Οι δυσκολίες στην εξιχνίαση 20 ανθρωποκτονιών και η ειδική περίπτωση της δολοφονίας του Γιώργου Καραϊβάζ
Ηταν την άνοιξη του 2017 όταν ο Βασίλης Γρίβας, πρώην αθλητής body building και ένα τα πιο ισχυρά ονόματα της «νύχτας», έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες των εκτελεστών του έξω από σχολείο των Γλυκών Νερών, μπροστά στα μάτια του ανήλικου γιου του. Η δολοφονία του ήταν η πρώτη σε μια αλυσίδα συμβολαίων θανάτου που συνδέθηκαν με το οργανωμένο έγκλημα και τη λεγόμενη Greek Mafia και αριθμεί μέχρι σήμερα περίπου 20 εν ψυχρώ δολοφονίες. Με πιο πρόσφατη αυτήν του 38χρονου Γιώργου Μήτσου σε πρατήριο βενζίνης ιδιοκτησίας του, στη λεωφόρο Μαραθώνος.
Αν και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους πίσω από κλειστές πόρτες οι αστυνομικοί μιλούν ανοικτά για τα πρόσωπα που βρίσκονται πίσω από καθένα από τα 20 συμβόλαια, μέχρι σήμερα δεν έχουν καταφέρει να συλλέξουν αποδεικτικά στοιχεία ικανά να οδηγήσουν στην εξιχνίαση κάποιου από τους 20 φόνους. Επικαλούνται αντικειμενικές δυσκολίες, όπως ότι «οι δράστες συνήθως έχουν καλυμμένα πρόσωπα, χρησιμοποιούν επιχειρησιακά κινητά που ενεργοποιούνται λίγο πριν από την επίθεση και παύουν να λειτουργούν αμέσως μετά, καθώς και ότι συχνά οι δολοφόνοι πυρπολούν τα οχήματά τους σβήνοντας τα ίχνη τους». Ορισμένες δε από τις ανοικτές υποθέσεις, όπως αυτή της δολοφονίας του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, τον Απρίλιο του 2021 έξω από το σπίτι του στον Αλιμο, ασκούν πίεση όχι μόνο στους αστυνομικούς – χειριστές τους, αλλά και στην ίδια την κυβέρνηση. Το επιχείρημα, συγκεκριμένο: όλες οι πρόσφατες δολοφονίες δημοσιογράφων στην Ε.Ε. έχουν εξιχνιαστεί. Ολες πλην αυτής του Γιώργου Καραϊβάζ.
Το τελευταίο διάστημα, κινητικότητα γύρω από το θέμα καταγράφεται στους επάνω ορόφους της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, όπου βρίσκονται τα γραφεία του επικεφαλής της Ασφάλειας και των αστυνομικών του τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών. Σε κλειστές συσκέψεις, παρουσία του υφυπουργού Λευτέρη Οικονόμου, φέρεται να έχει αποφασιστεί ορισμένες από τις δικογραφίες των συμβολαίων να τεθούν υπόψη των εισαγγελικών αρχών, ακόμη και αν από την έως τώρα έρευνα έχουν προκύψει απλές και όχι ισχυρές ενδείξεις για την ταυτότητα των δραστών. Δίχως, όπως τονίζουν αρμόδιοι αξιωματούχοι, η διαβίβαση των δικογραφιών να σημαίνει και αρχειοθέτησή τους.
Στους έξι φακέλους που εξετάζεται να προωθηθούν περιλαμβάνονται οι δολοφονίες των Σκαφτούρου, Μάλαμα και Καπετανάκη.
Πηγές με γνώση του θέματος εξηγούν στην «Κ» ότι ο σχεδιασμός αφορά στις έρευνες που θεωρούνται «ζωντανές». Εκείνες, δηλαδή, για τις οποίες δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί όλες οι πιθανές προανακριτικές ενέργειες, όπως για παράδειγμα άρσεις τηλεφωνικού απορρήτου. Καθώς επίσης και εκείνες για τις οποίες έχουν προκύψει ορισμένα ευρήματα που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να ωθήσουν τις εισαγγελικές αρχές να προχωρήσουν οι ίδιες ή να ζητήσουν από την ΕΛ.ΑΣ. να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες. Οπως η κλήση ατόμων για εξέταση με την ιδιότητα των μαρτύρων ή ακόμα και με την ιδιότητα των υπόπτων (ανωμοτί καταθέσεις).
Κάποιες πηγές ενημέρωσης υπολογίζουν σε έξι τους φακέλους υποθέσεων που πρόκειται το επόμενο διάστημα να τεθούν υπόψη του εισαγγελέα. Ανάμεσά τους αυτοί που αφορούν στις δολοφονίες του Γιάννη Σκαφτούρου τον Μάιο του 2022 στα Σκούρτα και των Δημήτρη Μάλαμα και Δημήτρη Καπετανάκη τον Οκτώβριο του 2019 και τον Δεκέμβριο του 2020 αντίστοιχα. Κάποιες από αυτές ερευνώνται συνδυαστικά, καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι οι δράστες είναι οι ίδιοι. Τα πληροφοριακά και ερευνητικά δεδομένα, μάλιστα, έχουν στρέψει την προσοχή της Ασφάλειας σε δύο συγκεκριμένα πρόσωπα που ανήκουν σε αντίπαλα «στρατόπεδα» και φέρονται να έχουν συμμετοχή σε πάνω από ένα συμβόλαια θανάτου. Ενα από αυτά είναι του Γιάννη Σκαφτούρου, υπόθεση για την οποία η ΕΛ.ΑΣ. έχει στη διάθεσή της σημαντικές πληροφορίες για κινήσεις υπόπτων που προηγήθηκαν του φόνου, ένα δακτυλικό αποτύπωμα ποινικού, καθώς και μαρτυρίες αυτοπτών που ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τους δράστες. Δεν πρόκειται, φυσικά, για εισαγόμενους εκτελεστές, όπως θέλουν τα κατά καιρούς σενάρια που φιλοξενούνται στον εγχώριο Τύπο, αλλά για Ελληνες ποινικούς με βαρύ ποινικό παρελθόν και συχνά «μπες-βγες» στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας. Αλλοτε κατόπιν νομίμων διαδικασιών και άλλοτε όχι.
Στην υπόθεση Καραϊβάζ τα μέχρι τώρα δεδομένα «δεν δείχνουν δράστη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν αρμόδιοι αξιωματούχοι. Αλλες πηγές ενημέρωσης που ακολουθούσαν μέχρι πρότινος το νήμα των ερευνών αναφέρουν ότι από την επεξεργασία των βίντεο από κάμερες ασφαλείας, οι αρχές μπόρεσαν να παρακολουθήσουν την κίνηση των δραστών από το σπίτι του δημοσιογράφου μέχρι τη λεωφόρο Ποσειδώνος, όπου όμως τελικά τα ίχνη τους χάθηκαν.
kathimerini.gr