«Η ανερμάτιστη κυβέρνηση καθυστέρησε την ολοκλήρωση αξιολόγησης αμφιταλαντευόμενη σε ιδεοληψίες της αριστεράς και στην καρέκλα εξουσίας» είπε ο βουλευτής της ΝΔ
Την ρητορική του διαπραγματευτικού «success story» που έχει υιοθετήσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και συνολικά η κυβέρνηση το τελευταίο διάστημα επιχείρησε να αποδομήσει ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι ο λογαριασμός του μνημονίου ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει ήδη ανέλθει σε 12 δισ. ευρώ.
«Η ανερμάτιστη κυβέρνηση καθυστέρησε την ολοκλήρωση αξιολόγησης αμφιταλαντευόμενη σε ιδεοληψίες της αριστεράς και στην καρέκλα εξουσίας» είπε ο βουλευτής της ΝΔ.
Παράλληλα, υπογράμμισε τα πέντε σημεία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ λέγοντας:
– Η χώρα από το 2015 λιμνάζει βυθιζόμενη. Η κυβερνητική πολιτική επανέφερε την ύφεση, συρρίκνωσε τον κύκλο εργασιών, αύξησε τα λουκέτα των επιχειρήσεων και με την ανικανότητά της επέφερε τεράστιο κόστος
– Σήμερα ακούμε την κυβέρνηση να πανηγυρίζει για το πρωτογενές πλεόνασμα. Θριαμβολογεί αλλά το αποτέλεσμα οφείλεται στην στάση πληρωμών, στην αύξηση ΦΠΑ, στην περικοπή κύριων και επικουρικών συντάξεων. Το 2013 – 2ο14 είχαμε πρωτογενή πλεονάσματα με μείωση ληξιπρόθεσμων οφειλών, μείωση συντελεστών ΦΠΑ και διανομή κοινωνικού μερίσματος. Σήμερα η κυβέρνηση αυξάνει φόρους, αυξάνει χρέη και μειώνει κοινωνικούς πόρους
– Σήμερα η κυβέρνηση μιλά για μείωση του δημόσιου χρέους. Όμως είναι η ίδια που ευθύνεται για την διόγκωσή του. Αποσιωπά δε την διπλή αναδιάρθρωση με κούρεμα χρέους, επιμήκυνση αποπληρωμής και μείωση τόκων.
– Η κυβέρνηση μας λέει ότι τα μέτρα ανέρχονται σε 5,4 δις ευρώ αλλά αθροίζονται σε 12,4 δις ευρώ. Ηδη εφαρμόζει 1,4 δις ευρώ από το 2015 και 2,2, δις ευρώ για το 2016. Εχει συμφωνήσει σε 5,4 δισ. ευρώ και σε πρόσθετα 3,6 δις ευρώ. Αυτός είναι λογαριασμός ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ υψηλότερος αυτού που ζητούσαν οι εταίροι πριν από 1,5 χρόνο για επίτευξη υψηλότερων στόχων.
– Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν θα χρειαστούν πρόσθετα «προληπτικά μέτρα». Μα αν είναι έτσι, τότε γιατί αυτά είναι ποσοτικοποιημένα; Για εμάς είναι σαφές: οφείλεται, κυρίως, στη σύνθεση των δημοσιονομικών μέτρων. Και ιδιαίτερα στην αριστερή, ιδεοληπτική εμμονή στην αύξηση της φορολόγησης όλων των πολιτών. Νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων. Νέων επιστημόνων. Μισθωτών και συνταξιούχων. Αγροτών. Με τον περιορισμό του αφορολόγητου. Με την αύξηση των φορολογικών συντελεστών στις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος. Με την μονιμοποίηση και την αύξηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Με τη φορολόγηση των ενοικίων. Με τη φορολόγηση των μερισμάτων. Με την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών. Με την αύξηση της έμμεσης φορολογίας, την οποία ακόμη δεν έχουμε δει. Και με ένα ασφαλιστικό νομοσχέδιο αντιαναπτυξιακό και αντιπαραγωγικό, κοινωνικά και γενεαλογικά άδικο, που καταργεί τις αρχές της ανταποδοτικότητας και της αναλογικότητας, που δεν μεταρρυθμίζει αλλά αντίθετα απορυθμίζει το σύστημα».
Εκτίμησε δε ότι «Η αριστερή χρυσόσκονη που επιχειρεί να ρίξει η κυβέρνηση δεν πείθει τους πολίτες».