Ο γιος του Οσάμα μπιν Λάντεν, του νεκρού ιδρυτή του τζιχαντιστικού δικτύου αλ Κάιντα, κάλεσε τους Σαουδάραβες να «ανατρέψουν» το καθεστώς του βασιλείου και να «ελευθερώσουν» τη χώρα τους από την επιρροή των ΗΠΑ, σε ένα ηχητικό μήνυμά του το οποίο δημοσιοποίησε σήμερα η υπηρεσία παρακολούθησης των τζιχαντιστικών ιστοτόπων SITE.
Ο Χάμζα μπιν Λάντεν καλεί τους σαουδάραβες νέους κι όσους «είναι ικανοί να πολεμήσουν» να ενταχθούν στην οργάνωση αλ Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου (ΑΚΑΧ), η οποία έχει ορμητήριο τη γειτονική Υεμένη, για να «αποκτήσουν την απαραίτητη εμπειρία» στις μάχες, στο μήνυμά του, το οποίο δεν έχει ημερομηνία και αναπαρήγαγε η SITE.
Ο Χάμζα μπιν Λάντεν, 23 ετών, είναι ένας από τους γιους του Οσάμα μπιν Λάντεν, ο οποίος έπεσε νεκρός τον Μάιο του 2011 από πυρά ανδρών των Ειδικών Δυνάμεων των ΗΠΑ στο Πακιστάν κι αντικαταστάθηκε στην ηγεσία της αλ Κάιντα από τον Αϊμάν αλ Ζαουάχρι.
Από τον Οσάμα μπιν Λάντεν, ο οποίος θεωρήθηκε ο εγκέφαλος των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ (περίπου 3.000 νεκροί) είχε αφαιρεθεί η σαουδαραβική υπηκοότητα το 1994, εξαιτίας της υποστήριξής του σε ισλαμιστικές οργανώσεις και των φετφάδων του εναντίον της κυβέρνησης στο Ριάντ και εναντίον των Αμερικανών.
Ο Χάμζα ήταν ο αγαπημένος γιος του πρώην αρχηγού της αλ Κάιντα, που ήθελε να τον κάνει διάδοχό του, σύμφωνα με αποχαρακτηρισμένα έγγραφα που πήραν μαζί τους οι αμερικανοί καταδρομείς οι οποίοι έκαναν την έφοδο στο Αμποταμπάντ του Πακιστάν το 2011. Ο Χάμζα είχε γράψει στον πατέρα του και τον είχε διαβεβαιώσει για τη βούλησή του να ενταχθεί στον τζιχάντ.
Στην πέμπτη επέτειο του θανάτου του Οσάμα μπιν Λάντεν, ειδικοί είχαν σημειώσει ότι η επιρροή του Χάμζα μπιν Λάντεν είναι πλέον μεγαλύτερη από εκείνη του Αϊμάν αλ Ζαουάχρι στους κόλπους του δικτύου της αλ Κάιντα.
Οι ΗΠΑ θεωρούν την ΑΚΑΧ τον πιο επικίνδυνο βραχίονα του δικτύου της αλ Κάιντα και εξαπολύουν συχνά αεροπορικά πλήγματα, πολλές φορές με μη επανδρωμένα, τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη, εναντίον ηγετικών στελεχών της και μαχητών της στην Υεμένη.
Η ΑΚΑΧ, που προέκυψε με τη συνένωση των παρακλαδιών της αλ Κάιντα στη Σαουδική Αραβία και στην Υεμένη, επωφελήθηκε από την αποδυνάμωση της κεντρικής κυβέρνησης το 2011 στη φτωχότερη χώρα της αραβικής χερσονήσου για να εδραιωθεί στο νότιο και το νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας.
Η Υεμένη παραμένει σε χαοτική κατάσταση, εν μέσω του πολέμου ανάμεσα στις δυνάμεις της κυβέρνησης του προέδρου Αμπντ Ράμπο Μανσούρ Χάντι, τις οποίες υποστηρίζει μια συμμαχία αραβικών κρατών υπό την ηγεσία του Ριάντ, και των σιιτών ανταρτών Χούτι, οι οποίοι έχουν καταλάβει την πρωτεύουσα Σαναά και θέλουν να παραμείνουν στην εξουσία.