«Στα δύσκολα εμείς είμαστε στην πρώτη γραμμή και η αποφασιστικότητα που έχουμε δείξει συνεχίζεται», επισημαίνει ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Νότης Μηταράκης
«Επιβεβαιώθηκε χθες ότι Αφγανός 53 ετών ο οποίος παρουσίασε συμπτώματα του κορωνοϊού εμφανίστηκε στο ιατρείο και μεταφέρθηκε στον Ευαγγελισμό. Έγινε ένα τεστ και αυτό είναι θετικό.
Αμέσως εφαρμόστηκε το πρωτόκολλο που υπάρχει για τέτοιες περιπτώσεις. Η δομή από σήμερα τα ξημερώματα τέθηκε σε καραντίνα 14 ημερών. Ήδη από τα ξημερώματα έχει πάει κλιμάκιο του υπουργείου και του ΕΟΔΥ και ξεκινάει η διαδικασία ιχνηλάτησης και περαιτέρω ελέγχων», δήλωσε στον ΘΕΜΑ 104, 6 και την εκπομπή του Ηλία Σιακαντάρη ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Νότης Μηταράκης.
«Θα παρθούν δείγματα από την οικογένειά του και από ανθρώπους που ήταν σε πιο στενή επαφή ώστε να προσδιοριστεί το πόσα άτομα μπορεί να έχουν επηρεαστεί από αυτό το ένα κρούσμα.
Σε μία κοινότητα 100.000 προσφύγων και μεταναστών, οι οποίοι είτε μένουν σε δομές στα νησιά είτε στην ηπειρωτική Ελλάδα, είναι δεδομένο ότι θα έχουμε κρούσματα και σε αυτόν τον πληθυσμό», πρόσθεσε.
Μάλιστα, ο κ. Μηταράκης τόνισε ότι «σε μεγάλο βαθμό η ενημέρωση έχει φέρει αποτελέσματα, υπάρχουν και οι δύσπιστοι που νομίζουν ότι τους κρατάμε σε καραντίνα ενώ δεν υπάρχει κρούσμα, όπως συνέβη την πρώτη ημέρα στην Ριτσώνα.
Η αλήθεια είναι ότι στις δομές μπορείς να φέρεις μέτρα περιορισμού, το ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει, μπορείς να ελέγξεις την περίμετρο και αυτό κάνουμε και στα νησιά και στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Η κυκλοφορία εντός των δομών είναι πολύ πιο δύσκολο να ελεγχθεί. Αυτό που μπορούμε να πετύχουμε σε μία πολυκατοικία που τα διαμερίσματα δεν επικοινωνούν μεταξύ τους λόγω κορωνοϊού δεν μπορείς να το πετύχεις με τον ίδιο τρόπο μέσα στη δομή ούτε μπορείς να το αστυνομεύσεις ουσιαστικά. Η φύλαξη είναι αρκετά αποτελεσματική ειδικά στις δομές της ηπειρωτικής Ελλάδας και στις δύο δομές που μπήκαν σε καραντίνα».
Όσον αφορά στις μεταναστευτικές ροές και την κατάσταση στον Έβρο, ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου επισήμανε ότι «η πρώτη κρίση που αντιμετωπίσαμε ήταν οι πολύ αυξημένες ροές τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο.
Μετά ήρθε η κρίση των συνόρων και η ύψιστη επιφυλακή των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας που οδήγησε σε μία πολύ μεγάλη μείωση των ροών μαζί με το θέμα του κορωνοϊού. Το πόσο θα αλλάξει η ευρωπαϊκή πολιτική στη φύλαξη των συνόρων, θεωρώ ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό είναι δική μας υπόθεση, εμείς είμαστε στην πρώτη γραμμή.
Ναι μεν από την πρώτη στιγμή διεθνοποιήσαμε την κρίση, ζητάμε την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και στο θέμα ισοκατανομής των βαρών και στο θέμα της προστασίας των συνόρων αλλά στα δύσκολα εμείς είμαστε στην πρώτη γραμμή και η αποφασιστικότητα που έχουμε δείξει συνεχίζεται και γι’ αυτό έχουμε πάρα πολύ λίγες ροές τις πρώτες μέρες του Απριλίου».