Σε ηπειρωτικούς προορισμούς, με χερσαία δηλαδή πρόσβαση, κινήθηκε ένα πολύ μεγάλο μέρος των Ελλήνων εκδρομέων του Δεκαπενταύγουστου φέτος, καθώς οι υψηλές τιμές των ξενοδοχείων αλλά και οι επίμονα ακριβές τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων αποθάρρυναν πολλούς οικογενειάρχες. Δεν αποθάρρυναν όμως νεότερες ηλικίες, που ταξιδεύουν συνήθως χωρίς αυτοκίνητο σε παρέες και οι οποίες κατέκλυσαν νησιά των Κυκλάδων όπως η Πάρος, η Τήνος και η Νάξος, προορισμούς στον Αργοσαρωνικό και εναλλακτικούς νησιωτικούς προορισμούς στο βόρειο Αιγαίο, όπως η Ικαρία αλλά και η Σαμοθράκη.
Παράλληλα, πολλοί Ελληνες, όπως κάθε χρόνο και ακόμη περισσότερο φέτος, εξέδραμαν σε ιδιόκτητα και σπίτια συγγενών τους, κυρίως σε χωριά και στους τόπους καταγωγής. Ολοι ωστόσο εμφανίζονται να έχουν μικρότερης διάρκειας διακοπές φέτος, περιορίζοντας τις διανυκτερεύσεις προκειμένου να προσαρμοστούν στους σφιχτούς λόγω πληθωρισμού προϋπολογισμούς. Επίσης, ένα μέρος των αδειούχων του Δεκαπενταύγουστου, μεγαλύτερο από ό,τι συνήθως, έχει επιλέξει να κάνει διακοπές στο εξωτερικό, όπου πλέον μπορεί να βρει συχνά φθηνότερα κόστη διαμονής και εστίασης από ό,τι σε δημοφιλείς ελληνικούς προορισμούς.
Αυτά εξηγούν μιλώντας στην «Καθημερινή» άνθρωποι της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας, όπως ο γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, Αγγελος Καλλίας. Ο κ. Καλλίας υπογραμμίζει ότι Πελοπόννησος, Ηπειρος, Μαγνησία αλλά και Χαλκιδική έχουν φέτος την τιμητική τους.
Παρά τις υψηλές τιμές των καυσίμων και το πλήθος των διοδίων στους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους, τα κόστη μετάβασης σε ηπειρωτικούς προορισμούς ακόμη και σε μακρινές αποστάσεις δεν ήταν απαγορευτικά. Αυτό δεν σημαίνει πως οι πληρότητες στα πλοία της ακτοπλοΐας αλλά και στα αεροπορικά δρομολόγια εσωτερικού τον Δεκαπενταύγουστο ήταν χαμηλές. Το αντίθετο. Ωστόσο εδώ αυξήθηκε το μερίδιο των ξένων επιβατών.
Οι νεοτερες ηλικιες επιμενουν σε Κυκλαδες και βορειο Αιγαιο – Σε ανοδο και τα ταξιδια στο εξωτερικο.
Στη Χαλκιδική οι περισσότεροι προορισμοί κατακλύστηκαν από Θεσσαλονικείς και κατοίκους της Βορείου Ελλάδος. Η κοντινή απόσταση, σε συνδυασμό με τη φυσική ομορφιά και την ύπαρξη μεγάλου πλήθους υψηλής ποιότητας παραλιών, λειτουργεί σταθερά ως μαγνήτης, εξηγούν ξενοδόχοι της περιοχής.
Την ανατολική Μαγνησία και ειδικότερα τις παραλίες του Πηλίου αλλά και προορισμούς εντός του Παγασητικού επέλεξαν για τις διακοπές του Δεκαπενταύγουστου περισσότεροι εκδρομείς από τη Θεσσαλία, την Κεντρική Ελλάδα κ.ά.
Μεγαλύτερη επιτυχία γνωρίζει η Ηπειρος, η οποία έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε δωδεκάμηνο προορισμό, προσελκύοντας επισκέπτες από την Ελλάδα, όχι μόνο στα παράλια αλλά και στα ορεινά. Η εικόνα εκδρομέων που κάνουν μπάνιο σε ποτάμια της Ηπείρου είναι πλέον ολοένα και συχνότερη. Η εύκολη πρόσβαση στην περιφέρεια με την ανάπτυξη δύο μεγάλων οδικών αξόνων τα τελευταία χρόνια αλλά και η σταδιακή αύξηση των υποδομών φιλοξενίας εκεί, σε συνδυασμό με τις ανταγωνιστικές ακόμη τιμές σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα, αποτελούν τους βασικούς λόγους του φαινομένου.
Την ίδια ώρα, η Πελοπόννησος –και όχι μόνον στους κλασικούς προορισμούς στις ανατολικές ακτές, όπως Μέθανα, Πόρος, Επίδαυρος, Ερμιόνη, Πόρτο Χέλι, αλλά στο σύνολο της περιφέρειας– έχει κατακλυστεί από Ελληνες εκδρομείς. Μεσσηνία, Κυλλήνη και το μεγαλύτερο μέρος των δυτικών ακτών της Πελοποννήσου γνωρίζουν υψηλές πληρότητες, ενώ ασυνήθιστα υψηλά για την εποχή κινούνται οι κρατήσεις και στους ημιορεινούς και ορεινούς προορισμούς, γνωστότερους για τις αποδράσεις τον χειμώνα. Οπως έχει αποκαλύψει στην «Καθημερινή» ο πρόεδρος του Τουριστικού Οργανισμού Πελοποννήσου, Κωνσταντίνος Μαρινάκος, ο οποίος είναι και αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, τα τελευταία δύο χρόνια καταγράφεται σημαντική αύξηση στους αριθμούς των επισκεπτών της Πελοποννήσου, με το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης αυτής να προέρχεται από Ελληνες. Φέτος η αύξηση αυτή, με βάση τις πρώτες εκτιμήσεις, εκτιμάται πως είναι της τάξης του 10%. Σύμφωνα με τον κ. Μαρινάκο, οι ταξιδιώτες που επισκέπτονται την Πελοπόννησο ιστορικά ήταν σε ποσοστό 65% Ελληνες και 35% ξένοι. Τα τελευταία χρόνια τα ποσοστά αυτά έχουν μεταβληθεί σε 70% για τους Ελληνες και 30% για τους ξένους, καθώς η εγχώρια αγορά στρέφεται ξανά εκεί.
kathimerini.gr