Πρόκειται για συμπέρασμα από τη μελέτη ACALM (Algorithm for Comorbidities, Associations, Length of Stay and Mortality), που διεξάγεται επί 14 χρόνια σε δείγμα 1.2 εκατομμυρίων ασθενών.
Από το πλήθος αυτό, οι ερευνητές εστίασαν σε 34.027 άτομα που είχαν εισαχθεί για λοίμωξη του ουροποιητικού και του αναπνευστικού και τους συνέκριναν με ιδίου φύλου άτομα χωρίς λοίμωξη.
Από την επεξεργασία των στοιχείων που έκανα οι ειδικοί της Ιατρικής Σχολής Aston στο Μπερμινγκχαμ προέκυψε ότι, οι ασθενείς που είχαν εισαχθεί στο νοσοκομείο για λοίμωξη του ουροποιητικού ή του αναπνευστικού είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να υποστούν έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο μακροπρόθεσμα.
Επίσης, τα άτομα αυτά είχαν τριπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν, από τα άτομα που δεν είχαν ιστορικό λοίμωξης, μετά την εκδήλωση καρδιακής νόσου, και διπλάσιες πιθανότητες να αποβιώσουν μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, οι ερευνητές συνεκτίμησαν και γνωστούς παράγοντες κινδύνου για την καρδιακή νόσο και το εγκεφαλικό επεισόδιο, όπως η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, η παχυσαρκία και το κάπνισμα, καθώς και παθολογικές καταστάσεις, όπως υπέρταση, υπερχοληστερολαιμία, διαβήτης, νεφρική νόσος, καρδιακή ανεπάρκεια και κολπική μαρμαρυγή.
Η επίπτωση της λοίμωξης ήταν όμοιου εύρους με του διαβήτη, της υπέρτασης, της υπερχοληστερολαιμίας και μεγαλύτερη της παχυσαρκίας.
Σύμφωνα με τον Δρ Ραουλ Ποτλουρι, εμπνευστή της μελέτης ACALM «τα στοιχεία δείχνουν ότι όσοι εισάγονται για νοσηλεία λόγω αναπνευστικής ή ουρολογικής λοίμωξης έχουν πάνω από 40% πιθανότητα να υποστούν στη συνέχεια έμφραγμα και 2,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να υποστούν εγκεφαλικό επεισόδιο, και μάλιστα με σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν σε περίπτωση τέτοιων επεισοδίων».
Πηγή: in.gr