Μείωση των εισακτέων έρχεται φέτος για τους μαθητές της Γ’ Λυκείου, οι οποίοι θα δώσουν Πανελλαδικές Εξετάσεις τον Ιούνιο. Ηδη τα πανεπιστήμια προετοιμάζονται για να στείλουν στο υπουργείο Παιδείας τις προτάσεις τους με τον αριθμό των εισακτέων για το ακαδημαϊκό έτος 2020-2021 και όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ του «Εθνους της Κυριακής», τα τμήματα επιμένουν σε περιορισμό των εισακτέων.
Η διαδικασία της αποστολής των προτάσεων δεν έχει ολοκληρωθεί, συνεπώς το υπουργείο Παιδείας δεν έχει λάβει από όλα τα ιδρύματα τις προτάσεις τους, καθώς έχουν χρονικό περιθώριο μέχρι τις αρχές Μαρτίου να στείλουν τα σχετικά έγγραφα.
Τα ιδρύματα διεκδικούν και φέτος, όπως και όλα τα προηγούμενα χρόνια, μικρότερο αριθμό εισακτέων από αυτόν που τελικά αποφασίζει το υπουργείο Παιδείας, όχι όμως και σημαντικά μικρότερο από πέρυσι. Ο λόγος; Η χρηματοδότησή τους εξαρτάται άμεσα και από τον αριθμό των φοιτητών που διαθέτει κάθε ίδρυμα.
Πάντως, εφόσον ο τελικός αριθμός των εισακτέων, που θα προτείνουν όλα τα ιδρύματα μαζί, είναι δραματικά μικρότερος από πέρυσι, τότε το πιθανότερο είναι ότι το υπουργείο Παιδείας θα επιβάλει τους δικούς του «αριθμούς», καθώς θα μετρήσει το πολιτικό κόστος και τις σφοδρές αντιδράσεις που θα υπάρξουν στην κοινωνία.
Το υπουργείο, όπως ήδη έχει προαναγγείλει, θα λάβει υπόψη του τις προτάσεις των πανεπιστημίων σχετικά με τον αριθμό εισακτέων, όμως δεν έχει δεσμευθεί ότι θα δεχτεί «κατά γράμμα» τις προτάσεις, ούτε και έχει νομοθετήσει σχετικά. Συνεπώς θα «ρυθμίσει» το ζήτημα έτσι ώστε η μείωση να είναι σε λογικό πλαίσιο. Δηλαδή σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να δεχτεί ακριβώς τις προτάσεις των ιδρυμάτων, γιατί τότε θα πρέπει να μειώσει τον αριθμό των εισακτέων κατά 50%.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο μπορεί να μειωθεί ο αριθμός των εισακτέων εάν το υπουργείο Παιδείας υιοθετούσε κατά γράμμα τις προτάσεις τους αποτελεί το Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Πέρυσι το ίδρυμα ζήτησε συνολικά 880 εισακτέους για όλα του τα τμήματα, τελικά όμως ο αριθμός ανέβηκε στους 1.687, δηλαδή τους διπλάσιους.
Και φέτος το συγκεκριμένο ίδρυμα θα κάνει ανάλογη πρόταση.
Για να καταλάβει κάποιος τη δραματική μείωση που θα μπορούσε να έχει ο συνολικός αριθμός των εισακτέων αρκεί να δει τα παρακάτω στοιχεία.
Σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα
Πέρυσι μόνο τα οκτώ (σε σύνολο 22) μεγαλύτερα πανεπιστήμια, δηλαδή Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Πάντειο, Οικονομικό, ΕΜΠ, Δυτικής Αττικής, Ιωαννίνων και Πάτρας, ζήτησαν να εισαχθούν συνολικά 22.056 φοιτητές, αλλά τελικά το υπουργείο Παιδείας αύξησε τον αριθμό σε 34.948 (δηλαδή 12.892 περισσότερους φοιτητές). Από αυτό και μόνο είναι απολύτως εμφανές πόσο μπορεί να μειωθούν οι πρωτοετείς εάν γινόταν αποδεκτή η πρόταση και όλων των υπόλοιπων ιδρυμάτων.
Η αλήθεια είναι ότι πέρυσι ο αριθμός των εισακτέων έσπασε το ρεκόρ της δεκαετίας, καθώς οι θέσεις στα ΑΕΙ έφτασαν τις 78.335, κάτι που φέτος δεν υπάρχει περίπτωση να επαναληφθεί. Συνεπώς για το 2020 ο αριθμός θα είναι μειωμένος σημαντικά. Το τοπίο όμως θα ξεκαθαρίσει τον επόμενο μήνα, όταν θα γίνουν οι επίσημες ανακοινώσεις, προκειμένου να ενημερωθούν οι μαθητές της Γ’ Λυκείου και να ξέρουν πώς θα κινηθούν στον δρόμο προς τις Πανελλαδικές Εξετάσεις του Ιουνίου.
Η μείωση στον αριθμό των εισακτέων θα ισχύσει κυρίως για τα κεντρικά ιδρύματα της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, τα οποία έχουν ήδη υπερφορτωθεί με φοιτητές, στους οποίους δεν μπορούν να προσφέρουν πολλές φορές την κατάλληλη εκπαίδευση, και πολύ λιγότερο για τα πανεπιστήμια της περιφέρειας, τα οποία δεν θέλουν να χάνουν φοιτητές. Η πολιτική ηγεσία πάντως του υπουργείου Παιδείας αισιοδοξεί ότι τα πανεπιστήμια θα κάνουν «λογικές προτάσεις» όσον αφορά τον φετινό αριθμό των εισακτέων καθώς, όπως τονίζει στο «Εθνος της Κυριακής» και ο υφυπουργός Παιδείας κ. Διγαλάκης, «θα λάβουμε περισσότερο υπόψη μας φέτος τις προτάσεις των ΑΕΙ. Οπως είναι γνωστό, η χρηματοδότηση των ΑΕΙ θα γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια, ανάμεσα στα οποία είναι και ο αριθμός των φοιτητών που διαθέτουν. Αυτός πιστεύω ότι θα είναι ένας λόγος ο οποίος θα εξισορροπήσει την κατάσταση».
Η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας είχε ξεκαθαρίσει εξαρχής ότι θα λάβει σοβαρά υπόψη της τον αριθμό εισακτέων που θα «δώσει κάθε πανεπιστήμιο, κάθε τμήμα, κάθε σχολή».
«Πρέπει να μπει ένα τέλος στη μικροπολιτική διαχείριση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, όπου χωρίς να εξασφαλίζονται οι ανάλογοι πόροι, υπήρχε συνεχής αύξηση του αριθμού εισακτέων» δήλωσε ο υφυπουργός Παιδείας Β. Διγαλάκης στη Βουλή και υπογράμμισε: «Επειδή υπηρετώ 25 χρόνια στο πανεπιστήμιο, επιτρέψτε μου να φέρω το εξής αρνητικό παράδειγμα: Τα πανεπιστήμια διαχρονικά υποβάλλουν τις προτάσεις τους, τις εισηγήσεις για τον αριθμό εισακτέων, τις οποίες οι ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας δεν ακούν. Τα ιδρύματα γνωρίζουν καλύτερα από τον καθέναν ποιον αριθμό φοιτητών μπορούν να εκπαιδεύσουν και μέσω του στρατηγικού σχεδιασμού μπορούμε να εξασφαλίσουμε επαγγελματική προοπτική στους αποφοίτους των πανεπιστημίων». Πάντως με δεδομένο ότι ένα μεγάλο πρόβλημα των πανεπιστημίων, και κυρίως των κεντρικών, είναι ο τεράστιος αριθμός φοιτητών από μετεγγραφές και όχι ο αριθμός των «κανονικών» εισακτέων, ζητούν από το υπουργείο Παιδείας για άλλη μια φορά να αλλάξει το καθεστώς των μετακινήσεων, ώστε τα ιδρύματα να μην επιβαρύνονται τόσο πολύ. Στο πλαίσιο αυτό το υπουργείο Παιδείας προσανατολίζεται να προχωρήσει σε σημαντικές βελτιώσεις του συστήματος, ώστε να μπορέσει να εφαρμοστεί για τους νέους φοιτητές, οι οποίοι θα εισαχθούν τον Σεπτέμβριο στα πανεπιστήμια.
Οσον αφορά τα ΑΕΙ, οι πανεπιστημιακοί τηρούν επιφυλακτική στάση, καθώς έχουν ενημερωθεί για τις υποσχέσεις του υπουργείου Παιδείας ότι θα εισακούσει τις προτάσεις τους, αλλά, όπως οι ίδιοι λένε, «όλοι οι υπουργοί δύσκολα μπορούν να αντέξουν το πολιτικό κόστος μιας εντυπωσιακής μείωσης του αριθμού των εισακτέων λόγω της σφοδρής κοινωνικής αντίδρασης που θα σημειωθεί σε μια τέτοια ανακοίνωση».
Σχετικά με τον φετινό αριθμό των εισακτέων, ο κ. Μιχάλης Αυγουστιανάκης, μέλος της κοσμητείας της Νομικής Αθήνας, υπογραμμίζει ότι «εμείς θα ζητήσουμε και φέτος τον ίδιο αριθμό εισακτέων με πέρυσι (σ.σ.:400 άτομα) . Ο λόγος είναι απλός. Το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι ο κανονικός αριθμός των εισακτέων στη σχολή, αλλά όλοι όσοι έρχονται με μετεγγραφές. Αυτό πρέπει να περιοριστεί. Συνεπώς δεν θα ήταν δίκαιο να “τιμωρήσουμε” αυτά τα παιδιά που κάνουν τεράστιο αγώνα προκειμένου να εισαχθούν στη σχολή μας, αλλά αυτούς που μπαίνουν από το “παράθυρο”. Αρα λοιπόν αυτό που θέλουμε είναι να περιοριστεί ο αριθμός των μετεγγραφών».
Το πρόβλημα με τις μετεγγραφές αναδεικνύει και ο κοσμήτορας της Ιατρικής σχολής Αθήνας Πέτρος Σφηκάκης: «Πέρυσι ζητήσαμε για την Ιατρική 120 άτομα. Το υπουργείο μάς έστειλε 160 και στη συνέχεια πήραμε ακόμη 200 φοιτητές από μετεγγραφές και άλλες κατηγορίες. Αυτό είναι το πρόβλημα για εμάς. Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση. Και φέτος πάλι θα ζητήσουμε τον ίδιο αριθμό και θα δούμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση».
Ο μεγάλος αριθμός φοιτητών που καλούνται τα πανεπιστήμια να εκπαιδεύσουν αποτελεί χρόνιο πρόβλημα, το οποίο φυσικά συνδέεται και με τη χαμηλή χρηματοδότηση των ιδρυμάτων. Οπως λέει στο «Εθνος της Κυριακής» ο κ. Δημήτρης Ματαράς, αναπληρωτής πρόεδρος του Τμήματος Χημικών Μηχανικών Πάτρας, «εμείς προτείναμε για φέτος 80 εισακτέους. Και πέρυσι είχαμε προτείνει περίπου ίδιο αριθμό και τελικά πήραμε με απόφαση του υπουργείου Παιδείας 150 νέους φοιτητές. Με δεδομένο βέβαια ότι η χρηματοδότηση των ΑΕΙ εξαρτάται άμεσα και από τον αριθμό των φοιτητών που έχει κάθε ίδρυμα, δεν μπορούμε να μειώσουμε σημαντικά τους εισακτέους. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το τμήμα δεν μπορεί να εκπαιδεύσει πάνω από 80 φοιτητές, καθώς έχουμε εργαστήρια τα οποία “αντέχουν” 40 άτομα και σε δύο βάρδιες 80».
πηγή: ethnos.gr