Η ανησυχητική έκθεση του Κογκρέσου για τα πυρηνικά της Ρωσίας. Πρόκειται για μία αναλυτική προσέγγιση των βημάτων εκσυγχρονισμού του παλαιού σοβιετικού πυρηνικού οπλοστασίου, στα οποία έχει προβεί ο Βλαντίμιρ Πούτιν, αναβαθμίζοντας κατακόρυφα τις δυνατότητες της Ρωσίας.
Ως εξαιρετικά σοβαρή θεωρείται από τις ΗΠΑ η κλιμάκωση, που επιχειρεί ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν αποχωρώντας από τη συνθήκη New Start και συνδέοντας ευθέως την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία με την ενεργοποίηση του πυρηνικού οπλοστασίου της χώρας του. Οι εξελίξεις αυτές δεν αιφνιδίασαν την Ουάσιγκτον καθώς οι αμερικανικές υπηρεσίες έχουν θέσει σε στενή παρακολούθηση τα τελευταία χρόνια τις ανησυχητικές κινήσεις ενίσχυσης του προγράμματος στρατηγικών και τακτικών πυρηνικών όπλων της Μόσχας. Για το λόγο αυτό, το Κογκρέσο έχει πραγματοποιήσει αρκετές ακροάσεις αναζητώντας πληροφορίες για το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο εκφράζοντας τις ανησυχίες του για τον ρυθμό αλλά και την κατεύθυνση των προγραμμάτων εκσυγχρονισμού του.
Στο πλαίσιο αυτό, οι Αμερικανοί νομοθέτες έχουν πλήρη γνώση των σχεδιασμών του Κρεμλίνου έχοντας στα χέρια τους την επικαιροποιημένη 47σέλιδη έκθεση, που συνέταξε η Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου (CRS), μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με θέμα, «Τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας: Δόγμα, Δυνάμεις και Εκσυγχρονισμός». Πρόκειται για μία αναλυτική προσέγγιση των βημάτων εκσυγχρονισμού του παλαιού σοβιετικού πυρηνικού οπλοστασίου, στα οποία έχει προβεί ο Βλαντίμιρ Πούτιν, αναβαθμίζοντας κατακόρυφα τις δυνατότητες της Ρωσίας στον τομέα της πυρηνικής αποτροπής και της πυρηνικής κλιμάκωσης.
Τι φοβούνται οι ΗΠΑ
Ηδη από το 2018 οι Αμερικανοί είχαν χαρτογραφήσει τα όσα ακολούθησαν στην Ουκρανία μια και στην «Ανασκόπηση της Πυρηνικής Στάσης» (NPR) επεξεργάζονταν το σενάριο όπου η Ρωσία προχωρά σε κατάληψη εδαφών σε χώρα σύμμαχο του ΝΑΤΟ και στη συνέχεια παρουσιάζει στις δυνάμεις των ΗΠΑ και της Συμμαχίας ένα τετελεσμένο γεγονός απειλώντας να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. Η ανάπτυξη νέων μη στρατηγικών όπλων χαμηλής απόδοσης από τις ΗΠΑ ήταν ο βασικός προσανατολισμός του αμερικανικού Πενταγώνου την περίοδο εκείνη, καθώς προκρινόταν ως η λύση, που θα διασφάλιζε ότι η ρωσική ηγεσία δε θα έκανε λάθος υπολογισμούς σχετικά με τις συνέπειες της περιορισμένης πρώτης χρήσης πυρηνικών.
Παρά το γεγονός όμως ότι η Ρωσία επένδυσε μεγάλα κεφάλαια στην ανάπτυξη συμβατικών όπλων κρούσης μεγάλης εμβέλειας από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 για να έχει το Κρεμλίνο ένα προστατευτικό όριο έναντι της επίτευξης του πυρηνικού ορίου – ένα σύνολο συμβατικών επιλογών κλιμάκωσης που μπορεί να επιτύχει στρατηγικά αποτελέσματα χωρίς να καταφύγει σε πυρηνικά όπλα – ενσωμάτωσε σε αυτά τα συμβατικά όπλα ακριβείας και πυρηνικές κεφαλές σε ένα ενιαίο σύνολο στρατηγικών όπλων. Η επιλογή αυτή ενισχύει την υποψία ότι η Μόσχα μπορεί να είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει ή να απειλήσει ότι θα το πράξει, πυρηνικά όπλα κατά τη διάρκεια μιας περιφερειακής σύγκρουσης.
Τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας
Τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας αποτελούνται από στρατηγικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς -συμπεριλαμβανομένων διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων, βαλλιστικών πυραύλων, που εκτοξεύονται από υποβρύχια και βαρέα βομβαρδιστικά- και συστήματα μικρότερης και μεσαίας εμβέλειας και ισχύος. Αν και ο αριθμός των όπλων αυτών μειώθηκε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου υπάρχει ένα ενεργό απόθεμα περισσότερων από 1.500 κεφαλών, που αναπτύσσονται σε πυραύλους και βομβαρδιστικά, ικανές να πλήξουν το έδαφος των ΗΠΑ.
Οσον αφορά στο πυρηνικό δόγμα της, η Μόσχα το έχει αναθεωρήσει αρκετές φορές για να ανταποκριθεί στις ανησυχίες για το περιβάλλον ασφάλειας και τις δυνατότητες των συμβατικών δυνάμεων της υιοθετώντας στρατηγική «κλιμάκωσης προς αποκλιμάκωση», όπου θα μπορούσε να απειλήσει με χρήση πυρηνικών εάν έχανε έναν πόλεμο με ένα μέλος του ΝΑΤΟ, σε μια προσπάθεια να εξαναγκάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους της να αποσυρθούν από τη σύγκρουση.
Σε αυτή την κατεύθυνση, ο κύκλος εκσυγχρονισμού των ρωσικών πυρηνικών δυνάμεων ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και είναι πιθανό να ολοκληρωθεί έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας με στόχο να επιτευχθεί υπεροχή έναντι των ΗΠΑ αλλά και ως απάντηση στις αναδυόμενες αμερικανικές δυνατότητες πυραυλικής άμυνας. Στο τέλος του 2020 το 86% περίπου της στρατηγικής πυρηνικής δύναμης της Ρωσίας, που αναπτύσσεται σε περισσότερες από 12 βάσεις σε όλη την επικράτεια της, αποτελούνταν από σύγχρονα όπλα, αριθμός που αυξήθηκε στο 88% το 2021, αναβαθμίζοντας συνολικά τις επιχειρησιακές δυνατότητες της πυρηνικής «τριάδας».
Βαλλιστικοί πύραυλοι
Ειδικότερα, αιχμή των ενεργών διηπειρωτικών δυνάμεων είναι, όπως συνέβαινε και κατά τη σοβιετική εποχή, οι Στρατηγικές Πυραυλικές Δυνάμεις της Ρωσίας με τους βαλλιστικούς πυραύλους, που αποτελούν ξεχωριστό κλάδο των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων. Σήμερα, οι δυνάμεις αυτές περιλαμβάνουν τρεις πυραυλικές διοικήσεις, οι οποίες, με τη σειρά τους, αποτελούνται από 11 μεραρχίες πυραύλων, που απλώνονται σε όλη την επικράτεια της Ρωσίας, από τα δυτικά μέχρι την περιοχή Ιρκούτσκ την ανατολική Σιβηρία.
Οι Στρατηγικές Πυραυλικές Δυνάμεις με περίπου 60.000 άτομα προσωπικό εκτιμάται ότι έχουν στη διάθεση τους 310 πυραύλους, που μπορούν να μεταφέρουν έως και 1.189 κεφαλές, αν και μόνο περίπου 800 κεφαλές έχουν αναπτυχθεί και είναι διαθέσιμες για χρήση. Πάνω από τους μισούς από αυτούς τους πυραύλους φέρουν πολλαπλές κεφαλές ενώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ΗΠΑ, μετά τον εκσυγχρονισμό, η δύναμη των βαλλιστικών πυραύλων της Ρωσίας θα βασίζεται κυρίως στον SS-27 Mod 1 (Topol-M) με μία κεφαλή και στον SS-27 Mod 2 (Yars), που μπορεί να μεταφέρει έως και 4 κεφαλές.
Υποβρύχια
Στο μεταξύ, στις Στρατηγικές Ναυτικές Δυνάμεις της Ρωσίας επιχειρούν 10 υποβρύχια βαλλιστικών πυραύλων του Βόρειου Στόλου με έδρα το Σεβερομορσκ στην περιοχή του Μουνμάρσκ και του Στόλου του Ειρηνικού με έδρα το Βλαδιβοστόκ. Πρόκειται για στρατηγικά υποβρύχια τριών διαφορετικών τύπων: κλάσης Delta, Typhoon και Borei. Τα υποβρύχια κλάσης Delta και Borei μπορούν να μεταφέρουν 16 πυραύλους πολλαπλών κεφαλών το καθένα με το στόλο των υποβρυχίων να έχει συνολικές δυνατότητες μεταφοράς περίπου 624 κεφαλών. Η Ρωσία πρόκειται να αναπτύξει τελικά 10 υποβρύχια κλάσης Borei, 5 στο Στόλο του Ειρηνικού και 5 στο Βόρειο Στόλο. Αυτή τη στιγμή 4 υποβρύχια αυτού του τύπου είναι σε υπηρεσία, όλα στον Βόρειο Στόλο, και άλλα 4 βρίσκονται σε διάφορα στάδια κατασκευής.
Βομβαρδιστικά
Ο τρίτος πυλώνας της ρωσικής πυρηνικής «τριάδας» είναι τα βαρέα βομβαρδιστικά με τις στρατηγικές αεροπορικές μονάδες να εντάσσονται στη Διοίκηση Αεροπορίας Μεγάλης Εμβέλειας των Αεροδιαστημικών Δυνάμεων. Στη συγκεκριμένη διοίκηση επιχειρούν δύο τύποι στρατηγικών αεροσκαφών: τα Tu-160 (Blackjack) και τα Tu-95MS (Bear H), που απογειώνονται από την περιοχή Σαρατόβ στη νοτιοδυτική Ρωσία και από την περιοχή Αμουρσκάγια στην Απω Ανατολή. Βάσει εκτιμήσεων, η Μόσχα έχει 60 έως 70 στρατηγικά βομβαρδιστικά.
Περίπου 55 από αυτά, είναι βομβαρδιστικά Tu-95MS και τα υπόλοιπα είναι Tu-160. Το πρώτο μπορεί να μεταφέρει έως και 16 πυραύλους κρουζ με πυρηνικό οπλισμό AS-15 (Kh-55), ενώ το δεύτερο μπορεί να μεταφέρει έως και 12 πυραύλους κρουζ με πυρηνικό οπλισμό AS-15. Και τα δύο βομβαρδιστικά μπορούν επίσης να φέρουν πυρηνικές βόμβες βαρύτητας, αν και οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα βομβαρδιστικά θα ήταν ευάλωτα στην αεράμυνα των ΗΠΑ ή των συμμάχων τους σε μια τέτοια αποστολή κρούσης.
Η Ρωσία εκσυγχρόνισε πρόσφατα και τα δύο βομβαρδιστικά της τοποθετώντας τους έναν νέο πύραυλο κρουζ, το συμβατικό AS-23A (Kh-101) και τον πυρηνικό AS-23B (Kh-102). Στα μέσα της τρέχουσας δεκαετίας πρόκειται να ξεκινήσει η παραγωγή μιας νεότερης έκδοσης του Tu-160, η οποία αναμένεται να έχει βελτιωμένα stealth χαρακτηριστικά και μεγαλύτερη εμβέλεια, με τον νέο «αόρατο» ρωσικό στόλο στρατηγικών βομβαρδιστικών να υπολογίζεται ότι θα αποτελείται από 50-60 αεροσκάφη.
reader.gr