Διαστάσεις για τις οποίες πολλοί είχαν προειδοποιήσει από πέρυσι το καλοκαίρι, όταν επιβάλλονταν τα capital controls και η οικονομία υποτροπίαζε στην ύφεση, λαμβάνει το νέο κύμα χρεοκοπιών μικρότερων αλλά και μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων.
Τα λουκέτα την Πέμπτη στα 45 καταστήματα της Ηλεκτρονικής Αθηνών, ύστερα από περίπου επτά δεκαετίες λειτουργίας, έρχονται να προστεθούν σε αυτά που έβαλε προ μηνός, ύστερα από πέντε δεκαετίες λειτουργίας, το εργοστάσιο ελαστικών προϊόντων τής Contitech ΙΜΑΣ στον Βόλο. Αλλά και σε αυτά που μπήκαν λίγο νωρίτερα στη χαρτοβιομηχανία Softex και στα Σούπερ Μάρκετ Λάρισα.
Είχε προηγηθεί το λουκέτο στο εργοστάσιο παραγωγής χαρτιού στον Βόλο αλλά και στη βιομηχανία συσκευασίας ΒΙΣ στην ίδια πόλη. Στα τέλη του περασμένου χρόνου λουκέτο έβαλε και η Bacardi Hellas, με την ξένη πολυεθνική να καταφεύγει στη λύση αντιπροσώπου για τη διάθεση των προϊόντων της.
Και αυτές δεν αποτελούν παρά μόνον μερικές από τις εκατοντάδες επώνυμες και τις χιλιάδες πολύ λιγότερο γνωστές περιπτώσεις ελληνικών επιχειρήσεων, που εξουθενωμένες, ύστερα από επτά χρόνια κρίσης, και ενίοτε και αμφιλεγόμενων ίσως χειρισμών, δεν άντεξαν το τελευταίο χτύπημα, απουσία και των τραπεζικών χρηματοδοτήσεων. Και η αποτυχία αυτή μεταφράζεται σε δεκάδες χιλιάδες επιπλέον ανέργους.
Πολύ περισσότερες επιχειρήσεις βρίσκονται σε διαδικασία αναδιάρθρωσης των υποχρεώσεών τους, αλλά οι ελπίδες είναι πλέον λιγοστές, καθώς, εκτός της ύφεσης και της έλλειψης ρευστότητας, η παρατεταμένη αβεβαιότητα για το νομικό πλαίσιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων κρατά δεμένα τα χέρια των τραπεζών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ), από τις αρχές του 2016 έως και το δεύτερο δεκαήμερο του Μαρτίου διαγράφηκαν 9.812 επιχειρήσεις, 78% περισσότερες απ’ ό,τι το πρώτο τρίμηνο του 2015. Ο αριθμός αυτός είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από τις νέες επιχειρήσεις που εγγράφηκαν στο μητρώο, και συγκεκριμένα κατά 3.824, επίπεδο που αποτελεί υψηλό πενταετίας. Πίσω από αυτούς τους αριθμούς κρύβονται άνθρωποι, επιχειρηματίες και εργαζόμενοι. Κρύβονται όμως και άλλοι αριθμοί: ανείσπρακτες φορολογικές και ασφαλιστικές απαιτήσεις του Δημοσίου, οφειλές πoυ στην κυβέρνηση ίσως εσφαλμένα να τις προϋπολογίζουν στα έσοδά τους, αλλά και προς τις τράπεζες και τους προμηθευτές και, βέβαια, προς τους εργαζομένους.
Ανεξαρτήτως μεριδίου ευθυνών μεταξύ της ευρύτερης οικονομικής κατάστασης, των διοικήσεων ή των Ελλήνων ή ξένων μετόχων, γεγονός είναι ότι ο ιδιωτικός τομέας συρρικνώνεται και πάλι με δραματικούς ρυθμούς. Και αυτό ύστερα από πολυετή περίοδο αποβιομηχάνισης αλλά και φυγής επιχειρήσεων στο εξωτερικό, προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Είναι θέμα χρόνου οι επόμενες χρεοκοπίες, λένε όλοι στην αγορά, όπου η μάχη για την κάλυψη των υποχρεώσεων σε συνθήκες συρρικνωμένου τζίρου είναι η θλιβερή καθημερινή πραγματικότητα.
Ολα αυτά την ώρα που οι αλλεπάλληλες επιβολές ολοένα και μεγαλύτερων φορολογικών επιβαρύνσεων και η νέα οικονομική περιδίνηση της Ελλάδας έχουν οδηγήσει ξένους κολοσσούς, με τις πολυεθνικές τράπεζες μεταξύ αυτών, στην έξοδο από την Ελλάδα, και τη βαριά βιομηχανία της χώρας, με προεξάρχουσα τη χαλυβουργία, αποψιλωμένη.