Προσωπικές ιστορίες, απαγορευμένους έρωτες, στιγμές από την καθημερινότητα και τις σχέσεις των μελών των βασιλικών οικογενειών της Ευρώπης, αλλά και στοιχεία που φωτίζουν σημαντικές πτυχές της ελληνικής Ιστορίας και τέχνης «διηγούνται» τα δεκάδες χιλιάδες αντικείμενα και αρχεία που βρέθηκαν στοιβαγμένα σε διάφορες γωνιές του πρώην βασιλικού κτήματος Τατοΐου κατά τη διάρκεια των έργων αποκατάστασής του με στόχο την επαναλειτουργία του.
Στα τεράστια λευκά κοντέινερ που έχουν στηθεί στο Τατόι φυλλάσονται κούτες και βαλίτσες γεμάτες με κάθε λογής αντικείμενα, από ενδύματα, στολές και παράσημα, είδη οικιακού εξοπλισμού και πολύτιμα δώρα, μέχρι αξιόλογα έργα τέχνης από διάφορες γωνιές του κόσμου, αλλά και χειρόγραφα που αναφέρονται σε σημαντικά γεγονότα του παρελθόντος.
Επί δύο ολόκληρα χρόνια η πολυμελής, πλήρως καταρτισμένη ομάδα ειδικών της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων (ΔΔΕΑΜ) μελετά, τεκμηριώνει, συντηρεί, όταν απαιτείται, και καταγράφει ψηφιακά το πλούσιο αυτό υλικό που αγγίζει τα 100.000 κομμάτια. Μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί πάνω από 44.000, ενώ αυτή η σύνθετη διαδικασία αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το 2025, οπότε σχεδιάζεται να λειτουργήσουν και οι μουσειακοί χώροι του Τατοΐου.
Από το 1964
Ενα από τα πλέον πολυσυζητημένα και πολυφωτογραφημένα ενδύματα της πρώην βασιλικής οικογένειας, το λιτό αλλά εντυπωσιακό νυφικό που φόρεσε η 18χρονη Αννα-Μαρία στον γάμο της με τον Κωνσταντίνο Β’, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1964, ήταν από τα κομμάτια που προσέλκυσαν -μοιραία- το έντονο ενδιαφέρον των καταγραφέων των αντικειμένων του Τατοΐου. Βρέθηκε μέσα στη μεγάλη, μεταλλική βαλίτσα με την οποία μεταφέρθηκε από τη Δανία στην Ελλάδα, που έχει πάνω της τυπωμένο το βασιλικό μονόγραμμα της Αννας-Μαρίας, ενώ στη χειρολαβή της υπάρχουν ακόμη οι χάρτινες ετικέτες με την αεροπορική εταιρεία και τα στοιχεία της παραλήπτριας.
Το νυφικό είναι ραμμένο από λευκό μετάξι σε γραμμή Α, φέρει φερμουάρ στη ράχη, ευρύ για την εποχή ντεκολτέ, στενή μέση, μανίκια και μακριά ουρά, η οποία ξεκινά από το ύψος της πλάτης, ενώ είναι επενδεδυμένο με τούλινα φουρό. Πρόκειται για μια δημιουργία του Δανού σχεδιαστή Γιόρχεν Μπέντερ, ο οποίος είχε αναπτύξει στενότατη συνεργασία με τις βασιλικές οικογένειες της Δανίας, της Σουηδίας και της Νορβηγίας.
Δύο άλλα κομμάτια που εντάσσονται στην κατηγορία της ένδυσης και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το ζευγάρι χρυσοκέντητων επωμίδων της βασίλισσας Ολγας, τα οποία μαρτυρούν τη ρωσική καταγωγή της. Εκτός από το βασιλικό της μονόγραμμα, φέρουν και τον αυτοκρατορικό αετό της Ρωσίας και αποτελούν τμήμα της στολής της ναυάρχου του αυτοκρατορικού ρωσικού Ναυτικού, τίτλου που της απέδωσε ο τσάρος Αλέξανδρος Β’ όταν παντρεύτηκε τον Γεώργιο Α’.
Δύο άλλα κομμάτια που εντάσσονται στην κατηγορία της ένδυσης και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το ζευγάρι χρυσοκέντητων επωμίδων της βασίλισσας Ολγας, τα οποία μαρτυρούν τη ρωσική καταγωγή της. Εκτός από το βασιλικό της μονόγραμμα, φέρουν και τον αυτοκρατορικό αετό της Ρωσίας και αποτελούν τμήμα της στολής της ναυάρχου του αυτοκρατορικού ρωσικού Ναυτικού, τίτλου που της απέδωσε ο τσάρος Αλέξανδρος Β’ όταν παντρεύτηκε τον Γεώργιο Α’.
Οι επιστολές στον Βενιζέλο
Ενθύμιο μιας μεγάλης, απαγορευμένης αγάπης, η οποία όμως κατάφερε να μείνει ζωντανή, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, αποτελεί το μεγάλου μεγέθους μπαούλο του βασιλιά Αλέξανδρου, το οποίο χρησίμευσε και ως ντουλάπα. Μέσα σε αυτό, εκτός από είδη ένδυσης και υπόδησης του Αλέξανδρου, βρέθηκαν και ιστορικής σημασίας προσχέδια επιστολών του που γράφτηκαν το 1919, και απευθύνονταν στον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Εμμανουήλ Ρέπουλη. Θέμα τους ήταν η επισημοποίηση του γάμου του με την αγαπημένη του Ασπασία Μάνου. Οταν ο Αλέξανδρος ερωτεύτηκε σφόδρα τη διακεκριμένη «Ελληνίδα κόρη», όπως ο ίδιος την αποκαλεί χαρακτηριστικά στις επιστολές του, αλλά και κοινή θνητή Ασπασία Μάνου, κόρη του συνταγματάρχη της Χωροφυλακής Πέτρου Μάνου, η σχέση τους δημιούργησε έντονους κλυδωνισμούς και ξεσήκωσε αντιδράσεις τόσο στο παλάτι όσο και στην κυβέρνηση.
Η μητέρα του Αλέξανδρου, Σοφία, η οποία ήταν τότε εξόριστη, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να αποτρέψει αυτόν τον γάμο, υπό τον φόβο ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος θα τον χρησιμοποιούσε ως όπλο για να απομακρύνει οριστικά από τον θρόνο τον Κωνσταντίνο, την ίδια και τον διάδοχό τους Γεώργιο, να σταθεροποιήσει τη βασιλεία του Αλεξάνδρου και να ιδρύσει μια νέα δυναστεία, κατά το ήμισυ ελληνική, μια και μητέρα του μέλλοντα διαδόχου θα ήταν μια αληθινή Ελληνίδα. Ετσι, λοιπόν, το ζευγάρι είχε απέναντί του τόσο την οικογένεια του Αλέξανδρου όσο και την αντιβενιζελική παράταξη.
Η αγάπη τους όμως αποδείχτηκε πιο δυνατή. Ο γάμος τους έγινε τον Νοέμβριο του 1919, χωρίς βασιλικές επισημότητες, αλλά θεωρούνταν παράνομος, καθώς δεν είχε λάβει την απαιτούμενη άδεια από τον αρχηγό του ηγεμονικού οίκου. Η μοίρα ωστόσο στάθηκε σκληρή με το ζευγάρι, αφού έναν χρόνο αργότερα ο Αλέξανδρος, σε ηλικία μόλις 27 ετών, πεθαίνει από σηψαιμία, η οποία προήλθε από δάγκωμα μαϊμούς στους βασιλικούς κήπους του Τατοΐου. Οταν συνέβη το τραγικό περιστατικό η Ασπασία Μάνου ήταν ήδη έγκυος στην κόρη τους, πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, η οποία γεννήθηκε λίγους μήνες αργότερα. Η οικογένεια του συζύγου της δεν την αποδέχτηκε, όμως, ποτέ.
Βασιλικές πορσελάνες
Τα περίτεχνα και πανάκριβα πορσελάνινα σερβίτσια αλλά και τα πολυτελή διακοσμητικά είδη του διάσημου οίκου Fabergé συμπεριλαμβάνονταν στις μεγάλες αδυναμίες όλων των βασιλικών οικογενειών. Πρωταγωνιστούσαν στα επίσημα τραπέζια, ενώ επιλέγονταν συχνά ως δώρα για γάμους και επίσημες επισκέψεις.
Από την πλούσια συλλογή ειδών σερβιρίσματος της πρώην βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας ξεχωρίζει ένα εντυπωσιακό πορσελάνινο σερβίτσιο Mecklenburg, το οποίο είναι διακοσμημένο με εξωτικά πουλιά και φέρει το όνομα του δούκα του Μεκλεμβούργου, Στρέλιτς. Φτιάχτηκε το 1763 στο αγγλικό εργοστάσιο πορσελάνης Τσέσλι έπειτα από ειδική παραγγελία του Γεωργίου Γ’ και της βασίλισσας Σάρλοτ της Αγγλίας προκειμένου να το δωρίσουν στον αδελφό της, δούκα Στρέλιτς. Τη δεκαετία του 1880 ο ιδιοκτήτης καταστήματος ειδών πολυτελείας του Λονδίνου, Τόμας Γκουντ, σε συνεργασία με το εργοστάσιο πορσελάνης Copeland, δημιούργησε αντίγραφα του συγκεκριμένου σερβίτσιου. Στο Τατόι βρέθηκε ένα από αυτά τα αντίγραφα, το οποίο αγοράστηκε από τον Γεώργιο Α’ στην έκθεση του Παρισιού.
Παράλληλα, ανάμεσα στα αντίστοιχα ήδη που έχουν τεκμηριωθεί συμπεριλαμβάνεται ένα πιάτο από πορσελάνη Royal Copenhagen, στο κέντρο του οποίου απεικονίζεται η Μικρή Γοργόνα του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, κατά το πρότυπο του εμβληματικού ομώνυμου μπρούτζινου αγάλματος, να κάθεται σε έναν βράχο δίπλα στο ποτάμι στο Langelinie. Το πιάτο φέρει στο πίσω μέρος του τη σφραγίδα του διάσημου οίκου.
Μπορεί το πιάτο με τη Γοργόνα να μην έχει μεγάλη χρηματική αξία, δεν ισχύει όμως το ίδιο για το ολόχρυσο αγγείο του διάσημου οίκου Fabergé που βρισκόταν επί δεκαετίες σε ένα σκονισμένο κουτί. Εχει σχήμα αρχαίας κύλικας (βαθύ ποτήρι κυκλικού σχήματος), στηρίζεται σε ψηλό πόδι και διαθέτει δύο οριζόντιες λαβές και διακόσμηση. Στη βάση του κατασκευασμένου από χρυσό 14 καρατίων αγγείου υπάρχει η σφραγίδα του Ερικ Κόλιν, του πρώτου σχεδιαστή-κατασκευαστή του διάσημου ρωσικού οίκου. Από τα στοιχεία που το διακρίνουν προκύπτει ότι πρέπει να κατασκευάστηκε στην Αγία Πετρούπολη μεταξύ 1882 και 1899.
Πολύτιμα έργα τέχνης
Πολυάριθμα έργα τέχνης κοσμούσαν τους χώρους του πρώην βασιλικού ανακτόρου στο Τατόι. Αλλα είχαν αγοραστεί από μέλη της βασιλικής οικογένειας και άλλα αποτελούσαν πολύτιμα δώρα από ξένους, κυρίως, αποστολείς. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα έργα εκείνα που σχετίζονται με την εξέλιξη της ελληνικής τέχνης. Ανάμεσά τους η «Αγία Λαύρα», πίνακας από λάδι σε μουσαμά που απεικονίζει την ιστορική Μονή και το φυσικό τοπίο που την περιβάλλει. Εχει φιλοτεχνηθεί από τη Σοφία Λασκαρίδου, την πρώτη γυναίκα που φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών το 1903, έπειτα από δικό της προσωπικό διάβημα στον Γεώργιο Α’, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο και για άλλες σημαντικές γυναίκες εικαστικούς.
Εξαιρετικό δείγμα ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας αποτελεί το σπάνιο λεύκωμα του Μουσείου Αθηνών, το πρώτο από τα συνολικά 400 αριθμημένα αντίτυπα που κυκλοφόρησαν το 1956 και τυπώθηκε ειδικά για τους τότε βασιλείς των Ελλήνων. Περιλαμβάνει 10 χαρακτικά, σε ξεχωριστό φύλλο το καθένα, φιλοτεχνημένα όλα με τη μεικτή τεχνική της ξυλογραφίας και της χαλκογραφίας, τυπωμένα στο χέρι, τα οποία απεικονίζουν ισάριθμες αττικές λευκές ληκύθους του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Ο διακεκριμένος χαράκτης και καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Γιάννης Κεφαλληνός και οι μαθητές του εργάστηκαν επί μία διετία, από το 1953 έως το 1955, προκειμένου να ολοκληρώσουν τα έργα της συγκεκριμένης έκδοσης, ειδικά για την οποία μάλιστα σχεδιάστηκε η γραμματοσειρά με την επωνυμία «Θεόκριτος». Ενα σπάνιο και πολύτιμο δώρο παραδοσιακής τέχνης που κατέφθασε στο Τατόι από πολύ μακριά αποτελεί το παραδοσιακό χειροποίητο ειλητάριο από το Θιβέτ, στο οποίο απεικονίζονται βουδιστές θεότητες με την τεχνική ζωγραφικής Thanka.
Πρόκειται για έναν τύπο θιβετιανής βουδιστικής ζωγραφικής που χρησιμοποιεί χρωστικές ουσίες οι οποίες προέρχονται από ορυκτά και οργανικά υλικά, όπως κοράλλια, ζαφείρια, μαργαριτάρια και χρυσό, με σκοπό να διατηρηθεί το χρώμα για αιώνες. Τα χρώματα αυτά εφαρμόζονται σε βαμβάκι ή μετάξι και δημιουργούν ένα μοναδικό αισθητικό αποτέλεσμα. Τα ειλητάρια χρησιμοποιούνταν κατά τη διάρκεια της προσευχής για να ενισχύει τη συγκέντρωση του πιστού. Πρόκειται για ένα αντικείμενο που δείχνει τη σχέση που είχε αναπτύξει η βασιλική οικογένεια με άλλους πολιτισμούς.
Ενα παιδικό βιβλίο και μια πέτρα με χειρόγραφη αφιέρωση αποτελούν δύο αντικείμενα που σχετίζονται με τη ζωή των παιδιών της πρώην βασιλικής οικογένειας που έζησαν στο Τατόι και κουβαλούν έντονη συναισθηματική αξία. Το βιβλίο είναι της σειράς «Tiny Tots» και αποτελεί, όπως προκύπτει από τη χειρόγραφη αφιέρωση, ένα δώρο που έκανε τα Χριστούγεννα του 1923 η Ασπασία Μάνου στην κόρη της Αλεξάνδρα, ενώ η λευκή πέτρα που χάρισε ως δώρο η μικρή Σοφία στη μητέρα της Φρειδερίκη γράφει «Στη μαμά από τη Σοφία» και συνοδεύεται από ένα ζωγραφισμένο λουλούδι.
Τα «Κανόνια του Ναβαρόνε» και ο κουμπαράς
Ηταν 3 Νοεμβρίου του 1961 όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο αθηναϊκό κινηματοθέατρο «Παλλάς», η ταινία «Τα Κανόνια του Ναβαρόνε» με πρωταγωνιστές τους Γκρέγκορι Πεκ και Αντονι Κουίν. Ανάμεσα στο κοινό της λαμπερής εκείνης πρεμιέρας ήταν ο βασιλιάς Παύλος και η βασίλισσα Φρειδερίκη. Το βασιλικό ζεύγος, μάλιστα, είχε επισκεφθεί τα γυρίσματα της πολεμικής περιπέτειας στη Ρόδο ενώ συναντήθηκε και συνομίλησε με τους πρωταγωνιστές. Σε εκείνη την πρώτη προβολή της ταινίας, αναφέρεται ένα φυλλάδιο που βρέθηκε στο Τατόι.
Κι ενώ οι γαλαζοαίματοι και εκπρόσωποι της υψηλής αθηναϊκής κοινωνίας έδιναν διαχρονικά το «παρών» σε λαμπερές εκδηλώσεις, ο λαός μάθαινε να κάνει αποταμίευση. Η Λαϊκή Τράπεζα ιδρύθηκε το 1905 με πρωτοβουλία του οικονομολόγου, τραπεζίτη και συλλέκτη έργων τέχνης Διονύσιου Λοβέρδου. Απευθύνθηκε κυρίως στα λαϊκά στρώματα της Αθήνας προωθώντας τον θεσμό της αποταμίευσης. Στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της διέθετε στους πελάτες της μεταλλικούς κουμπαράδες, εισαγόμενους από τις ΗΠΑ. Ενας τέτοιος κουμπαράς, κλειδωμένος και γεμάτος, βρέθηκε σε μπαούλο με προσωπικά αντικείμενα του βασιλιά Αλέξανδρου και της Ασπασίας Μάνου.
protothema.gr