Νίκος Αλέφαντος: Όσα είπε για προπονητάκια, ποδοσφαιριστές «εκατό κιλά», και παικτάκια «των πέντε γραμμαρίων»

Νewsroom
By Νewsroom Tags: Add a Comment
10 Min Read

Στα άγουρά μου χρόνια τα δημοσιογραφικά, τότε που ξεκίνησα από το αθλητικό ρεπορτάζ και με είχαν στα τσικό της εφημερίδας, μου κανόνισαν την πρώτη μου συνέντευξη με τον Νίκο Αλέφαντο. Ημουν φοιτητής τότε στο Μαθηματικό και έκανα ιδιαίτερα μαθήματα στον γιο ενός φτασμένου δημοσιογράφου. Κάν’ του αλλιώτικες ερωτήσεις, με ενθάρρυνε. Είναι χείμαρρος, θα δεις.

-Advertisement-

Εκείνος ήταν τότε σε προπονητικό διάλειμμα, μεταξύ Καστοριάς και Πιερικού, αν θυμάμαι καλά. Συναντηθήκαμε σ’ έναν καφενέ στα Εξάρχεια. Τη γειτονιά του. Φορούσε ένα μπλουζάκι τύπου Polo, γκρίζο με λεπτές μαύρες ρίγες.

Οσες φορές κι αν τον είδα μετά, και δεν ήταν λίγες, το ίδιο φορούσε. Είναι και στο εξώφυλλο του βιβλίου του «Από τη φτώχεια στην αναγνώριση», όπου κάπου αναφέρει μια μετέπειτα συνέντευξή μας. Ηταν προληπτικός, ως εκεί που δεν έπαιρνε άλλο. Μ’ έβαλε να καθίσω έτσι που να με βλέπει από δεξιά του. Ημουν ντροπαλός, και μου έλειπε η πεποίθηση. Πήρα βαθιά ανάσα και του έκανα την πρώτη ερώτηση:

ασ

- Advertisement -

30/1/1963 Ο Νίκος Αλέφαντος ως παίκτης, στο Ρουφ

«Τι ψάχνετε σ’ έναν παίκτη που βλέπετε για πρώτη φορά για να καταλάβετε ότι θα ξεχωρίσει, θα γίνει σπουδαίος;». Το βλέμμα του με διεμβόλισε. Νομίζω πως διέκρινα και ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο – δεν το συνήθιζε. «Είσαι γίγαντας», μου κάνει και έπειτα άρχισε να απαντά στην ερώτηση.

Εκείνο το «είσαι γίγαντας» με ανέβασε πολύ. Τόσο που, όταν γύρισα στην εφημερίδα, ένιωθα πως μπορούσα να ντριμπλάρω όλους τους συναδέλφους μου και να σκοράρω πανηγυρικά. Κάθισα και έγραψα μονορούφι ένα ολόκληρο κατεβατό – σαν να άκουγα τη φωνή του από το καφενείο να προστάζει «κατέβαινε», και «άνοιξε», και «δώσε». Μα την Παναγία, ήταν σαν να κατεύθυνε την πένα μου!

Μου μίλησε για όλα. Για μπάλα και πολιτική, ξεχωρίζοντας πάντα, όμως, τα πρόσωπα που του άρεσαν, αλλά και εκείνα που τον απωθούσαν. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν «από δικό μου στάβλο». Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, «ψηλομύτης, πώς να κατέβει στον λαό;». Για προπονητές και προπονητάκια. Για προεδράρες και λαμόγια. Για ποδοσφαιριστές «εκατό κιλά», και για παικτάκια «των πέντε γραμμαρίων».

Από κάποια στιγμή και μετά σταμάτησα να σημειώνω ονόματα – ήταν χείμαρρος. Και χείμαρρος παρέμεινε ως το τέλος. Ξαφνικό κι αναπάντεχο, την περασμένη Τρίτη, που έλαχε να διαβώ και την πόρτα του «Πρώτου Θέματος». Και εκεί συμφωνήσαμε να γράψω! Για τον Αλέφαντο, τον Νίκο.

Ολόκληρος κύκλος

Στη δεκαετία του ’80, επιστρέφοντας από σπουδές και δημοσιογραφική θητεία στην Αγγλία, βρεθήκαμε πάλι στο ίδιο καφενείο στα Εξάρχεια. Τίποτα δεν είχε αλλάξει. Το ίδιο πάθος για όλα ήταν τυπωμένο επάνω του από πάνω ως κάτω. Πρόσθεσα κι εγώ πινελιές από το αγγλικό ποδόσφαιρο, από το οποίο ξεχώριζε τον Μπομπ Πέισλι (1919-1996), 50 χρόνια στη Λίβερπουλ ως παίκτης, φυσιοθεραπευτής, προπονητής και μάνατζερ, και τον σερ Αλεξ Φέργκιουσον, 78 ετών, που προπόνησε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σχεδόν 30 χρόνια.

Ο Αλέφαντος δεν είχε αυτή τη σταθερότητα. Ανέλαβε να προπονήσει ομάδες 37 φορές, μερικές για δεύτερη ή και τρίτη θητεία, όπως τον Ολυμπιακό. Αντίθετα με τους πιο πάνω ήρωές του, αυτός δεν στέριωσε ποτέ σε κάποια ομάδα.

Οπου πήγαινε, τσακωνόταν, μου λέει ο αθλητικογράφος Αντώνης Καρπετόπουλος, που τον ήξερε απ’ την καλή και την ανάποδή του, αλλά είχε και ένα παράσημο: πολλές από τις ομάδες που τον έδιωχναν τον ξανάπαιρναν! Ο Πανιώνιος, δύο φορές, ο ΠΑΣ Γιάννινα επίσης, ο Ολυμπιακός τρεις, ο Ιωνικός, ο Ηρακλής και ο Πανιώνιος από δύο. Κάποια δουλειά είχε αφήσει πίσω του…

Ο μεγάλος σαρωτής

Ο χαρακτήρας του ήταν και παραμένει για μένα μεγάλο ερωτηματικό. Οχι πως με προβλημάτισε πολύ, αλλά κάθε φορά που τον έβλεπα (κατ’ ιδίαν, όχι παραπάνω από τέσσερις φορές, τηλεοπτικά πολύ περισσότερες), οδηγούμουν στο συμπέρασμα ότι η αδιαμφισβήτητη λαϊκότητά του με τον καιρό έχανε την ωραία της πλευρά και εξελισσόταν σε κάτι λιγότερο αυθόρμητο, πολύ υπερβολικό και «δουλεμένο».

Του άρεσε να ακούει τον εαυτό του. Κι όταν έβλεπε στο πρόσωπο εκείνου που καθόταν απέναντι έστω ένα στίγμα αποδοχής, έπαιρνε μεγαλύτερη φόρα και σάρωνε τα πάντα. Ενίοτε χωρίς λογική. Σίγουρα δίχως όρους, δίχως όρια.

F3NEW-2644458

28/12/1983 Στο Κύπελλο Ακρόπολις δίπλα στον, τότε, πρόεδρο του Ολυμπιακού, Σταύρο Νταϊφά

Είχε το… δικαίωμα να το κάνει; Νομίζω ναι. Τουλάχιστον εν μέρει. Γιατί ως προπονητής ήταν πράγματι μπροστά από την εποχή του. Η θητεία του, κυρίως κοντά στον Αυστριακό Ερνστ Χάπελ (1925-1992), του έδωσε εφόδια που αργότερα έβαλε και εκείνος στην πράξη, όταν η προπονητική στην Ελλάδα ήταν, σχεδόν αποκλειστικά, μόνο ο πάγκος της Κυριακής.

Η προπόνηση Δευτέρα – Σάββατο, ο γυμναστής, ο διατροφολόγος, ο φυσιοθεραπευτής, το μανατζάρισμα της ομάδας, η ανάλυση του αντιπάλου (που αργότερα του έγινε και εμμονή), όλα αυτά σ’ ένα πακέτο ήταν έως τότε ανήκουστα. Πέραν αυτού, όμως, αυτές οι καινοτομίες τού έδωσαν το δικαίωμα να έχει λόγο.

Σ’ ένα ποδόσφαιρο όπου ακόμα και ο προπονητής εκτελούσε εντολές του προέδρου, ένας κανονικότατος «yes, man!» δηλαδή, ο Αλέφαντος ήταν ο πρώτος Ελληνας προπονητής που ταρακούνησε τα νερά.

Έθετε τους όρους του

Το ερώτημα αν είναι λαϊκός ήρωας δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Είναι θέμα ακροατηρίου. Την έκταση του οποίου δεν μπορείς να υπολογίσεις. Είναι λάθος ακόμα κι αν το προσπαθήσεις. Ο κύκλος του ήταν στενός, και από αυτόν έπαιρνε το feedback. Ο ίδιος όμως έθετε τους όρους του παιχνιδιού – του δικού του, εννοώ. Και αυτοί δεν είχαν καμία σχέση με τα συστήματα που δίδασκε στους παίκτες του.

Με την πάροδο του χρόνου και τη σταδιακή ωρίμανσή του τού έγινε εμμονή η άμυνα, μου λέει ο Καρπετόπουλος. Ισως και για τούτο, έπαιζε όλο και πιο πολύ μόνος του. Εκεί, στο «ένας προς έναν μόνος σου», κανόνες δεν υπάρχουν. Τουλάχιστον για άτομα όπως ο Αλέφαντος που δεν αναγνωρίζουν τα λάθη τους. Εύκολα το χάνεις. Εύκολα κολλάς. Στο συγκεκριμένο, προσθέτει ο αθλητικός συντάκτης, οδηγήθηκε σε μια θεωρία συνωμοσίας ότι τάχα ο Οτο Ρεχάγκελ τον αντέγραψε στην αμυντική του τακτική, και έτσι κέρδισε το Euro του 2004. Ηταν η τακτική του «κάτσε πίσω, να μη φας γκολ»!

Και την ίδια στιγμή, σε προσωπικό επίπεδο, ιδίως όταν τα μέσα ενημέρωσης τον καλούσαν να δώσει παράσταση, η συμπεριφορά του έβγαζε φουλ επίθεση. Με όσους μίλησα αυτές τις μέρες, όλοι συμφωνούν ότι ένα μέρος του εαυτού του έβγαζε πολλή συμπάθεια και αποδοχή, και ένα άλλο φόβο. Κακό δεν άκουσα να κάνει ποτέ σε άνθρωπο. Τους τρομοκρατούσε όμως αν ενοχλούσαν τις ευαίσθητες χορδές του.

Σκέψου, μου λέει ο Καρπετόπουλος, ότι στην τελευταία θητεία του στον Ολυμπιακό ούτε ο Λούβαρης τόλμησε να του πει ότι λύεται η συνεργασία τους, ούτε και ο Κόκκαλης άντεχε να πει εκείνος τα κακά νέα. Τον φοβόντουσαν. Και στο τέλος, τον απέλυσε ο Τζόρτζεβιτς. Ο ποδοσφαιριστής του.

Απροσδόκητος

Από την ποδοσφαιρική οικογένεια δεν ξέρω έναν που να μπορώ να πω ότι τη δίχασε -δεν νομίζω τελικά ότι είχε τέτοια επιρροή-, αλλά σίγουρα γνωρίζω πολλούς, παίκτες και φιλάθλους, που τον πήγαιναν με χίλια (Αναστόπουλος, Ζιοβάνι, Καστίγιο κ.ά.), αλλά και πολλούς που δεν τον είχαν σε καμία υπόληψη (Μπατίστα, Αλεξανδρής, Θωμάς Μαύρος κ.ά.).

Συχνά είχε επιθετική συμπεριφορά. Εδειρε δημοσιογράφους επειδή δεν του άρεσαν αυτά που έγραψαν. Κακολόγησε προέδρους, που είχε υμνήσει όταν τον προσέλαβαν. Τον έπνιγε το δίκιο, ακόμα κι όταν δεν το είχε. Δεν ήταν όμως αχάριστος άνθρωπος, μου λέει ένας παλιός του φίλος που δεν θέλει να τον ονομάσω.

Να ξέρεις όμως, προσθέτει, ότι αυτά τα τραβηγμένα που έλεγε σε γλώσσα καθημερινή, για Αθηναίους και Σπαρτιάτες, είχαν αλήθειες. Οπως και τα συστήματα που ανέπτυσσε στην τηλεόραση κουνώντας αλατιέρες και άλλα αντικείμενα είχαν βάση, δεν ήταν για γέλια. Εντέλει, μου λέει ο Καρπετόπουλος, ήταν απροσδόκητος και αυτοκαταστροφικός.

F2-2672118

7/2/199 Ανάμεσα σε αστυνομικούς κατά τη διάρκεια του ματς Προοδευτική – Καβάλα

Για την ιδιωτική του ζωή, λίγα ξέρουμε. Σαν να ήθελε να προστατεύσει την οικογένειά του από τη δική του διαρκή έκθεση στη δημοσιότητα. Είχε βράχο στο πλευρό του τη γυναίκα του. Αυτή φέρεται να του κανόνιζε τα πάντα, τα τυπικά που λέμε. Ο Νίκος Αλέφαντος δεν είχε κινητό. Το είχε η σύζυγος. Για τον γιο του Τάσο, έχει μείνει η ιστορική του φράση: «Το παιδί δεν παίρνει από μπάλα και αναγκάστηκα να τον σπουδάσω». Σήμερα είναι αεροναυπηγός.

Πίστευε στον Θεό, έκανε τον σταυρό του, όπου μπορούσε έδινε βοήθεια. Του έφερνε δάκρυα η δυστυχία ενός μικρού παιδιού. «Δεν το αντέχω αυτό», μου έλεγε, και έβλεπες τα μάτια του να βρέχονται. Η οικογένειά του, αντί στεφάνων στην κηδεία του το Σάββατο, ζήτησε να γίνουν εισφορές στην «Κιβωτό του Κόσμου». Τον πρόδωσε η καρδιά του. Νομίζω πως δεν θα μπορούσε να «φύγει» από κάτι άλλο. Απλά, κουράστηκε…

πηγή: protothema.gr

Share This Article
Leave a Comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *