Το καλοκαίρι του 1996, πολιτικοί, πολιτικάντηδες, παράγοντες, κατ’ επάγγελμα πατριώτες, επίδοξοι εθνοπατέρες, και περίεργοι στριμώχνονταν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο Παραλίμνι της Κύπρου για να σφίξουν το χέρι των μαυροφορεμένων γονιών και των συγγενών του Τάσου Ισαάκ και του Σολωμού Σολωμού. Ήταν πολλές οι κάμερες και τεράστιο το διεθνές ενδιαφέρον, για τις δύο κτηνώδεις δολοφονίες.
Το 1997 λιγόστεψαν οι κάμερες, μειώθηκε το ενδιαφέρον και συρρικνώθηκε ο όγκος των «τεθλιμμένων».
Σήμερα 21 χρόνια μετά, η κόρη του Τάσου Ισαάκ, Αναστασία, που ποτέ δεν γνώρισε τον πατέρα της, και το 1996 αγέννητη ακόμα, αγκαλιάστηκε από ένα ολόκληρο έθνος, στο πλάι μητέρας της και της γιαγιάς της, στάθηκαν πάλι στην ίδια εκκλησία για να τιμήσουν τον πατέρα, τον σύζυγο, τον γιο. Δίπλα τους ο πατέρας και οι συγγενείς του Σολωμού Σολωμού.
Πολλοί λιγότεροι αυτοί που έδωσαν το «παρών» στο μνημόσυνο. Την κυπριακή κυβέρνηση στο μνημόσυνο εκπροσώπησε ο υφυπουργός παρά τω προέδρω και η Πολιτεία ξόφλησε το χρέος της… «έβγαλε την υποχρέωση».
Στα χρόνια που μεσολάβησαν ο Σολάκης (Σολωμού) και ο Τάσος στήθηκαν πολλές φορές στον τοίχο, και θάφτηκαν ακόμα πιο βαθιά.
Οι μονίμως σώφρονες και ρεαλιστές που τις δύσκολες ώρες του Αυγούστου του 1996 έλειπαν διακοπές ή πήραν τα βουνά, με «ψυχραιμία» και «νηφαλιότητα» τους στόλισαν με δεκάδες επίθετα: «Ανεύθυνοι, επικίνδυνοι, ψυχοπαθείς, προβληματικοί, φανατικοί…».
Με την απόσταση των 21 χρόνων από τις ματοβαμμένες μέρες του Αυγούστου του 1996, διαπιστώνει κάποιος ότι το αίμα του Ισαάκ και του Σολωμού δεν πότισε το δέντρο του αγώνα, όπως για χρόνια μαθαίναμε στο σχολείο, για τις θυσίες των ηρώων μας. Αντιθέτως σηματοδότησε την έναρξη της περιόδου της «λογικής» και του συμβιβασμού με την «πραγματικότητα». Αφύπνισαν όμως αυτούς που ζούσαν με την ψευδαίσθηση της «ασφάλειας» και οι πάντες αντιλήφθηκαν ότι κανένας δεν μπορεί να είναι ασφαλής έχοντας απέναντι του 40.000 Τούρκους στρατιώτες.
Δεν υπήρξε άλλο καλοκαίρι διαδηλώσεων στην Κύπρο. Δεν ξαναβρέθηκαν οι μαθητές και οι φοιτητές μπροστά στα συρματοπλέγματα. Δεν ξανατόλμησε κανένας να κατεβάσει την σημαία της κατοχής. Τώρα στα οδοφράγματα οι Τούρκοι δεν στέλνουν τους «γκρίζους λύκους» για να ξυλοκοπήσουν μέχρι θανάτου τους ελληνοκύπριους. Τους ζητούν απλώς τα διαβατήριά τους για μια ολιγόωρη επίσκεψη στα σπίτια τους.
Από το τείχος του Βερολίνου ως τη Λευκωσία
Στις 2 Αυγούστου του 1996 ξεκίνησε από την Πύλη του Βραδεμβούργου στο Βερολίνο Πανευρωπαϊκή Πορεία μοτοσικλετιστών με στόχο να καταλήξει στην Κερύνεια. Έλληνες, Κύπριοι Γάλλοι, Φινλανδοί, Γερμανοί, Βρετανοί και Αυστριακοί μοτοσικλετιστές περνούν από την Πράγα, τη Βουδαπέστη, το Βελιγράδι, τον Βόλο και καταλήγουν στο Λιμάνι του Πειραιά όπου επιβιβάστηκαν σε πλοία με προορισμό τη Κύπρο.
Το μήνυμα της έναρξης της πορείας από το Βερολίνο, ήταν ότι μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ήταν καιρός να πέσει και το τελευταίο διαχωριστικό τείχος στην Ευρώπη. Αυτό της Λευκωσίας. Σύνθημα της πορείας ήταν: «Απελευθέρωση, η μόνη λύση».
Οι μοτοσικλετιστές έφτασαν στο Λιμάνι της Λεμεσού στις 10 Αυγούστου 1996, με στόχο την επομένη να επιχειρήσουν να πάνε στη Κερύνεια ρίχνοντας, συμβολικά, το τείχος του Αττίλα. Του υποδέχτηκε ο αδικοχαμένος, τότε ευρωβουλευτής Γιάννος Κρανιδιώτης και οι μητέρες των αγνοουμένων της Κυπριακής Τραγωδίας.
Ο Ντενκτάς, ο Ερμπακάν, η Τσιλέρ προειδοποιούσαν ότι θα κόψουν τα πόδια όποιου επιχειρήσει να αμφισβητήσει την «κυριαρχία» της «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου». Είχαν μεριμνήσει μάλιστα να μεταφέρουν από την Τουρκία χιλιάδες μέλη της οργάνωσης «Γκρίζοι Λύκοι» για να προασπίσουν τα «σύνορα» του Αττίλα.
Το ξημέρωμα της 11ης Αυγούστου 1996 βρήκε 7.000 μοτοσικλετιστές έξω από το Μακάριο Αθλητικό Κέντρο στη Λευκωσία από όπου αναμενόταν να ξεκινήσει η πορεία.
Πανζουρλισμός. Εξατμίσεις να βρυχώνται, ελληνικές σημαίες δεμένες σε κοντάρια και χιλιάδες αγόρια και κορίτσια να αναμένουν το σύνθημα. Εκείνες τις ημέρες στη Κύπρο δεν έβρισκες ούτε για δείγμα μοτοσικλέτα για να νοικιάσεις ή να αγοράσεις. Ότι μπορούσε να κινηθεί σε δύο ρόδες εκείνο το πρωί βρισκόταν στη Λευκωσία.
Η ώρα περνούσε και η ανησυχία και ο εκνευρισμός μεγάλωνε, καθώς ο Πρόεδρος της Κυπριακής Ομοσπονδίας Μοτοσικλέτας Γ. Χατζηκώστας παρέμενε στο Προεδρικό Μέγαρο στο οποίο κλήθηκε εκτάκτως από τον Πρόεδρο Γλαύκο Κληρίδη.
Ο πρόεδρος των Μοτοσικλετιστών ανακοίνωσε τελικώς ότι η πορεία ματαιώνεται για «ύψιστους λόγους εθνικής ασφάλειας». Τα γιουχαΐσματα δεν άφησαν τις τελευταίες του λέξεις να ακουστούν ενώ ο ίδιος αναγκάστηκε να κρυφτεί καθώς έπεφταν βροχή τα τενεκεδάκια από τα αναψυκτικά και τα κέρματα.
Μπροστά τις κάνες
Αυτοί που συσκεπτόντουσαν στο Προεδρικό Μέγαρο για να αποφασίσουν την ματαίωση της πορείας, τα σκέφτηκαν όλα εκτός από τους μοτοσικλετιστές που ανέμεναν στη Λευκωσία. Νόμισαν ότι το διάγγελμα που θα απηύθυνε ο Γλαύκος Κληρίδης θα έπειθε για την αναγκαιότητα να σβήσουν οι μηχανές. Εκείνο το διάγγελμα το άκουσαν μόνο όσοι, ούτως ή άλλως βρισκόντουσαν στα σπίτια τους. Οι μοτοσικλετιστές χωρίς πλέον σχέδιο και καθοδήγηση χωρίστηκαν σε ομάδες και πήραν τους δρόμους. Άλλοι στο οδόφραγμα του Λήδρα Πάλλας, άλλοι στην περιοχή ΣΟΠΑΖ, άλλοι στο χωριό Άχνα και άλλοι στην Δερύνεια, στα κράσπεδα της κατεχόμενης Αμμοχώστου. Η Κυπριακή Αστυνομία δεν ήταν σε θέση να ελέγξει την κατάσταση.
Μαζί με τους μοτοσικλετιστές χιλιάδες κόσμου βρέθηκαν μπροστά στα συρματοπλέγματα ρίχνοντας πέτρες στου Τούρκους στρατιώτες που είχαν παραταχθεί. Οι άνδρες των Ηνωμένων Εθνών απλώς απηύθυναν εκκλήσεις για αυτοσυγκράτηση. Τι αυτοσυγκράτηση να επιδείξει όμως ο 20άρης που βρίσκεται μπροστά στην κάννη ενός όπλου; Το αμόκ εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Πράσινη Γραμμή και ξέσπασε στη Δερύνεια.
Αναμέτρηση με τον θάνατο
Στο οδόφραγμα της Δερύνειας, μια ανάσα από την Αμμόχωστο, οι διαδηλωτές πέρασαν με τα πόδια κρατώντας ελληνικές σημαίες στη νεκρή ζώνη με τους άνδρες της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ να τους κυνηγούν μέσα σε μπάζα και θάμνους. Κανείς δεν γνώριζε αν η περιοχή ήταν ναρκοθετημένη. Άλλωστε για 22 χρόνια κανένας δεν είχε πατήσει.
Μέσα από τους θάμνους από την πλευρά των κατεχομένων εμφανίστηκαν κάννες όπλων. Ξαφνικά η νεκρή ζώνη γέμισε με «εξαγριωμένους» Τούρκους οι οποίοι είχαν μεταφερθεί με λεωφορεία του ψευδοκράτους. Εκεί κοντά ήταν και ο Ραούφ Ντενκτάς με την φωτογραφική του μηχανή βγάζοντας φωτογραφίες σε ανάμνηση ενός οργανωμένου εγκλήματος που είχε σχεδιάσει. Οι «Γκρίζοι Λύκοι» με ρόπαλα και πέτρες άρχισαν να χτυπούν τους ελληνοκύπριους διαδηλωτές αφού τους άφησαν να πλησιάσουν στα συρματοπλέγματα που είχαν απλωθεί στο έδαφος.
Ένας νεαρός μπλέκεται στα σύρματα και πέφτει κάτω. Ένα σμήνος «Γκρίζων Λύκων» αρχίζει να τον χτυπάει και να τον ποδοπατάει.
Ενώ όλοι αρχίζουν να υποχωρούν αντιλαμβανόμενοι την παγίδα που είχε στηθεί ένας 24χρονος καταφέρνει να γλιτώσει τον νεαρό που χτυπιέται ανελέητα από τους Τούρκους. Στην προσπάθεια του όμως να φύγει πέφτει στο συρματόπλεγμα και εγκλωβίζεται. Ξύλα, πέτρες, ρόπαλα, γκλομπς «αστυνομικών» του ψευδοκράτους στοχεύουν το κεφάλι του το οποίο συνθλίβουν. Έχοντας ολοκληρώσει το έγκλημα, αφήνουν στον καυτό ήλιο άψυχο το σώμα του Τάσου Ισαάκ.
«Πρωτοπαλίκαρο» του εγκλήματος ο Mεχμέτ Aρσλάν, επικεφαλής των «Γκρίζων Λύκων» στη Κύπρο. Αυτόπτες μάρτυρες απαθείς μπροστά στην κτηνωδία, οι άνδρες της ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ. Εκτέλεσαν το «καθήκον» τους μεταφέροντας το πτώμα στις ελεύθερες περιοχές.
Ο Τάσος εκείνη την ημέρα δεν επέστρεψε στο σπίτι του στο Παραλίμνι. Έφυγε με τα μάτια στραμμένα στην Αμμόχωστο.
Ένα μήνα μετά η γυναίκα του έφερε στον κόσμο την κόρη τους την Αναστασία. Ο κύκλος της ζωής και του θανάτου ολοκληρώθηκε πρόωρα και τραγικά.
Οι τουρκικές σημαίες
Ο Τάσος δεν βρέθηκε τυχαία στο οδόφραγμα της Δερύνειας την ημέρα που δολοφονήθηκε από τους «Γκρίζους Λύκους». Ο πατέρας του, λίγα χρόνια πριν φύγει από τη ζωή μας έλεγε πως ο Τάσος από μικρός ρωτούσε να μάθει για τον Καραϊσκάκη, τον Κολοκοτρώνη, τον Αθανάσιο Διάκο, γιατί αγαπούσε την πατρίδα του.
Μετά τη δολοφονία του ένας αξιωματικός της Εθνικής Φρουράς είχε αποκαλύψει στην οικογένεια μια άγνωστη πτυχή της ζωής του. «Όταν υπηρετούσε τη θυσία του ο Τάσος στο φυλάκιο κάθε μέρα βριζόντουσαν οι δικοί μας με τους Τούρκους στρατιώτες που ήταν απέναντι. Ξέρεις τώρα.. ‘τη μάνα σας, τη ράτσα σας, το σπίτι σας… το ένα το άλλο….’. Ένα βράδυ ο Τάσος πήρε το μαχαίρι και πήγε απέναντι στο τουρκικό φυλάκιο, έκοψε τις σημαίες και τους τις πήρε. Το πρωί όταν αρχίσανε πάλι να βρίζουνε από τα φυλάκια, ο Τάσος είπε στους Τούρκους να κοιτάξουνε τους ιστούς τους. Μετά τους έδειξε τις σημαίες που είχε πάρει και τους έβαλε φωτιά λέγοντας τους να έρθουν να τις πάρουν. Έγινε συναγερμός. Κατέβηκαν τα Ηνωμένα Έθνη, οι Τούρκοι οι λοχαγοί, οι διοικητές τους… όλοι. Υπηρετούσε στο φυλάκιο που βρίσκεται κοντά στο σημείο που σκοτώθηκε.
Ο Διοικητής του Τάσου, τού είπε ότι θα τον στείλει στρατοδικείο. Είχε όμως έναν Κρητικό αξιωματικό που το έλεγε η ψυχή του. Του είπε ότι δεν πρόκειται να επιτρέψει να τον στείλουν στρατοδικείο γιατί αν είχε 1000 στρατιώτες σαν αυτόν θα ελευθέρωνε τη Κύπρο. ‘ Έτσι παλικάρια θέλω’ του είπε. Του ζήτησε όμως να μην το ξανακάνει γιατί είναι επικίνδυνο.
Με ένα τσιγάρο
Στις 14 Αυγούστου, η μικρή κωμόπολη Παραλίμνι, κήδεψε τον Τάσο Ισαάκ και όλοι ήταν εκεί. Σύσσωμη η Κυβέρνηση, ο Αρχιεπίσκοπος, η στρατιωτική ηγεσία και οι συνήθεις τεθλιμμένοι. Χιλιάδες κόσμου σήκωσαν το φέρετρο με την ελληνική σημαία και είπαν το τελευταίο αντίο. Έμελλε όμως να ξαναβρεθούν στο ίδιο χώρο σε δυο μέρες. Θα έλειπε ένας… Ο Σολομός Σολωμού.
Μετά την κηδεία του Τάσου Ισαάκ, η οργή ξεχείλισε. Λίγες εκατοντάδες νεαρών κατευθύνθηκαν στο οδόφραγμα της Δερύνειας για να αφήσουν λίγα λουλούδια στο σημείο που δολοφονήθηκε. Η άρνηση της Κυπριακής Αστυνομίας και της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ, όξυνε τα πνεύματα και άρχισαν συγκρούσεις που τελικώς οδήγησαν χιλιάδες νεαρούς και πάλι στο οδόφραγμα. Οι κλοιοί της Αστυνομίας και των ειρηνευτών πάλι δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν το νεανικό πάθος. Η νεκρή ζώνη πλημμύρισε από διαδηλωτές αλλά αυτή τη φορά δεν θα εμφανίζονταν «Γκρίζοι Λύκοι». Ακούστηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί και 2-3 έπεσαν κάτω. Θα περίμενε κάποιος ότι το πλήθος θα διαλυόταν. Μάζεψαν τους τραυματίες και συνέχισαν να προχωρούν προς το τουρκικό φυλάκιο. Και άλλοι πυροβολισμοί. Δύο ειρηνευτές σφαδάζουν από τους πόνους στο χώμα.
Και μέσα στην αναμπουμπούλα ο Σολάκης ζητάει ένα τσιγάρο.
«Εγώ πηγαίνω να κατεβάσω το πανί», λέει στον άνθρωπο που άνοιξε το πακέτο δίνοντας του το τελευταίο τσιγάρο.
«Που πας ρε μαλάκα. Γύρνα πίσω. Θα σου ρίξουν….». Δεν τον έφτασαν οι φωνές. Με δυο δρασκελιές πέρασε το κάγκελο και άρχισε να σκαρφαλώνει στον ιστό της τούρκικής σημαίας. Δεν πρόφτασε να ανέβει ούτε στα μισά. Τρεις πυροβολισμοί γράφουν τον επίλογο σε μια σύντομη ζωή.
Ο Σολωμός πνιγμένος στο αίμα γλιστράει στον ιστό και αγκαλιάζει το χώμα.
Οι σφαίρες συνεχίζουν να σφυρίζουν, τραυματίζοντας 11 ανθρώπους.
Ο μπαρμπά Σπύρος, πατέρας του Σολάκη, έβλεπε τηλεόραση στην ταβέρνα του. Όταν το παλικάρι του χτυπήθηκε ήταν στην κουζίνα. Τα μαντάτα του τα’ φεραν λίγα λεπτά αργότερα.
«Χτύπησαν στον γιό σου…». Από τότε σιωπή.
Τα 30 εκατομύρια της Ν.Δ
Ο τότε Πρόεδρος της Ν.Δ Μιλτιάδης Έβερτ συγκλονισμένος από τα γεγονότα ήρθε στη Κύπρο και επισκέφθηκε τα σπίτια του Ισαάκ και του Σολωμού στο Παραλίμνι. Με τον απεσταλμένο του Χρ. Ιακώβου, λίγες μέρες μετά, έστειλε 15 εκατομύρια δραχμές σε κάθε οικογένεια. Ο Σπύρος Σολωμού που έχει ακόμα 7 παιδιά παρέδωσε την επιταγή στο Υπουργείο Άμυνας της Κύπρου, δηλώνοντας πως αν οι Τούρκοι ήξεραν ότι για κάθε σφαίρα που ρίχνουν θα τους ρίχνουμε δέκα θα σκεφτόντουσαν πολύ αυτά που κάνουν. Ο Ισαάκ Ισαάκ τα κατέθεσε σε κλειστό λογαριασμό της κόρης του γιου του. Της Αναστασίας.
Με ανάδοχο το Έθνος
Η Αναστασία Ισαάκ γεννήθηκε χωρίς να νιώσει την πατρική στοργή. Στη πορεία άρχισε να μαθαίνει για τον άνθρωπο που της χάρισε ζωή και έφυγε πριν προλάβει να τη δει. Το Ελληνικό Έθνος την υιοθέτησε και το Ελληνικό Κράτος ανέλαβε να σταθεί ως πατέρας δίπλα της. Αμφίβολο αν ανταποκρίθηκε στην υποχρέωση που ανέλαβε. Το λάδι στην βάφτιση της, το έβαλε ο τότε Υπουργός Εξωτερικών Θ. Πάγκαλος. Ο εκάστοτε Πρέσβης της Ελλάδας στη Κύπρο είναι επιφορτισμένος με την ευχάριστη αποστολή να βρίσκεται στο πλευρό της κόρης όλων μας.
Οι δολοφόνοι
Από τις φωτογραφίες και τα βίντεο των επεισοδίων της 14ης Αυγούστου αναγνωρίστηκαν οι δολοφόνοι του Σολωμού Σολωμού. Οι άνθρωποι που τον πυροβόλησαν ήταν 5. Η μοιραία σφαίρα στον λαιμό του προήλθε από τον λεγόμενο «Υπουργό Γεωργίας» του ψευδοκράτους Κενάν Ακίν. Χρήση των όπλων τους έκαναν επίσης ο Αττίλα Σαβ «Αρχηγός Αστυνομίας», ο Αντιστράτηγος Χασάν Κουντακσί, Διοικητής των Τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων/ Ο Διοικητής της 28ης Μεραρχίας, Υποστράτηγος Μεχμέτ Καρλί και ο Ανώτερος Υπαστυνόμος των ειδικών δυνάμεων Ερτάλ Εμανέτ. Και για τους 5 εκδόθηκαν διεθνή εντάλματα σύλληψης και «καταζητούνται» από την Interpol. Αν και πέρασαν δέκα χρόνια κανένας δεν έχει συλληφθεί παρά την υποχρέωση της Τουρκίας να εκτελεί τα διεθνή εντάλματα. Ο Κενάν Ακίν, ο άνθρωπος που φαίνεται να πυροβολεί τον Σολωμού συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι παράγοντας της πολιτικής ζωής εμφανιζόμενος σε δημόσιες εκδηλώσεις δίπλα στον Ταγίπ Ερντογάν και τον Μουσταφά Ακιντζί.
Η πορεία Ελευθερίας στις Θερμοπύλες
Κάθε χρόνο μοτοσυκλετιστές της Κύπρου οργανώνουν Πορεία Ελευθερίας προς τιμήν του ήρωα… Το 2016 ο δρόμος της ελευθερίας ξεκίνησε από την Κύπρο για να φτάσει στο Βερολίνο. Στη διαδρομή οι μοτοσυκλετιστές, μεταξύ αυτών και η Αναστασία, κόρη του Τάσου Ισαάκ, πέρασαν και από τις Θερμοπύλες, όπου κατέθεσαν στεφάνι στο άγαλμα του Λεωνίδα.