Το ερώτημα που προβάλλει σαν ένα ηθικό “φάντασμα” και προκαλεί τρόμο και μόνο στην σκέψη του, για όσα έγιναν στον κόσμο το τελευταίο τρίμηνο.
Τα μέτρα καραντίνας που ελήφθησαν για την αναχαίτιση της εξάπλωσης της νόσου Covid-19, που προκαλεί ο νέος κορονοϊός, έσωσαν αναμφίβολα ζωές, αλλά οι επιπτώσεις τους θα στοιχίσουν άλλες ζωές στον κόσμο πιο μακροπρόθεσμα. Πρόκειται για μια εξίσωση με πολλούς αγνώστους που έχει -και- ηθική διάσταση.
“Είναι ένας υπολογισμός που είναι πολύ δύσκολο να γίνει”, δηλώνει στο AFP η κοινωνιολόγος στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν Σάρα Μπέργκαρντ, επισημαίνοντας ότι “οι καλύτεροι επιδημιολόγοι και ειδικοί των κοινωνικών επιστημών” ασχολούνται με το θέμα αυτό για να φωτίσουν τις πολιτικές αποφάσεις που πάρθηκαν όσο ο κορονοϊός… εξαπλώνονταν.
“Μεταξύ των δυσκολιών είναι ο υπολογισμός του αριθμού των θανάτων που συνδέονται με την ίδια την ασθένεια Covid-19, του αριθμού των θανάτων που αποδίδονται στο χάος και στις συνέπειες της κρίσης της Covid-19 (στο σύστημα υγείας) σε σύγκριση με τους θανάτους που αποδίδονται στις οικονομικές συνέπειες των περιοριστικών μέτρων και του αντίκτυπού τους στους ανθρώπους και στις επιχειρήσεις”, συνεχίζει.
Ο κορονοϊός και οι… λεπτές ισορροπίες
Σε μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2000 ο Αμερικανός οικονομολόγος Κρίστοφερ Ραμ έθετε ένα εκ πρώτης όψεως προκλητικό ερώτημα : “Οι υφέσεις κάνουν καλό στην υγεία;”.
“Η υπόθεσή μου ήταν ότι όταν μια οικονομία πάει άσχημα, η υγεία των ανθρώπων επιδεινώνεται. Γι’ αυτό εξεπλάγην όταν ανακάλυψα ότι είχα ως επί το πλείστον άδικο”, εξηγεί ο ίδιος 20 χρόνια μετά.
Από τη μία πλευρά οι αυτοκτονίες και το στρες αυξάνονται με την ανεργία, συνοδευόμενα από κατάχρηση επιβλαβών ουσιών, από προϊόντα καπνού ως παράνομες ναρκωτικές ουσίες. Από την άλλη πλευρά όμως με την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, μειώνονται τα τροχαία δυστυχήματα και η ατμοσφαιρική ρύπανση και η σωματική υγεία βελτιώνεται κυρίως χάρη στον διαθέσιμο χρόνο που υπάρχει για σωματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τη μελέτη του.
Το αποτέλεσμα είναι ότι μολονότι κάποιοι δείκτες δημόσιας υγείας επιδεινώνονται και τα προβλήματα ψυχικής υγείας “υποτιμώνται”, “όταν η ανεργία είναι υψηλή, η θνησιμότητα είναι χαμηλή“, σημειώνει ο καθηγητής Ραμ σε βιντεοδιάσκεψη που αναρτήθηκε τον Απρίλιο στον ιστότοπο του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.
Σε κάθε περίπτωση αυτό συμβαίνει στις ανεπτυγμένες χώρες και κατά τη διάρκεια μιας “φυσιολογικής” ύφεσης. Διότι σήμερα “βρισκόμαστε μπροστά σε μια άγνωστη κατάσταση”, επιμένει ωστόσο.
Βγαίνουν συμπεράσματα όσο ο εχθρός είναι… αόρατος και άγνωστος;
“Είναι ριψοκίνδυνο” να εξάγουμε συμπεράσματα, συνεχίζει και η Σάρα Μπέργκαρντ, επειδή αυτή η άνευ προηγουμένου κρίση “απειλεί έναν αριθμό συνηθισμένων ‘θετικών πλευρών’ των οικονομικών υφέσεων”.
Για παράδειγμα δραστηριότητες που αμβλύνουν τον αντίκτυπο στην υγεία που έχει η απώλεια μιας δουλειάς είναι αδύνατον να γίνουν σε μια περίοδο καραντίνας: να αθληθεί κάποιος, να πάει βόλτα, να περάσει χρόνο με τους φίλους του.
Και “η κοινωνική υποστήριξη που μπορεί κανείς να έχει ή να προσφέρει μπορεί να είναι περιορισμένη, αυξάνοντας την απομόνωση και καθιστώντας δυσκολότερο να διατηρηθεί κάποιος σε καλή σωματική και ψυχική υγεία”, προσθέτει η κοινωνιολόγος.
Από την άλλη πλευρά η αναβολή λήψης θεραπείας ή διάγνωσης σε ασθενείς που φοβούνται πάρα πολύ να πάνε στο νοσοκομείο μπορεί επίσης να στοιχίσει ζωές.
Επίσης 80 εκατομμύρια παιδιά κάτω του ενός έτους κινδυνεύουν να προσβληθούν από διφθερίτιδα, ιλαρά και πολιομυελίτιδα, προειδοποιούν η UNICEF, ο ΠΟΥ και η Συμμαχία Εμβολιασμού, την ώρα που οι εκστρατείες μαζικών εμβολιασμών έχουν ανασταλεί σε πολλές χώρες.
πηγή: Newsit.gr