Iστορίες προδοσίας, στυγνές εκτελέσεις, τυφλές πράξεις μίσους. Ολα ξεκινούν από την Κατάνια, την πόλη της Σικελίας και πηγή των αναταραχών, εκεί όπου αναδύθηκε μια ισχυρή ομάδα μαφιόζων, η οικογένεια Καλντερόνε, που κάποτε έμελε να ενοχλήσει ακόμη και τον Μουσολίνι.
Μια συμμορία μαφιόζων που απασχόλησε και συνεχίζει να απασχολεί την κοινή γνώμη έως σήμερα, καθότι δεν είναι μόνο τα εγκλήματα στα οποία φέρονται να είναι αναμειγμένα τα πανίσχυρα μέλη της, είναι και η σύνδεση με την Κόζα Νόστρα, την άλλοτε μυστική εγκληματική οργάνωση της Σικελίας.
Τελευταίος γνωστός ακόλουθος της αιματηρής παράδοσης των εκτελέσεων που φέρονται να διέπραξαν τα μέλη της οικογένειας Καλντερόνε, ο αιμοβόρος Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε, ένας από τους πιο επικίνδυνους κακοποιοιούς της Ιταλίας, ο οποίος συνελήφθη πριν από λίγες ημέρες στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στη Λάρισα, όπου και διέμενε σε παραθαλάσσια κατοικία, μαζί με την ελληνικής καταγωγής σύντροφό του.
Πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που κυκλοφορούσε αραιά και πού στην παραλία του Πολυδενδρίου, της πρώτης παραλίας που συναντάς μετά τον Αγιόκαμπο στον δρόμο για Ρακοπόταμο. Απλώνεται σε μήκος 300 μέτρων και πρόκειται για μια ερημική ακτή με μικρά βότσαλα, ενώ στη συνέχεια της ακτογραμμής υπάρχουν πιο μικρές παραλίες, όπου η πρόσβαση επιτρέπεται μόνο με τα πόδια, μέσα από μονοπάτια.
Αυτό το παραθαλάσσιο σπίτι και οι μικρές αυτές παραλίες αποτέλεσαν για αρκετά χρόνια το καταφύγιο του άλλοτε αδίστακτου εκτελεστή της μαφίας, Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε, ο οποίος έκανε ό,τι μπορούσε για να περνάει απαρατήρητος, αποφεύγοντας τις συναναστροφές με τους ντόπιους.
Η ελληνικής καταγωγής και γεννημένη στο Κάιρο σύντροφός του είναι εκείνη που τον έπεισε να διαφύγουν στην Ελλάδα πριν από επτά χρόνια, σίγουρη ότι τα ίχνη του θα χάνονταν μέσα στην οργιώδη βλάστηση του Πολυδενδρίου.
Ο Ιταλός μαφιόζος εκτέλεσε κατά γράμμα την τακτική που ακολουθούσε ο Μπερνάρντο Προβεντζάνο, αρχηγός των Κορλεονέζι, ο οποίος δεν έβγαινε σχεδόν ποτέ από το δωμάτιο που είχε σε μια φάρμα έξω από το χωριό Κορλεόνε.
Ακόμη κι όταν ο γιος του πήγαινε να παραλάβει τα άπλυτα, η πόρτα άνοιγε για δύο δευτερόλεπτα, έπαιρνε τη σακούλα που άφηνε ο πατέρας και αρχηγός της Κόζα Νόστρα και έφευγε.
Γι’ αυτό και ο εντοπισμός και η παρακολούθηση του Καλντερόνε από 10 έως 20 αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Λάρισας υπό τις οδηγίες του έμπειρου διοικητή Χρήστου Καλούσιου δπόθεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση.
Για τον απομονωμένο στο παραθαλάσσιο σπίτι της συντρόφου του, Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε, δεν υπήρχαν παρά ελάχιστες πληροφορίες που μπορούσαν να εκμεταλλευτούν οι αστυνομικοί της Ασφάλειας. Σε αυτό τον μικρό παραθεριστικό οικισμό, οι γείτονες δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για το ποιος μπορεί είναι ο ψηλός γεροδεμένος άνδρας που μένει δίπλα τους, τον οποίο είχε τύχει να συναντήσουν μετρημένες στα δάχτυλα φορές.
Την επιχείρηση της Αστυνομίας δυσκόλεψαν και οι άστατες καιρικές συνθήκες καθώς αρκετές ημέρες έβρεχε καταρρακτωδώς. Οταν τελικά σιγουρεύτηκαν σε ποιο σπίτι διέμενε ο άλλοτε αδίστακτος εκτελεστής, το περικύκλωσαν οπλισμένοι σαν αστακοί, καθώς δεν μπορούσαν να μαντέψουν ποια θα ήταν η αντίδρασή του όταν θα τους έβλεπε μπροστά του.
Ωστόσο, όταν του χτύπησαν την πόρτα, εξεπλάγησαν. Ο Καλντερόνε παρουσιάστηκε ιδιαίτερα ψύχραιμος, σαν να περίμενε από καιρό ότι θα έφτανε αυτή η στιγμή. Ισως και να αιφνιδιάστηκε διότι ενδεχομένως να πίστευε ότι κανείς δεν θα κατάφερνε να τον εντοπίσει. Επί επτά χρόνια ζούσε με την ψευδαίσθηση ότι ο επίγειος παράδεισος του Πολυδενδρίου Λάρισας θα του εξασφάλιζε ασφαλές καταφύγιο για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.
Ψύχραιμη όμως ήταν και η Ελληνίδα σύντροφός του, οι γονείς της οποίας κατάγονται από τη συγκεκριμένη περιοχή. Στους αστυνομικούς είπε ότι ήρθαν μαζί με τον Τζούλιο από την Ιταλία και πως δεν γνώριζε για το παρελθόν του, παρά μόνο ότι είχε κάτι μπλεξίματα με τον νόμο. Οι Ελληνες αστυνομικοί πέρασαν χειροπέδες στον Ιταλό μαφιόζο, ο οποίος οδηγήθηκε στις Φυλακές Λάρισας προσωρινά, ωσότου ολοκληρωθούν οι διαδικασίες για την έκδοσή του στην Ιταλία. Στο δικαστήριο εμφανίστηκε μόνος του, χωρίς δικηγόρο.
Η ιστορία των Καλντερόνε
Το όνομα του Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε ανασύρει μνήμες από εποχές ασύλληπτου τρόμου, τότε που η δράση της Μαφίας δεν προσέκρουε στις απαραίτητες νομικές αντιστάσεις. Ο Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε βρισκόταν επί πέντε χρόνια, από το 2016 συγκεκριμένα, στη λίστα του ιταλικού υπουργείου Εσωτερικών με τους πιο επικίνδυνους φυγάδες. Ανήκει, όπως προαναφέραμε, στη διαβόητη οικογένεια των Καλντερόνε, «πρωτεργατών» της σικελικής μαφίας. Η δράση του συγκεκριμένου κυκλώματος ξεκίνησε από τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σικελίας, την Κατάνια, ενώ εξαπλώθηκε και στη Βαρκελώνη με σκοπό τον έλεγχο εμπορίου ναρκωτικών. Στη Βαρκελώνη γεννήθηκε και ο 63χρονος σήμερα Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε.
Συγκαταλέγεται στους πιο σκληρούς εκτελεστές των τελευταίων ετών, καθώς είχε εμπλοκή στο αιματηρό ξεκαθάρισμα της Μαφίας που ανέδειξε αρχηγό τον Τοτό Ρίινα, τον αρχηγό της σικελικής μαφίας, που συνελήφθη το 1993 και απεβίωσε το 2017. Η ιστορία του αιματοκυλίσματος, όμως, δεν σταματά εδώ. Αλλωστε ήταν γραφτό για τον Μάριο Τζούλιο να εγκλωβιστεί στους άγραφους νόμους της Μαφίας. Ο ρόλος του στην αλληλοεξόντωση συμμοριών, στις εκτελέσεις και τις ανθρωποκτονίες ήταν καθοριστικός. Συνέβαλε με τη δράση του στην ανάδειξη μιας νέας γενιάς μαφιόζων που έδωσαν περισσότερο έμφαση στην οικονομική εγκληματική δραστηριότητα. Η παράδοση της οικογένειας Καλντερόνε στην εγκληματική δράση έχει αποτελέσει μέχρι και αντικείμενο μελέτης στους κύκλους κοινωνιολόγων, όπως συνέβη με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Φλωρεντίας, Πίνο Αρλάτσι, ο οποίος έγραψε το βιβλίο «Men of Dishonor: Inside the Sicilian Mafia», το 1992, ύστερα από συνομιλίες με υψηλόβαθμο παράγοντα της σικελικής μαφίας, τον Αντονίνο Καλντερόνε. Ο κοινωνιολόγος κατάφερε να αποκρυπτογραφήσει τον τρόπο δράσης των μαφιόζων που προκαλούσε αναταράξεις μέχρι και στην ιταλική Βουλή. Το κρίσιμο ερώτημα που ανακύπτει, πάντως, είναι το εξής: γιατί θεωρείται τόσο νευραλγικής σημασίας η σύλληψη του Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε από τις ελληνικές αρχές, τόσο που απασχόλησε σύσσωμα τα ιταλικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης;
Η απάντηση είναι απλή. Πιστός ακόλουθος των ανατριχιαστικά βίαιων πρακτικών της σικελικής μαφίας, ο Μάριο Τζούλιο είναι συγγενής των μαφιόζων Τζουζέπε και Αντονίνο Καλντερόνε, των δύο εκτελεστών που καθόρισαν τη συνολικότερη δράση της ιταλικής μαφίας. Η σύλληψή του, λοιπόν, κλείνει κατά κάποιον τρόπο έναν μεγάλο αιματηρό κύκλο ολόκληρων δεκαετιών.
Υπήρξε δε στενός συνεργάτης του καταδικασμένου Τζουζέπε Γκουλότι, που διετέλεσε αρχηγός μιας κλίκας της Μαφίας που δρούσε από το 1993 μέχρι και το 2012, σκορπίζοντας τουλάχιστον 17 θανάτους. Ανάμεσα στα θύματα της θανατηφόρας επιδρομής της συμμορίας και ο γνωστός δημοσιογράφος, Μπέπε Αλφάνο, που δολοφονήθηκε το 1993.
Ο Γκουλότι έχει καταδικαστεί σε φυλάκιση 30 ετών και η σύλληψή του, όπως και εκείνες 12 ακόμη μελών της σπείρας του, θεωρήθηκε σημαντική επιτυχία των ομάδων επιβολής του νόμου, καθώς αναζητούνταν ως φυγάδες από το 1999. Η διαδρομή του Γκουλότι, από το ξεκίνημα των παράνομων δράσεών του μέχρι τον εγκλεισμό του, παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με εκείνη του Μάριο Τζούλιο Καλντερόνε. Η ομάδα του Γκουλότι δρούσε σε μια πόλη 41.000 κατοίκων, τη Βαρκελώνη, μέχρι που τη σκυτάλη πήρε ο Καλντερόνε. Σύμφωνα με πληροφορίες, η δράση του Καλντερόνε δεν έπαψε ακόμη κι όταν χρειάστηκε να διαφύγει από την Ιταλία στο Πολυδένδρι Λάρισας. Ολα αυτά τα χρόνια επικοινωνούσε με άλλα μέλη της Μαφίας στη Βαρκελώνη και έδινε οδηγίες από το τηλέφωνο.
Εάν γυριζόταν μια ταινία για τη δράση της οικογένειας Καλντερόνε, θα μπορούσε να ξεκινήσει από τον Τζουζέπε Καλντερόνε, γνωστό και ως «Πίπο», που γεννήθηκε το 1925 και πέθανε το 1978. Ο «Πίπο» έγινε μπροστάρης της σικελικής μαφίας το 1975, συμμετέχοντας στον συντονισμό δράσεων προς αποφυγή εσωτερικών συγκρούσεων στους κόλπους της μαφίας. Η μητέρα του ήταν κόρη της πρώτης οικογένειας μαφιόζων στην Κατάνια. Μιας οικογένειας που είχε πολεμηθεί από τον νομάρχη και στενό συνεργάτη του Μουσολίνι, Τσέζαρε Μόρι. Ο τελευταίος ήταν ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του Μουσολίνι που κήρυξε πόλεμο στη μαφία της Σικελίας με σκοπό τη διάλυσή της. Ο παππούς του Τζουζέπε είχε εκδιωχθεί από την Ιταλία, ωστόσο το «γονίδιο» πέρασε στα εγγόνια που επέλεξαν το μονοπάτι των εγκληματικών ενεργειών με σκοπό να κυριαρχήσουν. Οι ηγετικές ικανότητες του Τζουζέπε τον ανέδειξαν σε έναν από τους επικεφαλής της Κόζα Νόστρα, ωστόσο οι βλέψεις του ενόχλησαν τον στυγνό εκτελεστή Τότο Ρίινα, ο οποίος έδωσε εντολή να δολοφονηθεί. Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι ο Ρίινα έδωσε μια παθιασμένη ομιλία στην κηδεία του Τζουζέπε παρουσιάζοντάς τον ως γεφυροποιό στις διαφορές των μαφιόζων. Αυτό τουλάχιστον αναφέρεται στα απομνημονεύματα του αδελφού του Τζουζέπε, Αντονίνο, που έναν χρόνο μετά τη σύλληψή του, εξαιτίας της εμπλοκής στη μαφιόζικη οργάνωση, έγινε πεντίτο (μετανοημένοι πρώην μαφιόζοι) αποκαλύπτοντας όλες τις πτυχές της κλίκας και βοηθώντας στις δικαστικές έρευνες ώστε να ξετυλιχθεί το κουβάρι.
Ο Αντονίνο, που έφυγε από τη ζωή το 2013, στα απομνημονεύματά του «Men of Dishonor: Inside the Sicilian Mafia», που κυκλοφόρησαν το 1992, εξηγεί τον φρικιαστικό και ανελέητο τρόπο με τον οποίο δρούσε η Μαφία, και συγκεκριμένα η Κόζα Νόστρα. Στο αμαρτωλό του παρελθόν, χάρη στις διασυνδέσεις που είχε με τη Μαφία, απέκτησε πρόσβαση σε διάφορες επιχειρηματικές κερδοφόρες δραστηριότητες, ενώ ανεδείχθη στη Μαφία της Κατάνια υπό τον αρχηγό και αδελφό του Τζουζέπε.
protothema.gr