Ο Ανδρέας Παπανδρέου σφράγισε με την παρουσία και την πολιτική του δράση την περίοδο της Μεταπολίτευσης και υπήρξε ένας από τους πιο επιδραστικούς πολιτικούς στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας.
Ένας γνήσιος λαϊκός ηγέτης, ένας γεννημένος πολιτικός, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε μία αποφασιστικότητα που αιφνιδίαζε φίλους αλλά και πολιτικούς αντιπάλους, όπως θα πουν άνθρωποι που ήταν πολύ κοντά του.
Σαν σήμερα στις 05.02.1919 γεννήθηκε ο πολιτικός που έχτισε από το μηδέν μία σχέση με τους πολίτες, οι οποίοι τον εμπιστεύτηκαν και τον οδήγησαν στην εξουσία.
Μία πολυσύνθετη προσωπικότητα και κυρίως ένας μεγάλος μεταρρυθμιστής που άλλαξε την Ελλάδα από άκρη σε άκρη και έδωσε στον ελληνικό λαό όραμα, ελπίδα και εθνική υπερηφάνεια.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου πίστευε σε μια δίκαιη κοινωνία και σε ένα κοινωνικό κράτος, που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των πολιτών.
“Λαϊκιστής” για κάποιους, ο Ανδρέας, αγαπούσε ειλικρινά το λαό και συνομιλούσε μαζί του. Διακεκριμένος Οικονομολόγος σε αμερικάνικα και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ήρθε στην Ελλάδα, έφτιαξε το ΠΑΣΟΚ κι έγινε ο… Ανδρέας. Όλοι τον αποκαλούσαν με το μικρό του όνομα.
Ασχολήθηκε με την πολιτική από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου, το κόμμα που συνίδρυσε και ηγήθηκε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου.
Μετά την επάνοδο της δημοκρατίας το 1974, ίδρυσε το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), που έμελλε να επηρεάσει σημαντικά την πολιτική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας.
Χαρισματική προσωπικότητα με φανατικούς οπαδούς και εξίσου ορκισμένους εχθρούς, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 21 Οκτωβρίου 1981 έως τις 2 Ιουλίου 1989 και από τις 13 Οκτωβρίου 1993 έως τις 17 Ιανουαρίου 1996, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας.
Συνολικά παρέμεινε στο τιμόνι της χώρας 10 χρόνια και είναι ένας από τους μακροβιότερους Έλληνες πρωθυπουργούς.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1919, στη Χίο.
Ήταν γιος του Γεωργίου Παπανδρέου, Γενικού Διοικητή Αιγαίου τότε και μετέπειτα πρωθυπουργού, και της Σοφίας Μινέικο (1887 – 1981), κόρης του Ζίγκμουντ Μινέικο, Πολωνού αριστοκράτη και στρατιωτικού μηχανικού.
Μεγάλωσε στην Αθήνα και φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών.
Το 1937 μπήκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών αλλά το 1939 συνελήφθη από το καθεστώς Μεταξά.
Αφού πέρασε αρκετές ημέρες στην απομόνωση, αποφυλακίζεται και τον Ιούλιο αναχωρεί για τις ΗΠΑ. Εκεί αρχίζει σπουδές Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό το 1943 και διορίστηκε αναπληρωτής καθηγητής (associate professor).
Μετά τέσσερα χρόνια παραμονής στις ΗΠΑ πήρε την αμερικανική υπηκοότητα και την ίδια χρονιά κατατάχθηκε ως εθελοντής στο Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα ως καθηγητής, στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Μινεσότα, Νορθγουέστερν και Μπέρκλεϊ, στο οποίο διετέλεσε κοσμήτορας της οικονομικής σχολής (1956-1959).
Την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία συνέχισε στα χρόνια της δικτατορίας, οπότε εργάστηκε ως καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης (1968-69) και του Γιορκ (1969-1974), όπου διετέλεσε και διευθυντής μεταπτυχιακών σπουδών.
Το 1941, σε ηλικία 22 ετών, παντρεύτηκε για την ψυχίατρο Χριστίνα Ρασσιά, ένας γάμος που θα καταλήξει σε διαζύγιο μερικά χρόνια μετά.
Εν τω μεταξύ είχε μπει στη ζωή του η Μαργαρίτα Τσαντ, την οποία θα παντρευτεί και μαζί της θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά: τον Γιώργο (γεν. 1952), την Σοφία (γεν. 1954), τον Νίκο (γεν.1956) και τον Αντρίκο (γεν.1959).
Η επιστροφή στην Ελλάδα και η πολιτική
Επέστρεψε οικογενειακώς στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ στις 16 Ιανουαρίου του 1961 και έπειτα από πρόταση του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέλαβε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιστημονικός Διευθυντής του νεοσύστατου Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και Σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος.
Εκείνα τα χρόνια έκανε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική, μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου.
Στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964, τις οποίες κέρδισε θριαμβευτικά η Ένωση Κέντρου με ποσοστό 52,72%, έθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για βουλευτής και εξελέγη πανηγυρικά στην περιφέρεια Αχαΐας.
Στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο πατέρας του, διετέλεσε υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως και αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού.
Οι νεωτεριστικές πολιτικές του θέσεις, που έρχονταν σε σύγκρουση με εκείνες άλλων στελεχών της Ενώσεως Κέντρου.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου αφιερώθηκε στην προσπάθεια να δώσει μορφή και έκφραση στην κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Επανήλθε στην κυβέρνηση ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού στις 25 Απριλίου 1965 και παρέμεινε σ’ αυτήν μέχρι την πτώση της, στις 15 Ιουλίου του ίδιου χρόνου.
Μετά την ανάληψη και πάλι υπουργικών καθηκόντων κατηγορήθηκε ως εμπνευστής στρατιωτικής συνωμοσίας (υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ).
Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολούθησε να οξύνεται, ενώ άρχισαν να ακούγονται και οι πρώτες καταγγελίες για τον κίνδυνο πολιτειακής εκτροπής.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, δεν έπαυε να καταγγέλλει τον θρόνο και εξωελληνικούς παράγοντες ως αιτίες της ανώμαλης κατάστασης, με τους αντιπάλους του να τον κατηγορούν ως εχθρό της ομαλότητας.
Με την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη στο σπίτι του στο Ψυχικό και φυλακίστηκε μέχρι τον Δεκέμβριο του 1967, οπότε το στρατιωτικό καθεστώς χορήγησε αμνηστία και τον άφησε ελεύθερο.
Τον Ιανουάριο του 1968 του δόθηκε άδεια να αναχωρήσει στο εξωτερικό. Στα περίπου επτά χρόνια της απουσίας του από την Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέπτυξε εντονότατη και πολύπλευρη αντιστασιακή δράση.
Ένα μήνα αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου, ίδρυσε το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), με αρχική έδρα την Στοκχόλμη και με τη θερμή συμπαράσταση των κυβερνήσεων της Σουηδίας.
Ο ίδιος πίστευε ότι η ανατροπή της χούντας των συνταγματαρχών θα ερχόταν μόνον με συνεχή και συνεπή λαϊκό αγώνα.
Τα χρόνια της εξορίας του, δίδαξε ως καθηγητής Οικονομικών στα πανεπιστήμια Στοκχόλμης και Γιορκ.
Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Σουηδία απέκτησε το πέμπτο παιδί του, την Αιμιλία Νίμπλουμ (γεν. 1969), που ήταν καρπός του έρωτά του με την ηθοποιό και τηλεπαρουσιάστρια Ράνια Νίμπλουμ.
Η επιστροφή, το ΠΑΣΟΚ και η ώρα της «Αλλαγής»
Στην Ελλάδα επέστρεψε περίπου ένα μήνα μετά την πτώση της χούντας, στα μέσα του Αυγούστου 1974, και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από χιλιάδες ομοϊδεάτες στο αεροδρόμιο του Ελληνικού.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου κατά την ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ την 3η Σεπτέμβρη 1974 – Φωτογραφία Αρχείου: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Κινγκ Πάλλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε.
Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων προς μεγάλη απογοήτευση του ιδρυτή του, που στόχευε σε μεγαλύτερα ποσοστά.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης (1974-1977) και μέχρι τον θάνατό του επανεκλεγόταν στην Α’ Αθηνών (1977-1989) και στην Β’ Αθηνών (1989-1996).
Στο διάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές, ξεκαθάρισε απόλυτα το εσωκομματικό τοπίο και επέβαλε την κυριαρχία του.
Οι οξύτατοι αντιπολιτευτικοί του τόνοι στόχευαν όχι μόνο στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και στην ΕΚ-ΝΔ, την οποία επιδίωκε να εξαφανίσει από τον πολιτικό χάρτη και να κυριαρχήσει με το ΠΑΣΟΚ στον χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής λέει στη Βουλή «Η Ελλάς ανήκει εις τον δυτικόν κόσμο» με τον Παπανδρέου να του απαντά «Προτιμούμε να ανήκουμε εις τους Έλληνας».
Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, το ΠΑΣΟΚ διπλασίασε τα ποσοστά του, λαμβάνοντας 25,34% και εκλέγοντας 93 βουλευτές και κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση αρχίζοντας την φρενήρη πορεία του προς την εξουσία.
Το διάστημα 1974-1981, το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα έχουν μία μοναδική για την ελληνική πολιτική ιστορία, άνοδο. Από το 13,58% των ψήφων το Νοέμβριο του 1974, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ θα εκτιναχθεί στο 48,1% τον Οκτώβριο του 1981!
Το ΠΑΣΟΚ κερδίζει 172 έδρες στην Βουλή. Έτσι ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός της χώρας και σχημάτισε την πρώτη κεντροαριστερή κυβέρνηση στην ιστορία του ελληνικού κράτους.
Παράλληλα ανέλαβε και υπουργός Εθνικής Άμυνας (1981-1985), για να καθησυχάσει το στράτευμα.
Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού.
Η προεκλογική εκστρατεία του Ανδρέα Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα.
Η πρώτη κυβερνητική τετραετία του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές σε πολλούς τομείς της εσωτερικής πολιτικής, όπως πολιτικός γάμος, αποποινικοποίηση της μοιχείας, μονοτονικό, αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Επίσης ιδρύθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), καθιερώθηκαν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και την 1η Ιανουαρίου 1987 ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.
Το διάστημα 1981-1985 κυρίως, ο Ανδρέας Παπανδρέου και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προέβησαν σε σειρά εθνικοποιήσεων, τηρώντας και τις προεκλογικές δεσμεύσεις του κόμματος για την «κοινωνικοποίηση των επιχειρήσεων» κι έτσι κρατικοποιήθηκαν επιχειρήσεις που ανήκαν σε πολύ ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες, όπως η ΛΑΡΚΟ και η ΠΥΡΚΑΛ, τα τσιμέντα ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ, η Ελληνική Χαλυβουργία κ.α.
Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου απέρριψαν τις οικονομικές πολιτικές των κυβερνήσεων Παπανδρέου και κυρίως επέκριναν τις προσλήψεις που έγιναν στον δημόσιο τομέα, καθώς και τη σημαντική αύξηση των δημοσίων δαπανών και του δημοσίου χρέους.
Ο λόγος ήταν η δημιουργία ενός κράτους πρόνοιας, απαντούσαν οι υποστηρικτές του Ανδρέα.
Πέρα από τους πολιτικούς αυτούς χειρισμούς προχώρησε και σε ευρύτερα ευρωπαϊκά και διεθνή πλαίσια.
Οι αμερικανικές βάσεις δεν θα φύγουν από την Ελλάδα, η χώρα θα παραμείνει στην ΕΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πετύχει την θεσμοθέτηση από την Κοινότητα ενός νέου αναπτυξιακού εργαλείου με την ονομασία Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ).
Η Μάργκαρετ Θάτσερ, η συντηρητική πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου που ήταν πολέμιος του κράτους πρόνοιας και των παροχών στις χώρες του Νότου και συγκρούστηκε πολλές φορές με τον Ανδρέα Παπανδρέου, είπε γι’ αυτόν:
«Δεν τον συμπάθησα, αλλά ποτέ δεν έφυγε από Διάσκεψη Κορυφής της ΕΟΚ, χωρίς να πάρει κάτι για τη χώρα του».
Κατά τη διάρκεια της δεύτερης περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου (1993 – 1996) οι ρυθμοί αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ βελτιώθηκαν σε σχέση με την πρώτη διακυβέρνηση.
Ορισμένες σημαντικές παρεμβάσεις στον χώρο της οικονομίας, κατά τη διάρκεια της τρίτης θητείας του Ανδρέα Παπανδρέου, περιλαμβάνουν τη λήψη της απόφασης για τη μετοχοποίηση του 7,6% του ΟΤΕ καθώς και την ίδρυση του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ).
Η εξωτερική του πολιτική χαρακτηρίστηκε από την υποστήριξη στον λεγόμενο «αδέσμευτο κόσμο», στον οποίο θεωρούσε ότι ανήκει η Ελλάδα, και από ρητορική ενάντια στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Αυτή η στάση του βοήθησε πολύ τη χώρα, αυξάνοντας τη σημασία της στις διεθνείς σχέσεις.
Τον Φεβρουάριο του 1982 ο Ανδρέας Παπανδρέου πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο θέλοντας να δείξει στους Κύπριους αλλά και διεθνώς, την αποφασιστικότητα της κυβέρνησής του να συμπαραταχθεί με τον Ελληνισμό της Κύπρου.
Ήταν η πρώτη επίσκεψη Έλληνα πρωθυπουργού που πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο μετά την εισβολή και η οποία πραγματοποιήθηκε παρά τις αντιδράσεις της Τουρκίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων χωρών.
Το 1987 το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Σισμίκ» ξεκινά έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου προκαλώντας σοβαρή κρίση, με τις δύο χώρες να φτάνουν στα όρια του πολέμου.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ανυποχώρητος και διατάσσει την κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ξεκινούν έντονες διαπραγματεύσεις μεταξύ Ανδρέα Παπανδρέου και του τότε πρωθυπουργού της Τουρκίας, Τουργκούτ Οζάλ, με αποτέλεσμα τη συνάντηση Παπανδρέου – Οζάλ στο Νταβός της Ελβετίας στις 30 και 31 Ιανουαρίου 1988, στα πλαίσια του Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ.
Εκεί συμφωνήθηκε η πολιτική του «μη πολέμου» και για λίγο επικράτησε αισιοδοξία για βελτίωση στις διμερείς σχέσεις στο «πνεύμα του Νταβός».
Στις 6 Ιουνίου 1988 ο Ανδρέας Παπανδρέου σε συζήτηση πρότασης δυσπιστίας της Νέας Δημοκρατίας υπεραμύνθηκε της πολιτικής του στα ελληνοτουρκικά, αλλά είπε το γνωστό “mea culpa”.
Ο επιτυχής χειρισμός της κρίσης του 1987 αύξησε τη δημοτικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου στην Ελλάδα, ενώ ο Οζάλ δέχτηκε έντονη κριτική για υποχωρητικότητα από την τουρκική αντιπολίτευση.
Η πρώτη πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου ολοκληρώθηκε με την πρόταση του για μια περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση.
Ακολούθησε η πρόταση αντικατάστασης του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη, παρότι λέγεται ότι είχε δώσει διαβεβαιώσεις ιδιωτικώς ότι θα ξαναπρότεινε τον Καραμανλή.
Οι κυβερνητικές επιδιώξεις, για τις οποίες αντέδρασε με σφοδρότητα η Νέα Δημοκρατία, επικυρώθηκαν πολιτικά από τις εκλογές της 2ας Ιουνίου 1985, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 45,82% των ψήφων και 161 έδρες.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την δεύτερη κυβέρνησή του αρχίζοντας παράλληλα ένα διετές πρόγραμμα λιτότητας.
Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου τον κατηγόρησαν για «πολιτικό πραξικόπημα» και «εξαπάτηση» του Καραμανλή.
Το 1988, ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο οποίο ενεπλάκησαν στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Ακολούθησε περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά, άρχισαν τα προβλήματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος οδηγήθηκε εσπευσμένα, στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υπεβλήθη σε σοβαρή εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς από τον διάσημο καρδιοχειρουργό Μαγκντί Γιακούμπ.
Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην πτώση του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989.
Την περίοδο της συγκυβέρνησης υπό τον Τζαννή Τζαννετάκη, οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του Συνασπισμού παραπέμπουν τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο τον αθωώνει οριακά για τις κατηγορίες περί εμπλοκής του στο σκάνδαλο Κοσκωτά, αλλά και για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Η δίκη για το σκάνδαλο Κοσκωτά άρχισε στις 16 Μαρτίου 1991, στην οποία δεν παρέστη ο ίδιος, καταγγέλλοντάς την ως μεθόδευση των πολιτικών του αντιπάλων και σκευωρία εις βάρος του και εις βάρος του ΠΑΣΟΚ.
Στη δίκη αυτή καταδικάστηκαν ο Δημήτρης Τσοβόλας και ο Γιώργος Πέτσος, ενώ ο συγκατηγορούμενός τους Μένιος Κουτσόγιωργας απεβίωσε κατά τη διάρκεια της δίκης.
Με την έκδοση της αθωωτικής απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου έκλεισε ένα κεφάλαιο της ελληνικής πολιτικής ζωής, που έμεινε στην ιστορία «Βρώμικο ’89».
Στο διάστημα αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε διαζύγιο από την δεύτερη σύζυγό του Μαργαρίτα και παντρεύτηκε την αεροσυνοδό Δήμητρα Λιάνη, μια σχέση που απασχόλησε τον κουτσομπολίστικο Τύπο της εποχής.
Η ακροαματική διαδικασία και η έκβαση της δίκης επέτρεψε στον Ανδρέα Παπανδρέου να θέσει ζήτημα παραπλάνησης του εκλογικού σώματος κατά τις τρεις βουλευτικές εκλογές του 1989-1990, που έδωσαν τελικά οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993, που προκηρύχθηκαν μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη λόγω έντονων εσωκομματικών προβλημάτων, το ΠΑΣΟΚ επανήλθε θριαμβευτικά στην εξουσία με ποσοστό 47% και ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την τρίτη του κυβέρνηση.
Αποφασίζεται η μεταστροφή της οικονομικής πολιτικής της χώρας, μπαίνοντας έτσι ουσιαστικά σε πορεία προς την ΟΝΕ. Επίσης, αναγνωρίζεται η γενοκτονία των Ποντίων, δημιουργείται το ΑΣΕΠ (νόμος Πεπονή), ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας – Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Η περιπέτεια του σκανδάλου Κοσκωτά και η πολιτική ένταση των περασμένων χρόνων έχουν επιβαρύνει πλέον σοβαρά την υγεία του και στις 21 Νοεμβρίου του 1995 θα μεταφερθεί στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία τον οδήγησαν να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία στις 17 Ιανουαρίου 1996.
Το διάστημα αυτό τον αναπλήρωνε ο υπουργός Εσωτερικών Άκης Τσοχατζόπουλος. Μετά τη βελτίωση που παρουσίασε η κατάσταση της υγείας του βγήκε από το νοσοκομείο τον Μάρτιο του ίδιου έτους.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου 1996 από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο σε ηλικία 77 ετών.
Κηδεύτηκε στις 26 Ιουνίου 1996 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών με τιμές εν ενεργεία αρχηγού κράτους.
Ο θάνατός του προκάλεσε κύμα συγκίνησης σε όλη τη χώρα, και πλήθη κόσμου πήγαν στην κηδεία του.
Ύστατο φόρο τιμής τού απέτισαν ηγέτες και προσωπικότητες από όλο τον κόσμο.
Ο γιος του Γιώργος Παναδρέου εκφώνησε έναν επικήδειο λόγο που έμεινε στη μνήμη όλων από τη φράση «Άκουσες τα νέα, Πατέρα;».
«…Πατέρα, θέλουμε να σου μιλήσουμε με τον ίδιο τρόπο όπως κάθε φορά που συνέβαινε κάτι σημαντικό. Τα νέα είναι τα εξής: ένας σπουδαίος άνδρας, ένας μεγάλος επαναστάτης, ο πατέρας μας, έφυγε. Και θέλουμε να σου πούμε κάτι ακόμα: Σε Αγαπάμε. Όλοι που μαζευτήκαμε εδώ, σε αγαπάμε. Όλοι μας ορφανέψαμε. Γεια σου, Πατέρα».
newsit.gr