Χείμαρρος ήταν η Λυδία Κονιόρδου σε συνέντευξή της στο ένθετο Νησίδες και τη δημοσιογράφο Νόρα Ράλλη με αφορμή τις «Ικέτιδες» που παρουσιάστηκαν πριν από λίγες ημέρες στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Η γνωστή καλλιτέχνιδα μίλησε για τα κακώς κείμενα στον τομέα του πολιτισμού και τις συμπεριφορές που της φαίνονται αδιανόητες.
Περνώντας σε σας σε σχέση με το θέατρο, αν και είστε του Εθνικού, θεωρείστε παιδί του Τέχνης.
Ναι, είμαι του Εθνικού. Μπήκα στο Εθνικό το 1974 και είχαμε τη μεγάλη τύχη να έχουμε διευθυντή τον Αλέξη Διαμαντόπουλο, έναν πολύ σπουδαίο άνθρωπο και δάσκαλο. Οφείλω πολλά σε αυτόν γιατί γύρισε σελίδα η Σχολή. Έφυγε από το χουντικό της παρελθόν και μπήκαμε σε ένα πραγματικά φιλελεύθερο. Αν έμπαινα πιο πριν, θα μαράζωνα, δεν θα άντεχα. Έβλεπα όμως κάθε έργο του Κουν. Και σαν συνεργαστήκαμε, αρχικά στις Τρωάδες, έγινε ο δάσκαλος μου. Δεν ήταν διανοούμενος ο Κουν, δεν ήταν λόγιος. Στην αρχή, σαν καλή μαθήτρια, σημείωνα κάθε του λέξη. Μετά κατάλαβα πως δεν ήταν όσα έλεγε αλλά όσα υπονοούσε. Αυτή είναι η πεμπτουσία του θεάτρου. Δεν είναι τα λόγια. Αυτό είναι το Θέατρο: Παίζουμε αυτό που δεν λέγεται. Όσο λιγότερο παίζεις αυτό που λέγεται τόσο καλύτερος ηθοποιός είσαι.
Κάπως έτσι θα το ‘παθε και η Μενδώνη με τον Λιγνάδη…
Δεν ξέρω τι έπαθε η Μενδώνη, τι της είπε ή τι δεν της «είπε» ο Λιγνάδης. Ξέρω ότι για πρώτη φορά στο ελληνικό θέατρο Έλληνας πρωθυπουργός μαζί με την υπουργό πολιτισμού του πήγαν σε πρώτη ανάγνωση έργου! Ο κ. Μητσοτάκης μαζί με την κα. Μενδώνη είχαν πάει στην πρώτη ανάγνωση (όχι πρόβα, ανάγνωση) των «Περσών» που ανέβασε τότε ο Λιγνάδης και ήρθε ο πρωθυπουργός με το ελικόπτερο στην Επίδαυρο για να το δει. Ακόμα και όταν ήταν ο Κούρκουλος διευθυντής στο Εθνικό, ο οποίος ήταν μια προσωπικότητα με μεγάλη δύναμη και εκτόπισμα, ποτέ δεν είχε έρθει. Ποτέ! Σε πρώτη ανάγνωση; Ποτέ. Εδώ δεν έρχονταν στην Επίδαυρο…
Αυτές οι συμπεριφορές είναι αδιανόητες. Προσωπικά, δεν τις ανέχομαι. Όπως δεν αντέχω και την αδικία. Τα γεγονότα που ξεπερνούν τη λογική, όπως είναι το τσιμέντωμα του Παρθενώνα. Δεν μπορώ να ξανανέβω εκεί επάνω. Σαν μου έλαχε να είμαι εγώ υπουργός Πολιτισμού, δεν είχα επιτρέψει ούτε ντεφιλέ να έρθει. Το είχε ζητήσει ο Αρμάνι νομίζω, ότι και καλά θα μας έκανε διαφήμιση στο μνημείο. Το ίδιο είχε γίνει και με την Google που θα έφτιαχνε βιντεάκια και θα έπαιρνε φωτογραφίες από τα μνημεία μας, δωρεάν, δίχως να πληρώσουν τίποτα (αυτή ήταν η πρόταση) για να μας «διαφημίσουν».
«Και η Ελλάδα τι θα παίρνει από τα κέρδη σας;» είχα ρωτήσει. «Τίποτα, θα σας διαφημίζουμε» μου είχαν πει. «Ευχαριστούμε πάρα πολύ. Δεν χρειαζόμαστε άλλη διαφήμιση. Ο Παρθενώνας είναι ακόμα και στα χάρτινα ποτηράκια στη Νέα Υόρκη που πίνουν καφέ» απάντησα.
newsit.gr