Τη ματαίωση του διαγωνισμού για τις νέες ταυτότητες ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά χθες η κυβέρνηση. Πρόκειται για τον πολυσυζητημένο διαγωνισμό προϋπολογισμού 515 εκατ. ευρώ, που η ίδια η Νέα Δημοκρατία είχε προκηρύξει στα τέλη του 2019 και αφορούσε τα έγγραφα ασφαλείας.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, η ματαίωση του διαγωνισμού έρχεται ως συνέπεια της απόφασης να παραταθεί η ισχύς των διαβατηρίων από τα πέντε στα δέκα έτη. Στο σχετικό δελτίο Τύπου αναφέρεται σχετικά ότι «καταγράφεται ουσιώδης αλλαγή, τόσο των οικονομικών, όσο και των τεχνικών παραμέτρων που σχετίζονται με τη διαδικασία ανάθεσης της προμήθειας (…) Η συνολική αξία του συγκεκριμένου διαγωνισμού μειώνεται κατά τουλάχιστον 56,5 εκατ. ευρώ, με αυτονόητη τη σημαντική οικονομική ωφέλεια υπέρ του ελληνικού Δημοσίου, γεγονός που υποχρεωτικά λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της ορθής διαχείρισης του δημοσίου χρήματος».
Παράγοντας της αγοράς εξήγησε ότι η αμοιβή του αναδόχου ήταν συνάρτηση του όγκου των παραγόμενων εγγράφων και επομένως ο διπλασιασμός της περιόδου ισχύος των διαβατηρίων θα μείωνε σημαντικά τα έσοδά του. Στέλεχος του υπουργείου σημείωσε ότι η απόφαση ελήφθη κατόπιν εισήγησης του Αρχηγείου της Αστυνομίας και με τη σύμφωνη γνώμη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Η ίδια πηγή, απαντώντας σε διευκρινιστικές ερωτήσεις της «Κ», σημείωσε ότι θα ξεκινήσουν νέες διαδικασίες (πιθανόν νέος διαγωνισμός), ούτως ώστε έως το 2026, όταν και εκπνέει η προθεσμία της Ε.Ε., η Ελλάδα να έχει αντικαταστήσει τις παλιές ταυτότητες με νέες.
Ο ματαιωθείς διαγωνισμός, εξάλλου, αφορούσε την έκδοση όχι μόνο των αστυνομικών ταυτοτήτων, που θεωρούνται από τις πιο παλιές και εύκολο να πλαστογραφηθούν στην Ευρώπη, αλλά και των διαβατηρίων. Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι δέκα ημέρες μετά τις εκλογές του 2019, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση είχε ματαιώσει τον διαγωνισμό για το ίδιο έργο, που είχε προκηρύξει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να βγάλει στον «αέρα» νέο στα τέλη του ίδιου χρόνου, μεταβάλλοντας τις τεχνικές προδιαγραφές του. Είχαν, μάλιστα, υπάρξει δημοσιεύματα στον αντιπολιτευόμενο Τύπο που συνέδεαν την εξέλιξη αυτή με συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα.
kathimerini.gr