H νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την αντιστροφή του brain drain, την προσέλκυση επενδύσεων και την πρόσκληση πολιτών ξένων χωρών για να εγκατασταθούν και να εργάζονται από την Ελλάδα, προβλέπει σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, τη μείωση κατά 50% του φόρου εισοδήματος για τα επόμενα 7 χρόνια, είτε αν μεταφερθεί η θέση εργασίας στην Ελλάδα είτε αν οι ενδιαφερόμενοι εγκατασταθούν ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή ως μισθωτοί σε άλλη επαγγελματική απασχόληση στην Ελλάδα.
«Είναι, πιστεύω, ένα σημαντικό κίνητρο για να μπορέσουμε αυτήν την κρίσιμη χρονιά -που πιστεύω ότι μετά την πανδημία του Covid θα κάνουμε ένα μεγάλο αναπτυξιακό άλμα- να προσελκύσουμε στην πατρίδα μας και ανθρώπινο κεφάλαιο, το οποίο τόσο χρειαζόμαστε», επισήμανε ο πρωθυπουργός.
Αναφέρθηκε και στο προσωπικό του παράδειγμα και την απόφαση του ιδίου και της συζύγου του να επιστρέψουν στην Ελλάδα μετά από κάποια χρόνια εργασίας και παραμονής στο εξωτερικό.
Ο κ. Μητσοτάκης συμπλήρωσε πως «βλέπουμε τον κορονοϊό ως μια μεγάλη ευκαιρία. Σε μία εποχή που μπορείς να δουλέψεις από παντού, γιατί να μην δουλέψεις από την Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται κάποιες βασικές προϋποθέσεις; Η ποιότητα ζωής εν τη ευρεία έννοια θα αρχίσει να παίζει ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο, ειδικά για ανθρώπους, Έλληνες και πολίτες του κόσμου που αισθάνονται ότι μπορούν να ζήσουν και να δουλέψουν από παντού. Και αυτό είναι κάτι το οποίο σίγουρα θέλουμε να το εκμεταλλευτούμε. Αλλά για να μπορέσουμε να το κάνουμε, πρέπει να πληρούνται μία σειρά από βασικές προϋποθέσεις. Κάνουμε πολύ μεγάλα βήματα και πολύ γρήγορα βήματα στην ψηφιοποίηση της επικοινωνίας των πολιτών και των επιχειρήσεων με το κράτος. Πίσω από το gov.gr κρύβεται πραγματικά μία επανάσταση που δεν έχει να κάνει μόνο με το interface. Αυτό το οποίο βλέπετε έχει να κάνει με όλες τις διαδικασίες που κρύβονται από πίσω, είναι ο καλύτερος και ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να πολεμήσουμε τον βραχνά της ελληνικής κρατικής γραφειοκρατίας».
Τα ίδια πέρασα κι εγώ
Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, αντίστοιχα βήματα γίνονται και σε πολλούς άλλους τομείς. «Η πανδημία», είπε, «ήταν μία ευκαιρία να ξαναδούμε τις αδυναμίες, αλλά και τα δυνατά σημεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Πολλές από εσάς -γιατί είναι ένα ζήτημα το οποίο εκ των πραγμάτων ίσως αφορά πάντα περισσότερο τις γυναίκες- αναφερθήκατε στα ζητήματα των σχολείων, τι σημαίνει να επιστρέψει μία οικογένεια με παιδιά τα οποία ενδεχομένως δεν μιλούν τα ελληνικά τόσο καλά. Το ξέρω, το είχα ζήσει και εγώ ως παιδί όταν γύρισα στην Ελλάδα επτά χρόνων. Τα ελληνικά μου δεν ήταν τόσο καλά γιατί πέρασα τα πρώτα μου έξι χρόνια στο εξωτερικό. Καταλαβαίνω ακριβώς τι λέτε και είναι ένα ζήτημα το οποίο πρέπει να το συζητήσουμε ειδικά με το Υπουργείο Παιδείας, αυτήν την πρόσθετη υποστήριξη σε παιδιά τα οποία μιλάνε τα ελληνικά, αλλά μπορεί να μην έχουν την απόλυτη εξοικείωση με το επίπεδο γνώσεων άλλων παιδιών στην ηλικία τους».