφραγίζει την ελευθερία πίσω σου. Ασυναίσθητα γυρίζεις να κοιτάξεις. Δεν θα δεις τίποτα πέρα από έναν φύλακα και κάποια κάγκελα. Απλά γυρίζεις. Προχωράμε προς τα ενδότερα του ιδρύματος. Τα μάτια καρφώνονται σε οτιδήποτε υπάρχει στο οπτικό τους πεδίο – στα σύρματα πάνω στους φράχτες, στην καθαριότητα που υπάρχει στον χώρο, στους κρατούμενους που δουλεύουν στη φυλακή. Ακούμε τα λόγια του αρχιφύλακα Γιώργου Γκιζα για τις συνθήκες που επικρατούν – ότι έχουν καλυτερεύσει σε σχέση με το παρελθόν. Όπως και ότι έχει αλλάξει το επίπεδο μόρφωσης και συμπεριφοράς των σωφρονιστικών υπαλλήλων προς τους κρατούμενους.
«Παλιότερα, είχα δει υπάλληλο να ρίχνει χαστούκι σε κρατούμενο απλά επειδή είπε “καλημέρα”. Αυτό είναι μακριά από μένα. Χαιρετούσα κάθε φορά που κλείναμε ή ανοίγαμε τα κελιά. Ένας κρατούμενος μού είπε κάποτε “εύκολα έκανα κι άλλα χρόνια μέσα για σένα”. Αυτό είναι η ανταμoιβή μου, ότι με βλέπουν καμιά φορά στο μετρό όταν έρχομαι Αθήνα και με χαιρετούν πρώην κρατούμενοι. Έστω και ένας να μη γυρίσει πίσω στη φυλακή, είναι νίκη, με ικανοποιεί».
Αφού μαθαίνουμε για το σχολείο δεύτερης ευκαιρίας που λειτουργεί μέσα στη φυλακή από το διευθυντή Δημήτρη Μπατζάκα, βάλαμε την εμφάνισή μας και βγήκαμε στο γήπεδο.
Εκείνη την ημέρα που ξύπνησαν οι κρατούμενοι δεν πήραν όλοι το πρωινό τους. «Δεν έχουμε φάει, θέλαμε να έχουμε άδειο στομάχι για να είμαστε καλοί στο ματς», μου λέει ο Γιάννης, κατά τη διάρκεια του ζεστάματος.
Σκέφτομαι, «ωχ, μας περιμένουν για να μας διαλύσουν». Ενώ κάνουμε κάποιες υποτυπώδεις διατάσεις, δύο κρατούμενοι κάνουν σουτ για ζέσταμα. Ο ένας φοράει την εμφάνιση της εθνικής Αλβανίας και ένα χρυσό δαχτυλίδι με μαύρη πέτρα που έκανε αίσθηση. Ο άλλος του Σουάρες στην Μπαρτσελόνα και μια χρυσή αλυσίδα στο χέρι. Ο τύπος με την φανέλα της Αλβανίας μου πασάρει και συστηνόμαστε. «Παναγιώτης», του λέω. «Αλκέτ», μου λέει. Αλκέτ λένε και τον άλλον, τον «Σουάρες».
Σε λίγα λεπτά το ματς αρχίζει, ενώ περιμετρικά του γηπέδου είχε στηθεί μια αυτοσχέδια εξέδρα. Ο κάθε κρατούμενος είχε πάρει την καρέκλα του και περίμενε τον αγώνα. Ανάμεσα στους θεατές κι ο «fat guy» ή αλλιώς ο «Έλληνας Εσκομπάρ», που ως πρώην πρόεδρος του Ποσειδώνα Νέων Πόρων είχε φτάσει την αγαπημένη του ομάδα ένα βήμα από τα μεγάλα ποδοσφαιρικά σαλόνια. Φυσικά, εκείνος δεν κουβάλησε την καρέκλα του όταν στο ξεκίνημα του δεύτερου ημιχρόνου άρχισε το ψιλόβροχο. Υπήρχαν άλλοι γι αυτή τη δουλειά. «Όπως έξω στην κοινωνία, έτσι και μέσα στη φυλακή δεν είναι όλοι ίσοι», μας λένε οι υπάλληλοι των φυλακών.
Με τη σέντρα του ματς ξεχνάς ότι παίζεις με ανθρώπους που έχουν υποπέσει σε- άλλοι βαρύτερα κι άλλοι σε πιο ελαφρά – αδικήματα. Κάποιοι εξ αυτών ίσως να μην βγουν ποτέ έξω, άλλοι σ’ έναν μήνα θα είναι και πάλι ανάμεσά μας. Ο Ιμπραΐμ από το Μαρόκο, εκτός από τεράστια μεταγραφή της ομάδας μας (σ.σ σημείωσε χατ-τρικ καλή του ώρα) ήταν και ένα παιδί που έψαχνε την επικοινωνία μαζί μας. «Ελπίζω να σας έβγαλα ασπροπρόσωπους», μας λέει στο ημίχρονο. «Θα βάλω κι άλλα», υπόσχεται και μπαίνει στο ματς… φορτσάτος. Στον αγώνα αργότερα μπαίνει κι ο Σπύρος, ο οποίος στο Βόλο έπαιζε τερματοφύλακας σε ομάδες της περιοχής. Πλέον έχει στο δεξί του πόδι λάμες. Έπεσε με το μηχανάκι σ’ ένα φρεάτιο και τα σημάδια τού θυμίζουν ότι θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός όταν παίζει.
Βγαίνοντας στέκομαι δίπλα στο συνάδελφο Κώστα Μανιάτη, που ύστερα από τα φοιτητικά του χρόνια έπαιξε και πάλι ποδόσφαιρο. Για την ακρίβεια, ο άνθρωπος που δεν ήθελε να παίξει, ήταν τελικά ο λόγος που δεν μετράμε ακόμη το πόσα γκολ φάγαμε. Ο Κώστας, λοιπόν, μου λέει: «Ξέρεις, μου είπαν ότι εκείνος με την φανέλα του Σουάρες, είναι ο Ριζάι». Το συνδυάζω αμέσως με το Αλκέτ που μου είχε πριν τη σέντρα. Ειχαμε αρκετά μαρκαρίσματα μέσα στο παιχνίδι. Για να σας λύσω πιθανή απορία, σε καμία φάση δεν πήγε να μου κόψει τον τένοντα – εγώ ίσως και να το έκανα. Είπαμε, δεν ήξερα ποιος ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή. Είναι ο πιο «διάσημος» φυλακισμένος και από τη συμπεριφορά του καταλάβαινες ότι δεν είναι ένας από τους άλλους. Έκανε πλάκες, ήταν άνετος και σε καμία στιγμή δεν έβγαλε επιθετικότητα, που πιθανόν κάποιος να περίμενε. Λίγο αργότερα βγήκε αλλαγή. Ήταν αυτός που αντιλήφθηκε και την… παρανομία μας, βάζοντας 7 αντί για 6 παίκτες στο δεύτερο ημίχρονο.
«Το ποδόσφαιρο στη φυλακή έχει κανόνες»
Το ματς τελειώνει πρόωρα λόγω της βροχής, όπως προανέφερα κι η δεύτερη καλύτερη στιγμή της ημέρας είχε φτάσει. Απίθανα χειροποίητα λουκανοπιτάκια και πίτσες μας περίμεναν μέσα στα καυτά ταψιά.
Ακολούθησε μια κουβέντα με τους κρατούμενους για την αξία του αθλητισμού μέσα στη φυλακή. «Όσοι θέλετε θα μιλήσετε», λέει η Κρίστι, η εκπρόσωπος του Υπουργείου με τη γερμανοελληνική προφορά της. Κανένας δεν έφυγε. Ίσα – ίσα όλοι έκατσαν στον κύκλο που φτιάξαμε.
«Θέλουμε παπούτσια, μπάλες. εμφανίσεις! Διχτάκια για τα τέρματά μας», μας λένε εκφράζοντας τις επιθυμίες τους για να έχουν κι αυτοί όσο το δυνατόν καλύτερες συνθήκες μέσα στην καθημερινότητά τους.
«Είναι πολύ σημαντικό που παίζουν, είναι ένα μέσο εκτόνωσης. Έτσι δεν απασχολούν το μυαλό τους με άλλα πράγματα. Πέρα από ποδόσφαιρο και μπάσκετ έχουν φτιάξει και το δικό τους γυμναστήριο», μας τονίζει ο Γιώργος Γκιζας. Πηγαίνοντας στο χώρο, τα… χάσαμε. Τα όργανα έχουν αγοραστεί κι ο χώρος έχει διαμορφωθεί με δαπάνες των κρατούμενων – γι αυτό και τον προσέχουν πάρα πολύ. Εκεί θα δεις και σάκο του μποξ, γάντια πυγμαχίας, μπαλάκια του τένις, ρακέτες, διάδρομο, όργανα και βάρη.
«Έπαιζα μπάλα στην χώρα μου, στην Τουρκία και σήμερα θυμήθηκα πως ήταν τότε…», μας λέει ένας άλλος κρατούμενος κατεβάζοντας το βλέμμα. Καταλαβαίνεις πως του λείπουν εκείνες οι μέρες, που είχε τη δυνατότητα να πάει στην προπόνηση, να ζήσει τον αγώνα. Τώρα θα περιμένει να διοργανωθούν τα εσωτερικά τουρνουά των πτερύγων. Η καλύτερη ομάδα είναι αυτή της Β1, όπως μας λένε. «Το ποδόσφαιρο με βοηθάει πάρα πολύ, εντάξει εγώ πρώτη φορά έπαιξα μπάλα στη φυλακή», λέει ο 29χρονος Αλκέτ που θα περάσει στη φυλακή άλλα 25 χρόνια από τη ζωή του.
Αυτό που ακούμε ότι το ποδόσφαιρο της φυλακής δεν έχει κανόνες, τελικά ισχύει; Σήμερα πάντως είδαμε ότι τηρούνται όλοι κατά γράμμα. «Έξω μάλλον δεν τηρούνται, εδώ μια χαρά υπάρχουν», μας λένε οι κρατούμενοι. «Να τους πείτε να μην παίζουν στοιχήματα», ζητάει ο αρχιφύλακας.
Μέσα στην κουβέντα δεν γινόταν να μην ρωτήσουμε αν θα παρακολουθήσουν τον τελικό του Champions League και το Μουντιάλ. Θα τα δουν, στον τελικό οι περισσότεροι είναι με την Ρεάλ. Και ξέρετε, μέσα στη φυλακή δεν έχουν τσακωθεί ποτέ για τις ομάδες. Για το γκολ του Βαρέλα στο ΠΑΟΚ-ΑΕΚ δεν άνοιξε… ρουθούνι. Αντιθέτως, μπορούν εύκολα να ξεφύγουν τα πράγματα κι η ηρεμία να μετατραπεί σε μια στιγμή απίστευτης έντασης για κάτι το πολύ ασήμαντο, όπως μας υπογραμμίζουν οι φύλακες. Εντύπωση τους προκαλεί και το πως προλαβαίνουν να μεταλλάσσονται από συνεπείς μαθητές στο σχολείο σε προσωπικότητες έτοιμες να επιστρέψουν στην παραβατικότητα γυρνώντας προς το κελί τους.
Χαιρετιόμαστε, καταλαβαίνουμε πως αυτές οι λίγες ώρες μαζί μας ήταν κάτι διαφορετικό γι αυτούς. «Πήρατε τον αέρα σας», μας λέει ένας άλλος γελώντας ενώ ο Ριζάι εντυπωσιάζεται με το ηλεκτρονικό τσιγάρο της Κρίστι. «Βγάλε το φιλτράκι να το δω» της ζητάει και δεν του χαλάει χατίρι. Για κάτι που εμείς ξέρουμε ότι γίνεται χαμός, υπάρχουν πολλοί που αγνοούν την ύπαρξή του. Στις 15:00 τα κελιά κλειδώνουν οπότε η παρουσία μας εκεί φτάνει στο τέλος της και κατευθυνόμαστε προς την έξοδο, αφού παίρνουμε μια δόση ξενάγησης σε άλλους χώρους της φυλακής.
Αναρωτιόμαστε πώς χωρίζονται οι πτέρυγες. «Αρχικά προσπαθούσαμε να τους βάζουμε ανάλογα την εθνικότητα αλλά δεν είναι πάντα εφικτό αυτό», μας λέει ο κ. Γκιζας και συνεχίζει: «Στα κελιά μένουν τρεις – τρεις. Βέβαια, υπάρχουν αρκετοί Ρωσοπόντιοι ή τσιγγάνοι που δεν θέλουν να χωρίζονται και προτιμούν να κοιμούνται και τέσσερις σ’ ένα κελί. Εμένα δεν με ενοχλεί, αρκεί να υπογράψουν υπεύθυνη δήλωση ότι είναι κατόπιν επιθυμίας τους».
Μέσα στη φυλακή γενικότερα υπάρχουν συμμορίες κι εκείνες που έχουν βεντέτες είναι οι αλβανικές. Ο λόγος είναι κυρίως τα ναρκωτικά κι οι διαφορές που κουβαλούν απ’ έξω. Οπότε κοιτάζουν να τους έχουν σε ξεχωριστές πτέρυγες, έτσι ώστε να μην μοιράζονται και το ίδιο προαύλιο.
Κορδόνια βρεγμένα με ηρωίνη!
Προχωρώντας στους διαδρόμους έχουμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε και με άλλους φύλακες. Ο ένας έχει μια χαρακτηριστική μπάσα φωνή που μας απαντά στην απορία για το ότι άπαντες φορούσαν κορδόνια: «Εντάξει, φοράνε… Μπαίνοντας τσεκάρουμε αν είναι υγρά. Δηλαδή, αν έχουν βράσει την ηρωίνη, τα έχουν ποτίσει μ’ αυτήν και μετά που θα στεγνώσει θα την χρησιμοποιήσουν».
Πως περνάνε τα ναρκωτικά στη φυλακή; Η απορία που υπάρχει στο μυαλό του καθένα. «Έχουμε βγάλει από τα ρουθούνια, από τον πρωκτό, τα ράβουν στις φόδρες, να κρύβουν στα παπούτσια τους...», μας απαντά ο ίδιος.
Όσο για τα κινητά; Οι κατασχέσεις που έχουν γίνει όλα αυτά τα χρόνια είναι εκατοντάδες βάσει των όσων μας είπαν οι φύλακες. Μάλιστα, ο Γιώργος Γκιζας επισημαίνει ότι έχει ζητήσει να τοποθετηθεί το μηχάνημα απενεργοποίησης των συσκευών. Πρέπει να ξέρετε ότι στο Δομοκό, οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι είχαν κάνει απεργία για τις συνθήκες κράτησης των εγκλείστων.
Το έργο των υπαλλήλων και δη εκείνων στο Δομοκό δεν είναι και τόσο εύκολο. Μπορεί οι σχέσεις με τους κρατούμενους να έχουν βελτιωθεί αισθητά αλλά όσο καλές μπορεί να είναι σε μια στιγμή, μέσα σ’ ένα λεπτό μπορούν να ακουστούν απειλές, βρισιές κι η ένταση να καλύψει οτιδήποτε άλλο. Χαρακτηριστικότερο ακραίο περιστατικό η δολοφονία υπαλλήλου στη Στυλίδα με 20 σφαίρες. «Δεν υπάρχει κανένα κίνητρο για να γίνει κάποιος σωφρονιστικός», εξηγεί ο Γκιζας.
Κάπου εκεί φτάνουμε και πάλι στη διπλή σιδερένια πόρτα. Ακόμη είναι στο μυαλό η εικόνα από τα χαμόγελά τους όταν μας είδαν για πρώτη φορά να πατάμε το καουτσούκ. Σίγουρα, αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται εκεί γιατί πληρώνουν τις πράξεις τους. Δεδομένα, όμως, πρέπει να έχουν πίσω από τη μάντρα μια ζωή που πέρα από τον εγκλεισμό και τον περιορισμό του χώρου θα τους προσφέρεται μια ήρεμη και καθαρή διαβίωση.
Μπαίνοντας στη φυλακή όσα αντικρίζεις δεν έχουν καμία σχέση με όσα υπάρχουν έξω στη κοινωνία. Δύο πράγματα παραμένουν αναλλοίωτα: Η ανάγκη για επικοινωνία, η ανάγκη για…ζωή. Μια ζωή που βγαίνει από το κελί κάθε πρωί στις 8:00. Επιστρέφει πίσω στις 15:00, ανοίγουν οι πόρτες πάλι στις 17:00 και στις 20:00 οι επιλογές γίνονται και πάλι μηδαμινές. Τηλεόραση, διάβασμα και κουβέντα με τους συγκρατούμενους είναι οι «αναγκαστικές» ασχολίες τους. Επιλογές που ευχή όλων είναι να οδηγούν όσο γίνεται περισσότερους στο σωφρονισμό. Αν και τα επίπεδα υποτροπής παραμένουν υψηλά.
Εκεί συνειδητοποιείς στον απόλυτο βαθμό την ρήση του Πυθαγόρα ότι «είναι αδύνατο να θεωρείται ελεύθερος αυτός που είναι δούλος στα πάθη του και κυριαρχείται από αυτά». Ό,τι και να κάνει το Υπουργείο, όσο καλοί και να είναι οι φύλακες μέσα στα ιδρύματα, όσο καθαρές και να είναι οι φυλακές, αν οι κρατούμενοι δεν βάλουν τον εαυτό τους σ’ ένα άλλο μονοπάτι, πιο φωτεινό, τότε το σκοτάδι έρχεται κάθε βράδυ στις 20:00 κι ο ήχος της κλειδαριάς θα φυλακίζει το οξυγόνο ελευθερίας.
πηγη: gazzetta.gr